Προς το περιεχόμενο

rockdrum

Solist
  • Αναρτήσεις

    346
  • Μέλος από

  • Τελευταία επίσκεψη

1 Follower

Bio

  • Mojo
    Τύμπανα
  • Style
    Classic Rock
    Hard Rock
    Rock
  • Day job
    Ιδ.Υπάλληλος
  • Τόπος
    Περιστέρι

Πρόσφατοι επισκέπτες προφιλ

Η εμφάνιση επισκεπτών είναι απενεργοποιημένη ή δεν έχετε πρόσβαση σε αυτή.

Συμμετοχή rockdrum

Artist

Artist (1/4)

9

Φήμη

  1. Ημ/νία: 12:34 - 06/10/08 Εισαγωγή: Η απάντηση στο κλασσικό ερώτημα που απασχολεί πολλούς, συνήθως άπειρους, συναδέλφους. Το παρόν δεν αποτελεί τον απόλυτο οδηγό, αλλά είναι μια αρχή... Για να δούμε λοιπόν κάποια δεδομένα πριν καταλήξουμε στην απάντηση του ερωτήματος. Θα πρέπει να θεωρούμε δεδομένο, το πώς πρέπει να κουρδίζουμε τα τύμπανα μας σωστά και αν δεν γνωρίζουμε, πρέπει να το μάθουμε. Ας υποθέσουμε πως γνωρίζουμε έστω τα στοιχειώδη για το κούρδισμα των τυμπάνων. Δεν φτάνει αυτό όμως. Πρέπει να αναλύσουμε-συνδέσουμε, και άλλα πράγματα, όπως το τι δέρματα φοράμε στα τύμπανα, τη συχνότητα χρησιμοποίησης των τυμπάνων, την κατάσταση του κελύφους των τυμπάνων, το στυλ παιξίματος (soft, hard κ.λ.π.), και την κατάσταση του περιβάλλοντος χώρου όπου έχουμε στήσει το set. Εξηγώντας, θα ήθελα να πω, ότι τα τύμπανα δεν παίζονται όλα με την ίδια συχνότητα, παίρνοντας ως μέτρο σύγκρισης το ταμπούρο. Το ταμπούρο, είναι το τύμπανο, που στατιστικά, παίζεται κατά 3πλάσια χτυπήματα περισσότερο από τα toms. Δηλαδή για κάθε 100 χτύπους στα toms έχουμε 300 χτύπους στο πάνω δέρμα του ταμπούρου μας. Ανάλογα πάει και στη κάσα μας. Βλέπουμε λοιπόν πως η αλλαγή δέρματος είναι ανάλογη για το κάθε τύμπανο του set ξεχωριστά και εξαρτάται από τη χρήση. Έτσι δεν χρειάζεται σε κάποια αλλαγή που θέλουμε να κάνουμε, να αντικαθιστούμε, όλα τα δέρματα του set. Συμπερασματικά, αυτό το τύμπανο που θα μας ζητήσει αλλαγή και μάλιστα συχνά είναι το ταμπούρο μας. Αναλυτικότερα, μπαίνουμε στο διαχωρισμό των δερμάτων ως batter (άνω) και resonant (κάτω), σημειώνοντας πως τα resonant, χρειάζεται να αντικατασταθούν αραιότερα από τα batter, για ευνόητους λόγους. Όσον αφορά το στυλ παιξίματος, είναι αυτονόητο, πως ο μουσικός όπου έχει ασχέτου είδους μουσικής, σκληρότερο παίξιμο, θα φθείρει γρηγορότερα τα δέρματα σε σχέση με αυτό το μουσικό όπου παίζει ελαφρύτερα. Για την κατάσταση του κελύφους του τύμπανου, δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά εκτός από το να αντικαταστήσουμε το set, ή το τύμπανο που είναι προβληματικό. Το δέρμα, όσο και ακριβό να είναι, στραβοκάθεται στο κέλυφος και παραμορφώνεται. Η ζημιά και οι συνέπειες είναι πολλαπλές και πάντα αρνητικές, καθώς και δύσκολα επισκευάσιμες. Ο γύρο χώρος και συγκεκριμένα ή θερμότητα και η υγρασία, είναι ένας παράγοντας φθοράς, αλλά μικρής σημασίας για το πλαστικού υλικού δέρμα, εκτός και έχουμε ακραία φαινόμενα, όπως παράδειγμα, τύμπανα που τα χρησιμοποιούμε σε live ανοιχτούς χώρους κ.λ.π. Ποια είναι τα σημεία όμως που θα μας οδηγήσουν στο να μπούμε στη διαδικασία αλλαγής; Οι άπειροι drummer και αυτοί που δεν γνωρίζουν τη σωστή διαδικασία τοποθέτησης, pre-stretching και κουρδίσματος, θα είναι τα πρώτα αθώα «θύματα». Όπως συμβαίνει και στους έγχορδους, οι νέες χορδές θέλουν στρώσιμο πριν το παίξιμο. Το ίδιο και στα δέρματα. Όταν τοποθετηθούν στο τύμπανο χωρίς να ακολουθείται ενδεδειγμένος τρόπος και μια στοιχειώδη διαδικασία, το σοκ στο δέρμα θα μειώσει τη διάρκεια ζωής του κατά 15% χωρίς ούτε καν να έχουμε παίξει. (Η διαδικασία, αναφέρεται σε προηγούμενο άρθρο). Τα σημεία που θα παρατηρήσουμε παλιοί και νέοι για να υποψιαστούμε πως κάποιο δέρμα θέλει αλλαγή, είναι πολύ εύκολα να τα διακρίνουμε. Εδώ τα διαχωρίζω σε στάδια για πληροφοριακούς λόγους και μόνο. Πρώτα, έχουμε τη γνωστή φθορά του επιστρώματος, στα δέρματα βέβαια όπου είναι coated. Φυσικά, η επιλογή ενός coated δέρματος, δεν έχει να κάνει μόνο με το μάζεμα, σε μικρό βαθμό, των κάποιων αρμονικών που παράγονται, αλλά κυρίως για τη χρήση με τα γνωστά σκουπάκια μας. Όταν το δέρμα δεν κάνει πια για το σκοπό που το πήραμε είναι λογικό να πρέπει να αντικατασταθεί. Επόμενο στάδιο είναι η εμφάνιση μικρών βαθουλωμάτων και κυριότερα αυτών που βρίσκονται στο κέντρο. Αν είναι αυξημένη και πυκνή, αυτού του είδους η φθορά ιδιαίτερα στο κέντρο, το δέρμα είναι πια «νεκρό». Η κυριότερη όμως διαπίστωση, θα γίνει και θα μας λύση την απορία, αν το δέρμα αφαιρεθεί από το τύμπανο και διαπιστώσουμε πως κεντρικά έχει δημιουργηθεί μεγάλο βαθούλωμα (κρατήρας). Η συμβουλή μου είναι να μην ξανατοποθετηθεί το δέρμα πουθενά, παρά μόνο στο καλάθι αχρήστων, ή να κοπεί περιμετρικά, ώστε να δημιουργήσουμε το γνωστό o-ring για μαφλάρισμα! (Το λέω ανακύκλωση και είναι μια φθηνή λύση). Αυτές οι οδηγίες, έχουν να κάνουν για όλα τα batter δέρματα μηδενός εξαιρουμένου, είτε είναι μονά, είτε διπλά. Για να καταλάβουμε, η φθορά σε ένα pinstripe της Remo, όπου έχουμε δύο δέρματα με περιμετρικό δαχτυλίδι (δεν είναι λαδιού αυτά πια), αν κοιτάξουμε προσεκτικά ένα τέτοιο ταλαιπωρημένο δέρμα θα διακρίνουμε το ελαφρό τσαλάκωμα και το ανασήκωμα του επάνω δέρματος ενώ το κάτω θα είναι κανονικά κουρδισμένο. Τι κάνουμε όμως με τα resonant δέρματα; Αυτά φυσικά και χρειάζονται αλλαγή αλλά σίγουρα αραιότερα. Πότε όμως θα αλλαχτούν; Αν υποθέσουμε πως αλλάξαμε τα batter μας αλλά ο ήχος παρά τις όλες προσπάθειές μας, δεν είναι ικανοποιητικός, πρέπει να τα αντικαταστήσουμε. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως το αποκαμωμένο resonant, δεν πάλεται σωστά και δεν παράγει τις αρμονικές καθώς και δεν προάγει τη σωστή αντήχηση και τόνο του τυμπάνου, εργασία που για αυτή είναι προορισμένο. Η συχνότητα αλλαγής θέλει εμπειρία και σε γενικές γραμμές καθορίζεται από το μουσικό. Ίσως θα ήταν καλή μια λύση της αντικατάστασης κάθε 3 φορές που αλλάζουμε το batter. Όσο και να μας φαίνεται δευτερεύων ο ρόλος του resonant head, αποτελεί ένα ενεργό δέρμα αφού και αυτό κινείται από την πίεση του αέρα που προσφέρει το batter, άρα καταπονείται, άρα δεν μπορεί να μας προσφέρει εκείνη τη λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά, τόσο στο παίξιμο, όσο και στο κούρδισμα. Η μεγάλη μας ξεχωριστή προσοχή, θα πρέπει να δίνεται στα δέρματα του ταμπούρου. Πιστέψτε με πως για να αποδώσει ένα δέρμα ιδίως resonant, θα πρέπει να αρχίσει να εμφανίζει πάνω του, τα σημάδια της χορδιέρας. Από εκεί και πέρα αρχίζει να δίνει τα μέγιστα. Το ιδιαίτερο αυτό δέρμα, ενώ δεν υποφέρει από τις μπακέτες μας, έχει άλλους δύο παράγοντες που το φθείρουν. Ο ένας είναι ο γνωστός συντονισμός που αναφέραμε παραπάνω, και ο άλλος είναι η επαφή του με τις μεταλλικές χορδές. Σε αργή κίνηση, μπορούμε να φανταστούμε τις κινήσεις του. Όταν η μπακέτα χτυπήσει το πάνω δέρμα, ο αέρας σπρώχνει προς τα κάτω το resonant, όπου με τη σειρά του προσκρούει στο μέταλλο και η κίνηση επαναλαμβάνεται σε κλάσματα δευτερολέπτου προς τα επάνω με αντίθετη κίνηση ώσπου να σταματήσει ο συντονισμός. Το ταμπούρο καταπονείται πολύ και το resonant δέρμα, μπορούμε να το βάλουμε με κάποιο είδος υπερβολής όμως, πως καταπονείται όπως και το batter. Υπάρχει όμως μια άγραφη ας το πούμε οδηγία που μας λέει ότι η αντικατάσταση θα πρέπει να γίνεται κάθε χρόνο. Θα συμφωνήσω, αλλά θα σημειώσω πως η αντικατάσταση θα πρέπει να γίνεται μέσα σε ένα χρόνο. Πολλοί μουσικοί αλλάζουν resonant κάθε 3 ή 5 αλλαγές του πάνω δέρματος, αλλά η συχνότητα αυτή εξαρτάται κατά πολύ από τη χρήση του οργάνου. Ο μουσικός που παίζει επαγγελματικά και χρησιμοποιεί το set του 100-150 ώρες το μήνα, έχει άλλες ανάγκες και απαιτήσεις αλλαγών δερμάτων από τον μουσικό, που μελετά μόνο στο set του και προβάρει ή γράφει στο studio. Για να μαζέψουμε λίγο το θέμα, αλλάζουμε δέρματα, όταν το τύμπανο δεν κουρδίζεται με τίποτα ή έχει αρχίσει να εμφανίζει σημεία «αρνητικά». Αυτό γίνεται αφού έχουμε αποκλείσει κάθε άλλη αιτία. Αλλάζουμε όταν το δέρμα εμφανίσει φθορές και αλλοιώσεις στην επιφάνεια του (δεν συζητάμε για σκίσιμο, όπου η αλλαγή γίνεται χωρίς δεύτερη κουβέντα). Αλλάζουμε κάθε δέρμα που έχουμε τεντωμένο εξ αρχής από απειρία τέρμα όσο δεν πάει, άσχετα σε ποιο τύμπανο είναι, ακόμα κι αν το βάλαμε χθες. (Θα δούμε πως δεν περισσεύουν και στροφές στα κλειδιά…) Ως προτεραιότητα, έχουμε στο νου μας το ταμπούρο. Παχύτερα δέρματα έχουν περισσότερες αντοχές, αλλά δεν σημαίνει πως τα κακομεταχειριζόμαστε γιατί το τραβάνε. Η επιλογή τέτοιων δερμάτων γίνεται για το ηχητικό αποτέλεσμα και όχι για το κοπάνημα. Έχουμε πάντα υπόψη πως τα δέρματα περνάνε μια περίοδο προσαρμογής, αποδίδουν ζουν και πεθαίνουν. Το πότε, είναι δική μας επιλογή. Τα φρέσκα δέρματα αναδεικνύουν το παίξιμο μας και τη χροιά του τυμπάνου μας. Το set μας αποδίδει ως σύνολο και όλα έχουν το ρόλο τους. Μην παραμελούμε τις λεπτομέρειες… Και ένα tip για να κλείσουμε: Ένας πολύ πρακτικός τρόπος να δούμε αν κάποιο δέρμα έχει αχρηστευθεί είναι να το βγάλουμε από το τύμπανο και να το κρατήσουμε από το στεφάνι του κάθετα. Θα παρατηρήσετε ότι αν είναι εντελώς καινούριο, με το χτύπημα του δακτύλου στο κέντρο θα παράγει έστω και χαλαρό που είναι ένα τόνο, ένα ήχο. Συνήθως μπάσο που δεν ακούγεται εύκολα σε θορυβώδες περιβάλλον. Αν το δέρμα είναι μεταχειρισμένο αλλά παράγει ακόμα κάποιο τόνο, έχει ψωμιά ακόμα. Αν είναι εντελώς κούφιο, πετάχτε το. Rockdrum
  2. Ημ/νία: 14:51 - 06/10/08 Εισαγωγή: Ένα άρθρο για τη σύσταση και κατασκευή των πιατινιών και όχι μόνο… Κατ' αρχή, δεν θα ασχοληθούμε με τη μεταλλουργία, την από αρχαιοτάτων χρόνων εξέλιξή της, ούτε θα εξειδικευτούμε πέραν των πληροφοριών που θα μας οδηγήσουν στο να καταλάβουμε περίπου τι συμβαίνει με τα πιατίνια και από τι κατασκευάζονται. Αποτέλεσμα, να γνωρίζουμε καλύτερα τι ζητάμε και τι περιμένουμε, κατά τη στιγμή της αγοράς ενός ή πολλών κυμβάλων. Οι διάφορες εταιρείες, από τις παραδοσιακές Τούρκικες, τις Τουρκοαμερικανικές ή τις Ευρωπαϊκές ακόμα και τις Κινέζικες, προσπαθούν να ικανοποιήσουν το μουσικό που ψάχνει για πιατίνια, δημιουργώντας όλο και περισσότερα μοντέλα, με ποικίλους τρόπους ανάμιξης μετάλλων, κατασκευής σχημάτων, τρόπους παραγωγής και διαφήμισης της δουλειάς τους, με αποτέλεσμα να μπορέσουν πρωτίστως κατ΄εμέ, να είναι ανταγωνιστικές και εναρμονισμένες με τις σύγχρονες απαιτήσεις της μουσικής (εταιρικό κέρδος), με τη μόνη διαφορά πως αυτό για εμάς είναι ναι μεν καλό, διότι υπάρχει ποικιλία επιλογής και κόστους αλλά για πολλούς μη γνωρίζοντας τι θέλουν να πελαγώνουν και να μη ξέρουν στο τέλος τι να αγοράσουν και τι τους ταιριάζει. Έτσι παρατηρούμε στα θέματα των forum, να ζητούνται γνώμες για μοντέλα πιατινιών, στα οποία δεν υπάρχει καμία απάντηση, ή μάλλον οι απαντήσεις να είναι θέμα τύχης μια που οι αγαπητοί συνάδελφοι, δεν έχουν όπως οι περισσότεροι την ανάλογη εμπειρία για να προτείνουν κάτι, στο συγκεκριμένο ερώτημα. Ξέρετε, πως η αγορά των πιατινιών είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Ενώ σε "εισαγωγικά" ισχύει γενικότερα το ότι πληρώσεις παίρνεις, μπορεί κάποιος να έχει στην κατοχή του δίπλα στα πανάκριβα, μονάκριβά του κύμβαλα της αξίας των 300 € έκαστο, για παράδειγμα ένα φθηνό Wuhan china 18΄΄ των 60 € που θεωρεί πως αγγίζει τον τελειότερο trashy ήχο στα chinas. Είναι όλα σχετικά. Ενώ η αγορά ενός μέσου drum set μπορεί να καταλήξει να βγάζει ήχο (με τις διάφορες παρεμβάσεις) ενός ακριβού set DW, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τα πιατίνια. Ο βήχας και τα πιατίνια δεν κρύβονται (παραλλαγή). Τα πιατίνια παράγουν το καθένα τη δική του χροιά. Έχουν έντονη προσωπικότητα πάνω στο drum set μας. Μαζί με το ταμπούρο μας, δείχνουν ποιοι είμαστε και τι εκφράζουμε μουσικά. Δεν δέχονται συμβιβασμούς πειράγματα και διορθώσεις. Η επιβολή μας πάνω σε αυτά είναι ριψοκίνδυνη και η κάθε παρέμβαση είναι λίγο θέμα τύχης. Πλατειάσαμε; Λέτε; Για να δούμε πως μπορούμε να επιβιώσουμε μέσα σε αυτή τη θάλασσα εταιρειών μοντέλων και σημάτων. Τι κοινό έχουν όλες αυτές οι εταιρείες που μας βομβαρδίζουν με τις διαφημίσεις ότι έχουν τα καλύτερα πιατίνια; ΤΟΝ ΧΑΛΚΟ. Και τις παραλλαγές του!!! Ανοίγοντας ένα λεξικό θα βρείτε τις εξής μεταφράσεις για τις λέξεις: Tin = κασσίτερος Zinc = ψευδάργυρος, τσίγκος Bronze = χαλκός Brass = ορείχαλκος Copper = χαλκός Όλη η ιστορία ξεκινάει από εδώ. Τα πιατίνια φτιάχνονται από τα κράματα και τις αναμίξεις των μετάλλων αυτών. Συνήθως. Εξαίρεση αποτελούν κάποια μοντέλα συνήθως ακριβά όπου περιέχουν πυρίτιο, φώσφορο νικέλιο ασήμι ή χρυσό. Για παράδειγμα τα paiste signature περιέχουν στο κράμα τους φώσφορο. Αλλά αυτά είναι «μυστικές» φόρμουλες για το κάτι παραπάνω. Επικεντρωνόμαστε κυρίως στα προαναφέροντα κράματα, που αποτελούν τις συνηθέστερες επιλογές μας ως προς την αγορά. Λοιπόν τα Bronze πιατίνια, είναι κράματα χαλκού συνήθως με κασσίτερο. Το όνομα της φόρμουλας που δίνουν οι εταιρείες είναι το γνωστό B. Όπου B20 έχουμε τον κασσίτερο σε περιεκτικότητα 20%, το B18 όπου έχουμε τον κασσίτερο σε περιεκτικότητα 18% και η περιεκτικότητα να κατεβαίνει ως και τα 8% σε κασσίτερο. Όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα, αλλά και το είδος της μεταλλοποίησης, τόσο σκληρότερο κράμα έχουμε. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως τα 2002 της Paiste είναι B8 (Θυμηθείτε και τα B8 Sabian). Καθαρός δυνατός σκληρός ήχος. Στα B20 θυμηθείτε τα αξεπέραστα για την εποχή τους Paiste 602. Ποιο ήταν το παράπονο των ντράμερ; Σπάζανε εύκολα. Γιατί; Λόγω σκληρότητας του μετάλλου, είχαν ένα καθαρό στακάτο ήχο, αλλά ως αποτέλεσμα δεν είχαν μεγάλη ένταση (οι παλαιοί θα το θυμούνται). Έτσι σε μερικά στυλ όπου θέλαμε μεγαλύτερη ένταση και αγριάδα, τα παίρναμε στο χέρι. Τα Brass, είναι κράματα χαλκού κυρίως με ψευδάργυρο. Η περιεκτικότητα σε ψευδάργυρο, είναι περίπου στο 40%. Θεωρούνται από τα φθηνότερα κράματα για πιατίνια και κατασκευάζουν από αυτά φθηνές σειρές. Παράγουν ζεστό αλλά πνιχτό ή μουντό ήχο αν συγκριθούν με τα Bronze, αλλά χρησιμοποιούνται και αυτά από πολλούς. Σε άλλους για το κόστος, σε άλλους επειδή ξέρουν τι θέλουν. Δείτε Paiste 302, Wuhan. Ενώ ανήκουν στην ίδια κατηγορία, τα Paiste αποδεικνύονται ποιο γερά, αλλά τα Wuhan ιδίως στο china δίνει ποιο πιστό trashy ήχο. Και αυτά κινδυνεύουν να σπάσουν (μάλλον να σκιστούν), αλλά από θέμα μη αντοχής όχι σκληρότητας. Η διαδικασία της γέννησης ενός πιατινιού από το εργοστάσιο ως το stand είναι απλή αλλά έχει τις παραλλαγές της. Όλα ξεκινάνε από ένα στρογγυλό σταχτί μεταλλικό δίσκο που έχει βγει από το καλούπι του κλίβανου που ανέμειξε τα μέταλλα. Αυτός ο δίσκος περίπου 20 cm διαμέτρου, περνάει από διάφορα στάδια μέχρι να ανοίξει και να φτάσει τις σωστές διαστάσεις. Η διαδικασία είναι χειροκίνητη ή ημιαυτοποιημένη. Μετά τη παραγωγή του μεταλλικού δίσκου, γίνεται μια σφυρηλάτηση, ώστε ο δίσκος να ανοίξει σε διάμετρο. Έπειτα σε πρέσα συνήθως, δημιουργείται η καμπάνα. Το πιατινοειδές, κόβεται στις άκρες στο κοφτήριο και αρχίζει να παίρνει τη φόρμα του. Σφυρηλάτηση και πάλι, ώστε να μεγαλώσει και άλλο να δοθεί η σωστή διάσταση αλλά και να βοηθηθεί ο ήχος να διαπεράσει ομαλά όλη την επιφάνεια του πιατινιού. Παρατηρούνται εδώ οι μικρές λακκούβες στη ράχη του. Η διαδικασία συνεχίζεται ώσπου να έχουμε κατά τον σφυρηλάτη τεχνίτη το επιθυμητό αποτέλεσμα. Έπειτα το τελικό στάδιο περιλαμβάνει το τελικό φινίρισμα όπου σε ένα ειδικό τόρνο ένας τεχνίτης αφαιρεί υλικό από την επιφάνεια του πιατινιού αποκαλύπτοντας τη μεταλλική λάμψη του. Οι άκρες ομαλοποιούνται ώστε να αφαιρεθούν τα γρέζια. Τέλος αν χρειαστεί, το πιατίνι γυαλίζεται συνήθως με βούρτσα και σταμπάρεται το λογότυπο. Πολλά είδη δεν γυαλίζονται και δίνονται προς πώληση κάπως ακατέργαστα. Λένε πως τα ακατέργαστα πιατίνια δίνουν ποιο βραχνό τόνο ποιο oriental ή dark. Σε άλλα λένε, περνιέται και κάποιο είδος βερνίκι για αντοχή της γυαλάδας και αποφυγή της οξείδωσης του μετάλλου. Εδώ τα πιατίνια που είναι ποιο γυαλισμένα, μας δίνουν ποιο brilliant ήχο. Τα συμπεράσματα δικά σας. Βέβαια πριν πακεταριστεί το πιατίνι ένας τεχνικός που μάλλον θα υποφέρει από τα αφτιά του, δοκιμάζει τον ήχο, έχοντας δίπλα του και το πρωτότυπο της σειράς για σύγκριση. Η διαδικασία έχει κόπο και ο κάθε σφυρηλάτης μπορεί να περάσει και ως 3 χρόνια εκπαίδευση ώστε να μπορεί να πάρει στα χέρια του την ευθύνη της παραγωγής. Να λοιπόν που ανακαλύψαμε το κοινό μυστικό της σκοτεινής βιομηχανίας των πιατινιών. Και άντε και τους ξεσκεπάσαμε, τώρα μάθαμε για τη ποιότητα και σκληρότητα όταν θέλουμε κάτι. Αλλά τα ξέρουμε όλα; Τι διαφορά έχει το βαρύ και χοντρό πιατίνι από το ελαφρύ και λεπτό; Πως θα διαλέξουμε πιατίνι που μας ταιριάζει; Πριν ασχοληθούμε και με αυτά τα ερωτήματα θα πρότεινα μια και οι περισσότεροι ασχολούμαστε με διάφορα ήδη μουσικής και η μπάντα μας παίζει διασκευές από metal ως και funk αλλά και jazz, καλό θα ήταν να διαλέξουμε κάτι ενδιάμεσο και για να ακριβολογούμε, θα έχετε δει σε πολλά πιατίνια την ένδειξη medium να αναγράφεται στη ράχη τους. Αυτό για τους νεοφερμένους κυρίως. Ας δούμε μερικά δεδομένα. Όσο ποιο βαρύ και παχύ είναι ένα πιατίνι, τόσο ποιο καθαρό και δυνατό ήχο θα ακούσουμε. Όσο ποιο μεγάλο τόσο μεγαλύτερο το κράτημα στον ήχο. Αλλά σε θέμα ανταπόκρισης, το πιατίνι θα είναι λίγο αργό. Το αντίθετο συμβαίνει με τα λεπτά και ελαφρά πιατίνια καθώς και με τα μικρότερης διαμέτρου. Αυτό είναι ένα καλό σημείο αναφοράς για το από πού θα αρχίσουμε την αγορά μας. Καλό όπως είπα είναι να ξεκινάμε από medium πιατίνια αν δεν γνωρίζουμε τίποτα. Τα βασικά μας είναι ένα hi-hat και ένα crash-ride. Το crash-ride, είναι ένα πιατίνι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως crash αλλά και ως ride. Συνήθως πρόκειται για πιατίνια όπου είναι βαρύτερα στη ράχη, αλλά λεπτότερα στις άκρες. Μειονέκτημα είναι πως μετρώντας σε ένα τέτοιο πιατίνι και σκάζοντας (crash) κατά τη διάρκεια ενός μουσικού κομματιού, το πιατίνι δεν προλαβαίνει να ησυχάσει, να αναπνεύσει και ο ήχος βγαίνει μπερδεμένος και άσχημος. Η επόμενη λύση είναι hi-hat, crash και ξεχωριστό ride. Για λίγο παραπάνω, hi-hat, 2 crash, ένα αργό βαρύ και ένα γρήγορο και ride. Επόμενο, τα παραπάνω συν κάποια πιατίνια εφέ. Δηλαδή, επιπρόσθετα κάποιο ή κάποια chinas ή splashes ή δεύτερο ride, ακόμα, μια που εδώ ταιριάζει καλύτερα ένα crash-ride. Βέβαια όπως είπαμε, η επιλογή των πιατινιών είναι δύσκολη και έχει πολλά παρακλάδια. Ξεκινάμε όλοι από το οικονομικό. Σε αυτό το σημείο δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Οι εταιρείες πολλές και οι τιμές πολλές. Ποτέ δεν ξεκινάμε να αγοράσουμε πιατίνια χωρίς να τα ακούσουμε. Πιστέψτε με, πως πολλές φορές άλλα διαβάζουμε στα χαρακτηριστικά και άλλα ακούμε, ακόμα και από μεγάλες εταιρείες. Όλα τα λαμβάνουμε ως κατά προσέγγιση. Ποτέ δεν διαλέγουμε πιατίνια που τα δοκιμάσαμε με το χέρι ή χαϊδεύοντας τα στο κατάστημα, επειδή φοβηθήκαμε πως θα ενοχληθούν οι γύρω μας αν τα χτυπούσαμε. Προσέχουμε το περιβάλλον. Αν στο κατάστημα υπάρχουν λείες επιφάνειες ή γυαλί (π.χ. βιτρίνα), τα πιατίνια που δοκιμάζουμε θα ακουστούν πολύ πριμαριστά. Στο studio δίπλα στο ricofon και στη μόνωση θα ακούσετε άλλα αντί άλλων. Γνωρίζουμε πως τα πιατίνια ακόμα και της ίδιας σειράς, έχουν διαφορές. Επίσης πολλά πιατίνια που μας αρέσουν αλλά είναι ακριβά, μπορεί να τα αντικαταστήσουμε με άλλα φθηνότερης μάρκας που αγγίζουν κατά πολύ τον ήχο αυτών που μας αρέσουν. Θυμηθείτε το κοινό μυστικό όλων των εταιρειών!!! Καλό είναι να διαλέγουμε ως αρχή ποιο brilliant πιατίνια σε ήχο. Όσο περνάει ο καιρός και το μέταλλο παλιώνει, ο ήχος γίνεται ποιο πνιχτός. Αυτά σε γενικές γραμμές. Ποια εταιρεία τώρα είναι η καλύτερη; Αυτή που μας αρέσει. Τα πιατίνια δεν είναι μούρη. Είναι άποψη στον ήχο. Είναι η υπογραφή στο drum set. Τα κακόηχα πιατίνια βαβουριάζουν στη μπάντα και την ορχήστρα. Ξεκινήστε σιγά, δοκιμάστε και μη βιάζεστε. Αν το αίμα βράζει και παίζετε μόνο metal, να έχετε υπόψη πως σε λίγο καιρό που θα θέλετε και κάτι ποιο soft, δεν θα σας ικανοποιεί το αποτέλεσμα. Ξανά πάλι από την αρχή για ψάξιμο και τσάμπα έξοδα. Ελπίζω να έλυσα κάποιες απορίες σε μερικούς συναδέλφους, ιδίως τους νεότερους και τους beginners. Περισσότερα στα site των εταιρειών και στα μαγαζιά. Rockdrum Links: http://www.paiste.com/ http://www.sabian.com/ http://www.zildjian.com/EN-US/home.ad2 http://www.staggmusic.com/ http://www.bosphoruscymbals.com/ http://www.meinlcymbals.com/ http://www.ageancymbal.com/ http://www.ufip.com/ http://www.masterworkcymbal.com/ http://www.anatoliancymbals.com/
  3. Ημ/νία: 14:53 - 06/10/08 Εισαγωγή: Ένας χρήσιμος δεκάλογος από τον rockdrum Γενικά πρέπει να γνωρίζουμε πως κανένα πιατίνι δεν είναι ακριβώς ίδιο με το αντίστοιχο της ίδιας σειράς του. Επίσης δεν σημαίνει πως αφού ακούσαμε κάποιο καλό ήχο από ένα συνάδελφο, και αποκτήσαμε τα ίδια πιατίνια, θα έχουμε κι εμείς τον ίδιο ήχο και αποτέλεσμα. Οπωσδήποτε θα πρέπει να έχουμε στο νου μας, κατά πόσο θα τα χρησιμοποιήσουμε με μικρόφωνα, το χώρο που θα στηθούνε, τη δυναμική στο παίξιμο, το σχήμα της κεφαλής της μπακέτας και γενικά χίλια δυο πράγματα που μπορούν να επηρεάσουν τον ήχο. Ας αρχίσουμε με κάποιες γενικές γραμμές: Μπορούμε να χρησιμοποιούμε «γρήγορα» πιατίνια, όταν παίζουμε μουσική με πολλά στοιχεία instrumental, περίπλοκα patterns και γρήγορες αλλαγές. Αυτό βοηθάει στη μίξη του κομματιού και αναδεικνύει τη μουσική. Πιατίνια με μεγάλο pick και ποιο γεμάτο ήχο ταιριάζουν σε μουσικά κομμάτια με «κενά» από τα υπόλοιπα όργανα και φτωχές αλλαγές, αφού βοηθάνε καλλίτερα στο να γεμίσει ο κενός χώρος. 1ο βήμα : Αν ήδη έχουμε πιατίνια, καλό θα είναι να πάρουμε μαζί μας το hi-hat και ένα ride στο μαγαζί που θα επισκεφτούμε. Τα πιατίνια αυτά είναι και τα ποιο βασικά σε ένα set. Είναι αυτονόητο λοιπόν να αρχίζουμε την αναζήτηση μας με αυτά ως βάση. 2ο βήμα : Καλό θα είναι να μην επισκεφτούμε το μαγαζί σε ώρα αιχμής. 3ο βήμα : Πληροφορούμε ευγενικά το κατάστημα πως θα κάτσουμε αρκετή ώρα και θα δοκιμάσουμε πολλά από τα πιατίνια που διαθέτει. 4ο βήμα : Παίρνουμε μαζί τις δικές μας μπακέτες. Ο ήχος του πιατινιού που παράγεται από το χτύπημα της μπακέτας μπορεί να επηρεαστεί κατά πολύ, αν δοκιμάσουμε πιατίνια με μπακέτες που θα μας εφοδιάσει το κατάστημα. Επίσης προσωρινά ξεχνάμε το χρηματικό ποσό. 5ο βήμα : Σειρά δοκιμής: Πρώτα ξεκινάμε από το hi-hat, έπειτα από το βασικό crash, μετά από το δευτερεύον crash και τέλος τα special effect όπως china splash κ.λ.π. Αν σκοπεύουμε να αλλάξουμε όλη μας τη σειρά καλό θα είναι να ξεκινήσουμε από μια νέα ολοκληρωμένη σειρά πιατινιών ώστε να έχουμε μια βάση και σιγά-σιγά να αλλάζουμε ή να προσαρμόζουμε άλλα. 6ο βήμα : Σύγκριση: Παίζουμε το ride μας (ή το νέο ride που έχουμε διαλέξει) και το hi-hat κι έπειτα τα υπόλοιπα. Βασικό είναι η δοκιμή να γίνεται στον ίδιο χώρο και να μην μετακινούμαστε π.χ. σε άλλο δωμάτιο του μαγαζιού. Για παράδειγμα το γυαλί που πιθανώς να υπάρχει στο χώρο, κάνει τα πιατίνια να ακούγονται καθαρότερα, δυνατότερα. Ο ανοιχτός χώρος ή εκεί όπου έχει τοποθετηθεί μοκέτα, δίνει μια πιο ζεστή χροιά στον ήχο που παράγεται καθώς και λιγότερη λαμπρότητα. Επίσης μειώνεται και ο χαρακτηριστικός συριγμός. Τώρα αναφερόμενοι στο χρηματικό ποσό, πείτε πως έχουμε καταλήξει κάπου αλλά η τιμή είναι υψηλή. Κρατάμε ως σύγκριση το πιατίνι που μας άρεσε και ψάχνουμε να ακούσουμε κάτι οικονομικότερο που μοιάζει κατά πολύ στον ήχο που συμπαθήσαμε. 7ο βήμα : Απόσταση: Αφού καταλήξαμε στο set, ζητάμε από κάποιον άλλο να χτυπήσει τα πιατίνια για να τα ακούσουμε από απόσταση. Αυτός θα είναι κατά μεγάλη προσέγγιση και ο ήχος που θα ακούει και το κοινό μας. Εδώ είναι ένα κομμάτι που πολλοί ντράμερ το παρακάμπτουν. 8ο βήμα : Εμείς και μόνο εμείς είμαστε οι τελικοί κριτές για την αγορά μας. Ο καλύτερος σύμβουλος αγοράς πιατινιών είναι τα αφτιά μας. Άσχετα αν κάποιος δίνει συμβουλές να πάρουμε το X πιατίνι, αυτό που μετράει είναι η δική μας ευχαρίστηση. Πρέπει να είμαστε ανοιχτόμυαλοι, να δοκιμάζουμε και να μην αγοράζουμε κάτι που δεν το έχουμε ακούσει. Δεχόμαστε τις γνώμες αλλά κυρίως σε ότι αφορά την ποιότητα του προϊόντος και την εξυπηρέτηση του καταστήματος. 9ο βήμα : Ηλικία: Όλα τα πιατίνια γίνονται ποιο μελωδικά και ζεστά με τον καιρό. Δεν παίζει ρόλο κατά πόσο τα καθαρίζεις ή πως το κάνεις, έτσι κι αλλιώς αυτό θα γίνει. Καλό θα είναι λοιπόν να αγοράζουμε κάτι ποιο καθαρό σε ήχο συνήθως από αυτό που μας αρέσει. Πολύ επαγγελματίες ψαγμένοι ντράμερ, ζητούν προς αγορά, μεταχειρισμένα πιατίνια γνωρίζοντας αυτή την ιδιότητα. 10ο βήμα : Προσοχή στη κούραση: Τα αφτιά κουράζονται εύκολα από το δυνατό ήχο και επηρεάζονται πολύ από τις υψηλές συχνότητες των πιατινιών. Μην πάμε να διαλέξουμε πιατίνια μετά από ασκήσεις που έχουμε κάνει, ή μετά από ένα μεγάλο νυχτερινό live! Πρέπει να δώσουμε την ευκαιρία στο αφτί να ξεκουραστεί. Ας μην παίξουμε για κάποιο μικρό διάστημα. Βασικά προσπαθούμε να μην επιμένουμε στις επιλογές και αφήνουμε το ένστικτο μας να μας καθοδηγήσει. Όσο ποιο λίγο επιμένουμε στις επιλογές πιατινιών τόσο περισσότερες θα έχουμε δοκιμάσει. Link: http://home.earthlink.net/~prof.sound/id11.html το γνωστό μας Drum bible. Rockdrum
  4. Ημ/νία: 14:57 - 06/10/08 Εισαγωγή: Σε προηγούμενο άρθρο "Τα δέρματα των drumsets στο μικροσκόπιο", ασχοληθήκαμε με την επιλογή των δερμάτων που θέλουμε να προσαρμόσουμε στα τύμπανά μας, τα χαρακτηριστικά τους και η προσαρμογή τους στο είδος της μουσικής που παίζουμε. Ας δούμε τώρα τη διαδικασία που τα κουρδίζουμε. Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με το πώς κουρδίζουμε τα δέρματά μας καθώς και με μερικά tips για τη σωστή προσαρμογή τους. Για να καταλάβουμε όμως μερικά πράγματα και κυρίως για τους αρχάριους, θα πρέπει να εξηγηθούν κάποιες βασικές, μα και γενικές έννοιες οι οποίες αφορούν το θέμα τύμπανα. Έτσι, πρέπει να ξέρουμε πως τα τυμπανά μας ονομάζονται μεμβρανόφωνα, γιατί η παραγωγή του ήχου είναι αποτέλεσμα του παλμού των μεμβρανών (δερμάτων) κατά την κρούση με την κάθε είδους και προσωπικής προτίμησης επικρουστήρα (μπαγκέτας). Γενικά, κάθε όργανο που χρησιμοποιεί τεντωμένες μεμβράνες για την παραγωγή του ήχου του, ονομάζεται μεμβρανόφωνο. Συγκεκριμένα, τα τύμπανα που χρησιμοποιούν δύο μεμβράνες (πάνω-κάτω), όπως οι ντραμς, ονομάζονται και δυ-μεμβρανόφωνα. Η πάνω μεμβράνη ονομάζεται batter (top) head, ενώ η κάτω μεμβράνη ονομάζεται resonant (bottom) head. Η παραγωγή του ήχου επέρχεται κυρίως από την κρούση της πάνω μεμβράνης και την αναγκαστική μετακίνηση του αέρα μέσα στο τύμπανο, με αποτέλεσμα το παλμό της κάτω μεμβράνης. Καταλαβαίνουμε εδώ, πως παλμός των μεμβρανών γίνεται όπως σε ένα τραμπολίνο και εξηγείται στο παρακάτω σχήμα. http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap1.jpg Στο πρώτο σχήμα παρατηρούμε πως η μεμβράνη, πάλλεται ελεύθερα και ένας ήχος (μπόουουμμμ) ακούγεται. Αυτός προκύπτει, αν για παράδειγμα δεν «φοράμε» resonant head, στα τύμπανα μας. Το δεύτερο σχήμα, προκύπτει αν και οι δύο μεμβράνες, πάλλονται ομοιόμορφα (προϋπόθεση να είναι ίδιου πάχους και ίδιου κουρδίσματος). Στην περίπτωση αυτή οι μεμβράνες αλληλοεξουδετερώνουν τον παλμό, αφού πιέζουν και οι δύο συνεχώς με την ίδια δύναμη αέρα, μέχρι να σταματήσει η ταλάντωσή τους. Το τρίτο σχήμα αντιπροσωπεύει την ταλάντωση που παράγεται από διαφορετικού πάχους και κουρδίσματος μεμβράνες, με ένα φαινομενικά μπερδεμένο αποτέλεσμα ταλάντωσης, αλλά επιθυμητό πολλές φορές και χρήσιμο, όπως θα δούμε παρακάτω. Οι παράγοντες όμως που επηρεάζουν το ηχητικό αποτέλεσμα του set μας, είναι δύο: Ο ένας είναι η τάνυση που ο κάθε μουσικός, εφαρμόζει στο δέρμα κατά το κούρδισμα, και ο δεύτερος παράγοντας είναι η επιλογή του δέρματος που θα τοποθετηθεί. Δηλαδή η διάμετρος και το πάχος του. Έτσι για να μην αγοράζουμε τυχαία, πρέπει να γνωρίζουμε τον γενικό κανόνα που λέει πως: τα παχύτερα δέρματα και τα μεγάλης διαμέτρου, παράγουν χαμηλότερες συχνότητες και το αντίθετο. Αυτό συμβαίνει, γιατί όσο περισσότερη μάζα προστίθεται σε μια μεμβράνη, τόσο μειώνεται η ταλάντωσή της. *Παρένθεση: Εδώ νομίζω πως είναι κατάλληλη η στιγμή, να αναφέρουμε μια παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί συνάδελφοι και δεν αναφέρομαι σε κάτι ιδιαίτερο, αλλά σε μια απλή πρόβα σε studio της γειτονιάς. Ας το δούμε από τη μεριά του group. Τα περισσότερα γκρουπάκια που επισκέπτονται τα προβάδικα παίζουν σκληρή μουσική. Οι επίδοξοι ντράμερ για να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της μουσικής που παίζουν, αγοράζουν τύμπανα, ή αρέσκονται να παίζουν, σε τύμπανα μεγάλης διαμέτρου και βάθους χρησιμοποιώντας δέρματα muffle και βαριά όπως τα δέρματα λαδιού. Οι ιδοκτήτες των προβάδικων τώρα, για να αντεπεξέλθουν στο κάφρικο στυλ και στις ζημιές που προξενούν κάποιοι, ντύνουν τις ντραμς με επίσης βαριά δέρματα, που έχουν και μεγαλύτερη διάρκεια χρήσης. Να γιατί λοιπόν δεν βγαίνει ήχος στις πρόβες. Τα βαριά δέρματα που έχουν τοποθετηθεί για ξεχωριστό λόγο από τον καθένα, παράγουν χαμηλής συχνότητας ήχους (ιδίως αν είναι και μουφλαρισμένα), με αποτέλεσμα τα τύμπανα, να παίζουν πάνω στις συχνότητες του μπάσου και το αντίθετο. Έτσι αναγκάζονται οι μουσικοί, να δυναμώνουν συνέχεια ο ένας μετά τον άλλο με αποτέλεσμα τη δημιουργία χάους και βαβούρας ακόμα και σε slow ή ποιο ήσυχα κομμάτια Ένα άλλο όργανο που επηρεάζεται αρνητικά από την κακή συνεργασία ντράμερ και μπάσου, είναι τα πλήκτρα. Ας μην ξεχνάμε και τον ερμηνευτή μας. Προσέξτε, γιατί ο διαχωρισμός των συχνοτήτων σε μια πρόβα είναι αποτέλεσμα δουλειάς, συνεργασίας και υποχωρήσεων στο group. *Τέλος παρένθεσης. Συνεχίζοντας, πρέπει να καταλάβουμε, πως το ηχητικό αποτέλεσμα του κουρδίσματος, δεν οφείλεται μόνο στα δέρματα, αλλά και στο είδος των ξύλων που έχει το set μας, τα μέταλλα που το απαρτίζουν και το δέσιμό του. Εμείς επικεντρωνόμαστε στο κούρδισμα που γίνεται σε ένα set στο σημείο των δερμάτων και γενικά καταπιανόμαστε τώρα, με τα συνήθη απλά τύμπανα, όπως είναι τα τομ, χωρίς να αποκλείσουμε όμως, πως η bass drum και το snare, δεν κουρδίζονται με τον ίδιο τρόπο. Απλά αυτά τα δύο έχουν κάποιες μικρές ιδιαιτερότητες. Ιδίως το ταμπούρο, είναι το τύμπανο που εκφράζει την προσωπικότητα του κάθε ντράμερ. Στη συναυλία το 99% των ντράμερ ότι και να μη φέρει μαζί το ταμπούρο θα το έχει για να το στήσει στο live� Έτσι, για να αρχίσουμε, αυτά που θα χρειαστεί να έχουμε μαζί μας, οπωσδήποτε ένα κοινό, απλό, κλειδί κουρδίσματος και μπακέτες. Εδώ αποκλείουμε ειδικά κλειδιά κουρδίσματος που κυκλοφορούν στην αγορά, δυναμόκλειδα, πένσες και άλλες πατέντες που μπορεί να βλάψουν το κέλυφος του τύμπανου και το στεφάνι. http://www.noiz.gr/images/arthra/drumkey.gif Είτε έχουμε ένα νέο drumset είτε ένα παλιό, η διαδικασία θα πρέπει να ξεκινά από τον έλεγχο της αρτιότητας του κελύφους τόσο για το αν είναι σκεβρωμένο, αλλά και για το αν το κόψιμο της άκρης του, (το χείλος όπου θα ακουμπήσει το δέρμα), είναι ευθεία. Το χείλος αυτό ονομάζεται bearing edge. Όσο ποιο κοφτό σε μοίρες είναι αυτό το χείλος, τόσο ποιο πρίμος θα είναι ο ήχος, λόγω της μικρότερης επιφάνειας που θα ακουμπά το δέρμα. http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap2.jpg Αυτό το σημείο θα πρέπει να είναι λείο και απαλό στην αφή και για να διαπιστώσουμε αν είναι ομοιόμορφο θα πρέπει να ακουμπήσουμε το τύμπανο (φυσικά χωρίς δέρμα) σε λεία επιφάνεια και να διαπιστώσουμε κατά πόσο δεν αφήνει από κάτω κενά. Σε περίπτωση που διαπιστώσουμε πρόβλημα, θα πρέπει να απευθυνθούμε σε ειδικό, ώστε να διορθωθεί. Μην επιχειρήσετε να λειάνετε μόνοι σας τις άκρες αυτές αν δεν γνωρίζετε πως, γιατί στη πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών, η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. Εννοείται πως η όλη διαδικασία αρχίζει με το κέλυφος να ακουμπά σε λεία επιφάνεια (πάτωμα) και όχι πάνω στις βάσεις της ντραμς. Στα set που ήδη έχουν χρησιμοποιηθεί, και αντικαθιστούμε δέρμα, οι άκρες αυτές, πρέπει να καθαρίζονται από χνούδια και σκόνη και σε όλες τις περιπτώσεις, να λιπαίνονται ανεπαίσθητα με κάποιο είδος ελαφρού λιπαντικού π.χ., σιλικόνη, πάντα με φειδώ και χωρίς υπερβολές. Θέλουμε απλά το δέρμα κατά την εφαρμογή του, να γλιστράει απαλά στην επιφάνεια αυτή. Ο λόγος είναι η πανταχού ομοιομορφία. Το επόμενο βήμα, είναι η τοποθέτηση του δέρματος. Πριν ακουμπήσει στο τύμπανο, θα πρέπει απαλά να τσακίσουμε τις άκρες του, όπως στην εικόνα για να το προετοιμάσουμε για το σοκ του τσακίσματος που θα δεχθεί κατά το κούρδισμα. http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap4.jpg Από πάνω, εφαρμόζουμε το στεφάνι και αρχίζουμε να βιδώνουμε της βίδες (tension rodes) μέχρι να σφίξουν όσο πάει με τα δάκτυλα. http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap5.jpg Χρησιμοποιώντας το κλειδί του κουρδίσματος, αρχίζουμε να βιδώνουμε τις βίδες, όχι όμως κυκλικά. Εδώ χρησιμοποιούμε σταυρωτή μέθοδο σφιξίματος, όπως για παράδειγμα στην αλλαγή ελαστικού του αυτοκινήτου. ’σχετα αν τα τύμπανα μας έχουν 6, 8, 10, 12 βίδες ακολουθούμε πάντα την ίδια μέθοδο http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap7.jpg Ακολουθήστε το παραπάνω σχήμα, ανάλογα με τον αριθμό των κλειδιών που έχουν τα τύμπανα σας. Στην αρχή, γυρίζουμε το κλειδί μας, για μια πλήρη περιστροφή σε κάθε βίδα, μέχρι το δέρμα να εμφανίσει, ένα υποτυπώδες τέντωμα. Τώρα είναι η στιγμή που μπορούμε να του εφαρμόσουμε πίεση, έτσι ώστε να προκαλέσουμε ένα pre-stretch. http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap8.jpg Το κούρδισμα συνεχίζεται με μικρότερες στροφές για τη κάθε βίδα με το κλειδί μας, μέχρις ότου το τύμπανο, παράγει την πρώτη ικανοποιητική νότα. Εδώ αρχίζει και η μικρορύθμιση. Η δοκιμασία του ήχου, γίνεται χτυπώντας με τη μπακέτα το δέρμα κοντά σε κάθε βίδα (κλειδί), σε απόσταση 1-2 δάκτυλα από το στεφάνι. Θα πρέπει, κάθε σημείο να παράγει τον ίδιο τόνο με άλλο σημείο. Αυτό επιτυγχάνεται ξεκινώντας από το σημείο με τον υψηλότερο τόνο και προσαρμόζουμε μικρορύθμιση στο επόμενο απέναντι, με μόλις το πολύ 1/4 της πλήρους ολόκληρης στροφής του κλειδιού κουρδίσματος. Αν τεντώσουμε από τώρα υπερβολικά, το συνολικό τέντωμα πολλαπλασιάζεται δραματικά και θέλει προσοχή. Τελειώνουμε, όταν η επιθυμητή νότα παραχθεί. Για το πια νότα είναι αυτή θα μιλήσουμε παρακάτω. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται από την αρχή, και για το δεύτερο δέρμα του τύμπανου, καταλήγοντας όμως και τα δύο να παράγουν την ίδια νότα. Για τους λιγότερο έμπειρους, όταν έρθει η στιγμή να κουρδίσουμε το δεύτερο δέρμα καλό θα είναι να απομονώσουμε το πρώτο, βάζοντάς το να ακουμπά στο πάτωμα, πάνω σε ένα χαλί ή σε ύφασμα. Στο τέλος σηκώνουμε το τύμπανο και κάνουμε τη μικρορύθμιση και των δύο. Ο τρόπος που αναφέραμε εδώ εφαρμόζεται σε όλα τα τύμπανα του set και είναι ο ποιο συνήθης τρόπος, με το πάνω δέρμα, να είναι ίδια κουρδισμένο με το κάτω. Ποιες είναι όμως η σωστές νότες, που θα πρέπει να κουρδίσουμε τη ντραμς μας; Αυτό το ερώτημα για μερικούς ούτε που έχει τεθεί, γιατί απλά δεν γνωρίζουν ότι και τα τύμπανα κουρδίζονται σε νότες. Ακόμα και από τους γνώστες του κουρδίσματος αγνοείται η υπόθεση, πως και το εμπειρικό κούρδισμα με το αυτί πάλι νότες παράγει. Στο σημείο αυτό θα πρέπει επιτέλους, να κάνουμε πέρα τις προστριβές μας και τα μίση με τον μπασίστα του συγκροτήματός μας και με την καρδιά μας πέτρα να ζητήσουμε ευλαβικά τη βοήθειά του, μια και από τους μουσικούς που οι συχνότητες του οργάνου είναι πιο κοντά στις δικές μας είναι αυτός. Και εξάλλου, μπορεί η πλειοψηφία των ντράμερ να μην γνωρίζει νότες, αλλά ο μπασίστας κάτι ξέρει. Από την εμπειρία μου και της ωδειακές μου σπουδές, αν και λίγες αλλά χρήσιμες, προτείνω 3 τρόπους κουρδίσματος με νότες, τον εξής ένα: Ξεκινάμε αφού έχουμε ως στάνταρ, πως η μπότα, κουρδίζεται πάντα σε Ντο. Βρίσκει ο μπασίστας μας ένα Ντο στην ταστιέρα του και μας το δίνει μέχρι να παράγει η μπότα μας μπροστά πίσω την επιθυμητή αυτή νότα. Εννοείται πως τα κουρδίσματα, γίνονται με ελεύθερες τις μεμβράνες των τυμπάνων, χωρίς το παραμικρό muffle. Αυτό είναι άλλο θέμα. Το επόμενο τύμπανο που θα κουρδίσουμε, είναι το snare. Στο ταμπούρο, κατά την ανωτέρα διαδικασία, κουρδίζουμε (από μπάσα προς πρίμα), είτε σε Μι, είτε σε Φα, είτε σε Σολ. Για τους χεβάδες, καλό είναι το Μι. Για τους τζαζίστες καλό το Σολ. Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως το ταμπούρο μας, κουρδίστηκε σε Σολ. Σε ένα set με δύο τομ και ένα βαθύ, περνάμε στο βαθύ και το κουρδίζουμε πάλι Σολ αλλά μια οκτάβα κάτω. Συνεχίζουμε στο δεύτερο τομ, αυτό που βρίσκεται δηλαδή πάνω από το βαθύ μας και ανεβαίνουμε μια διαφορά (διάστημα) τρίτης καθαρής, δηλαδή περνάμε στη νότα Σι. Δηλαδή Σολ, Λα, Σι, διαφορά τρίτης. Παρομοίως και στο πρώτο τομ, αυτό που βρίσκεται πάνω από το ταμπούρο μας. Διαφορά τρίτης πάλι από τη Σι. Δηλαδή Σι, Ντο, Ρε. Η νότα Ρε είναι η νότα του πρώτου τομ που θέλουμε να ακουστεί. Αυτή η διαδικασία, γίνεται ακριβώς και αν ξεκινήσουμε από το ταμπούρο σε Μι ή Φα. ΚΟΛΠΑ Τι γίνεται αν το set μας αποτελείται από περισσότερα τύμπανα; Πάλι ξεκινάμε από το βαθύ πηγαίνοντας προς το ποιο πρίμο τομ. Γιατί πρέπει πάντα να έχουμε διαφορά τρίτης στις νότες; Δεν πρέπει πάντα να έχουμε διαφορά τρίτης στις νότες, αλλά αυτός ο τρόπος είναι συνήθης. Η διαφορά τρίτης, αφορά τύμπανα που δεν είναι πνιγμένα, φοράνε λεπτά δέρματα που αναδεικνύουν τις συχνότητες, τη χροιά και την τονικότητα και γενικότερα τα χαρακτηριστικά του οργάνου. Όσο ποιο βαριά δέρματα χρησιμοποιούμε και όσο ποιο μεγάλα σε διάμετρο τύμπανα, η διαφορά τρίτης, θα μας δίνει την εντύπωση, πως σχεδόν όλο το set μας παράγει την ίδια νότα. Τι κάνουμε εκεί; Ας υποθέσουμε πως παίζουμε Classic και Hard Rock. Εκεί μια καλή λύση, είναι να περάσουμε σε διαστήματα τετάρτης, αφού τα τύμπανά μας και παχύτερα δέρματα θα έχουν, αλλά και κάποιο είδος muffle θα έχουμε χρησιμοποιήσει. Τώρα αν το set μας είναι ντυμένο με δέρματα λαδιού κάργα στη ταινία και στα Ο rings, μην περιμένουμε και πολλά. Ένα κούρδισμα σε διαστήματα πέμπτης θα φτιάξει κάπως την κατάσταση. Γενικά, όσο ποιο καθαρό ήχο έχουμε τόσο ποιο πολύ μικραίνουμε τα διαστήματα κουρδίσματος και το αντίθετο. Για τους περισσότερο ψαγμένους υπάρχει και η λύση του κουρδίσματος των τομ κυρίως στη πεντατονική κλίμακα! ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ Μιλήσαμε ως τώρα, για κούρδισμα των τυμπάνων, με το πάνω και το κάτω δέρμα στην ίδια νότα. Τι συνεπάγεται αυτό; Παραγωγή ζεστού ήχου με αρκετό sustain. Η διάρκεια είναι λογικό να παραμένει καλή αφού και τα δύο δέρματα ταλαντώνονται το ίδιο. Οι αρμονικές δεν επηρεάζονται συνήθως από αυτή την επιλογή και είναι αρκετές. Νομίζω πως είναι και το ποιο όμορφο κούρδισμα, για να αναδειχθεί ο ήχος του τυμπάνου ’λλη παραλλαγή κουρδίσματος είναι όταν το κάτω δέρμα είναι λιγότερο τεντωμένο. Αυτό μας δίνει ένα αποτέλεσμα όπου, η διάρκεια του ήχου και τα χαρακτηριστικά, μειώνονται κάπως, καθώς και οι αρμονικές του τυμπάνου. Ο ήχος γίνεται ποιο σκληρός, αλλά αλλάζει και η νότα που κουρδίσαμε από την αρχή κατεβάζοντας (μπασάροντας) όλο το τύμπανο. Τέλος, αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει όταν το κάτω δέμα είναι περισσότερο τεντωμένο από το πάνω, Αυτό μας δίνει ένα ανάλογο αποτέλεσμα με τον προηγούμενο τρόπο, αλλά χτυπώντας τη μπακέτα στο πάνω δέρμα και σταματώντας την ταλάντωσή του κατά το παίξιμο, το κάτω πάλλεται ποιο γρήγορα δίνοντας ένα επιτρέψτε μου, βροντερό αποτέλεσμα, χωρίς να έχουμε σοβαρές αλλαγές στη νότα που το κουρδίσαμε. Η πρακτική αυτή, εφαρμόζεται και στο ταμπούρο, αλλά για άλλο λόγο. Εκεί επιτυγχάνουμε, τη μείωση του ενοχλητικού για κάποιους βουίσματος της χορδιέρας ΧΡΟΙΑ ΤΟΥ ΤΥΜΠΑΝΟΥ Για όσους έχουν ασχοληθεί παραπάνω με το θέμα κουρδίσματος και ήχου των τυμπάνων, προφανώς γνωρίζουν πως ένα γυμνό από δέρματα τύμπανο, παράγει ή μάλλον έχει κάποια χαρακτηριστική χροιά. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από τον τόνο που παράγουμε κατά το κούρδισμα με τα δέρματα επάνω. Ανάλογα την ποιότητα των ξύλων η χαρακτηριστική χροιά του κελύφους είναι καλλίτερη αναλόγως. Κάθε κέλυφος πάλλεται σε συγκεκριμένη συχνότητα. Αν θέλουμε να ακούσουμε αυτή τη χροιά, θα πρέπει να κρατήσουμε (κρεμάσουμε) το κέλυφος από μέσα με το δάχτυλο μας και να το χτυπήσουμε ελαφρά με ένα κοπανάκι. Η νότα που θα παραχθεί, είναι ο ήχος της καρδιάς του τυμπάνου μας. Αυτή η νότα είναι το χαρακτηριστικό του. Για τους προχωρημένους, το κούρδισμα της ντραμς γίνεται βάση της χροιάς του κάθε τύμπανου. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί αυτό, λόγω του ότι άλλες φορές θα πάρουμε καλό ήχο, επειδή το τέντωμα του δέρματος δεν θα εξουδετερώσει τη χροιά του κέλυφους και άλλες φορές θα πάρουμε ένα άσχημο πνιγμένο ήχο επειδή οι συχνότητες αλληλοεξουδετερώθηκαν και αυτό μπορούμε να το δούμε στις παρακάτω κυμματομορφές όπου: http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap10.jpg Κατά την πρώτη το κέλυφος και το δέρμα αλληλοσυμπληρώνουν το ένα το άλλο και κατά τη δεύτερη κυμματομορφή: http://www.noiz.gr/images/arthra/Snap11.jpg Το κέλυφος και το δέρμα αλληλοεξουδετερώνονται. ΕΠΙΛΟΓΟΣ: Σε γενικές γραμμές, ασχοληθήκαμε με τους κανόνες κουρδίσματος και κάποια θεωρία κατανόησης το πώς δουλεύει το set μας. Το συμπέρασμα είναι πως δεν υπάρχουν στην ουσία κανόνες. Μόνο κάποιες πράγματα για να μπορέσει κάποιος αρχάριος να ξεκινήσει ή κάποιος έμπειρος να λύσει απορίες και να ξαναθυμηθεί ορισμένες αρχές. Η ιστορία είναι, πως η θεωρία παραμένει θεωρία αν κάποιος δεν εξασκηθεί. Πιστέψτε με, για να περάσετε στα δυναμόκλειδα και στα memokeys ή όπως η κάθε εταιρεία θέλει να τα ονομάζει, για να έχετε γρήγορα κουρδίσματα κ.λ.π, θα πρέπει πρώτα να μάθετε πως κουρδίζεται το drum set σας και μετά να αλλάξετε επίπεδο. Το κούρδισμα των τυμπάνων είναι πολύπλοκη υπόθεση για ένα αρχάριο και πολλές φορές έρχεται σε δύσκολη θέση σε ένα live ή ένα studio. Πως σας φαίνεται ένας κιθαρίστας να προσκαλεί άλλο κιθαρίστα για να του κουρδίσει την κιθάρα πριν το live; Η εμπειρία θα κάνει το κάθε πρωτάρη να κουρδίζει σωστά και με κλειστά μάτια. Σε επόμενο άρθρο θα ασχοληθούμε με το κούρδισμα συγκεκριμένα του snare και του bass drum και κάποια κόλπα βελτίωσης. Σας ενημερώνω πως τα μισά σχεδόν στοιχεία προέρχονται από ιστοσελίδες στο internet και πολλά από προσωπική δουλειά και εμπειρία. Μπορείτε να πάρετε ακόμα περισσότερες πληροφορίες δίνοντας σας παρακάτω, κάποιες από τις πολλές ιστοσελίδες που αναφέρουν σχετικά. Όλες είναι στα Αγγλικά και ένας από τους λόγους γραφής αυτού του κειμένου, είναι πως δεν υπάρχει κάτι τουλάχιστο δημοσιευμένο στα Ελληνικά. Γι' αυτό δεν πειράζει καθόλου, αν σας άρεσε να το χρησιμοποιήσετε όπου θέλετε, αρκεί να πιάσει τόπο και να κάνετε σωστά η δουλειά σας. ΠΗΓΕΣ http://www.drumdojo.com/tech/toctuning.htm http://www.drummingweb.com/tuning.htm http://home.earthlink.net/~prof.sound/ http://www.acousticdrums.com/ad_frames/tuning_free_old.html http://www.musiccenters.com/dtune.html http://www.pearldrum.com/03_nuupdts/edu/freshapproach/snaredrum/tuning.html http://www.pearldrum.com/education/howto/index.html http://www.drumcentral.com/ictunedrums.htm http://www.musiciansfriend.com/document?doc_id=88281&src=3SOSWXXA http://www.remo.com/portal/pages/drumming/product_tips/Drumming+Product+Tips+Drumset.html http://www.musicyo.com/planet/tune_drums.asp http://www.drumsoloartist.com/Site/Drum_Tuning.html http://www.tedturnermusic.co.uk/acatalog/drumtuning.html
  5. Ημ/νία: 14:59 - 06/10/08 Εισαγωγή: Ένα μικρό βοήθημα μεταφρασμένο από το internet για όσους από εμάς έχουν τέτοιες ανησυχίες και απορίες στην επιλογή του ντυσίματος των τυμπάνων μας. Απόψεις άλλες αποδεκτές άλλες όχι. Καλό διάβασμα… Τι είναι τα δέρματα; Αν και υπάρχουν διαφορετικά, τυπικά είναι φτιαγμένα από φιλμ πλαστικού. Αυτά τα φιλμ είναι ανθεκτικά ως υλικά και διαφανή 48 ή 92 βαθμών ή ημιδιαφανή όταν είναι παχύτερα. Έχουν τη ιδιότητα να τεντώνονται ομοιόμορφα και αντέχουν στην υγρασία και στα περισσότερα χημικά. Οι ακραίες θερμοκρασίες που αντέχουν κυμαίνονται από -100o F ως 300o F. ΕΙΔΗ ΔΕΡΜΑΤΩΝ: Coated heads (Επιστρωμένα): Είναι πιο ζεστά σε ήχο και ελαχιστοποιούν τις υψηλές συχνότητες. Η επιφάνειά τους μοιάζει σαν να είναι ψιλό γυαλόχαρτο και όταν περνάς την παλάμη παράγει ένα πρίμο ήχο (ξύσιμο), αλλά στην ουσία με το χτύπημα της μπακέτας ο ήχος είναι πιο ζεστός. Τα επιστρωμένα δέρματα χρησιμοποιούνται πολύ με βούρτσες (brushes). Τα δέρματα αυτά είναι διαφορετικά από κατασκευαστή σε κατασκευαστή. Για παράδειγμα η REMO προσφέρει στην αγορά τις σειρές Renaissance ή Suede που χαρακτηρίζονται από λιγότερη αντήχηση κατά το παίξιμο αλλά αναδεικνύουν τις μεσαίες συχνότητες. Σε αντίθεση η σειρά FiberSkyn αποδίδει ένα πιο απαλό σε χροιά τόνο. Τα επιστρωμένα δέρματα, από μάρκα σε μάρκα, όχι μόνο προσφέρουν ήχο που τα ξεχωρίζει από τα άλλα, αλλά παρουσιάζουν και διαφορές στην επίστρωση υλικού. Σε πολλές περιπτώσεις η REMO, χρησιμοποιεί διαφορετική επίστρωση στα WHEATHERKING από αυτή που χρησιμοποιεί στα Diplomat, Ambassador, Emperor κ.λ.π. Πάντως, δέρματα όπως τα FiberSkyn ενδεχομένως να κρατήσουν λιγότερο λόγω της χρήσης, αλλά παίζει ρόλο και ο τρόπος παιξίματος. Αυτό σε σχέση μα τα Remo Suede ή τα Evans J1, που έχουν μια extra ενίσχυση, προσφέροντας μεγαλύτερη διάρκεια ζωής από τα πιο νορμάλ. Για μερικούς τα Aquarian είναι από τα πιο πριμαριστά της κατηγορίας αυτής αλλά η διάρκεια τους είναι λιγότερη, λόγω της λεπτότερης επίστρωσης και του μαλακότερου υλικού επικάλυψης. Τα Evans, φαίνεται να είναι η μέση λύση. Clear Heads (διάφανα): Ανοιχτά σε συχνότητες με αρμονικές και κατά το παίξιμο είναι πιο πρίμα με το ανάλογο αποτέλεσμα και κατά την σύνδεσή τους με μικρόφωνο. Ebony (κατά την ακριβή μετάφραση Εβένινα): Κάτι ανάμεσα στα επιστρωμένα και διάφανα. Παράγουν λιγότερες υψηλές συχνότητες και χαρακτηρίζονται ίσως λίγο dark σε ήχο, αλλά όχι απόλυτα. 2-ply (Διπλού φύλλου): Αυξημένης «στερεότητας», πιο χοντρά, που περιορίζουν τις υψηλές συχνότητες. Ενώ μπορούν να χαρακτηριστούν ως muted, δεν έχουν control ring. Περιορίζουν την αντήχηση και τις πρίμα συχνότητες όσο ψηλά και να κουρδιστούν. Τα δέρματα αυτά πωλούνται σε διάφορα πάχη, ανάλογα τον κατασκευαστή. Snare side heads (δέρμα στην κάτω πλευρά του ταμπούρου): Είναι πολύ λεπτά και είναι τα μόνα δέρματα που χρησιμοποιούνται μόνο σε αυτή την περίπτωση. Προάγουν την ευαισθησία του τύμπανου και τον ζωηρό ήχο, ακριβώς δηλαδή το αντίθετο από τα παχύτερα δέρματα. Hazy heads (μουντά): Είναι μαζί και «ζωηρά» και παράγουν μεσαίες συχνότητες ήχου. Glass heads: Ζωηρά και στεγνά μαζί σε ήχο. Πάχος: Σε όλες τις περιπτώσεις, τα παχύτερα δέρματα, είναι πιο απαλά και λιγότερο ευαίσθητα, από τα λεπτότερα. Παράδειγμα τα REMO Diplomat Clear, που είναι πιο ζωντανά και ευαίσθητα από τα REMO Ambassador Clear. Τα Ambassador είναι παχύτερα από τα Diplomat, αλλά και τα δύο είναι μονού φύλλου. Etched: Το φινίρισμά τους είναι άγριο και ανάγλυφο. Παράδειγμα REMO Suede και Evans J1. Χρήση κυρίως για στυλ τζαζ. TOM BATTER (δέρμα της επάνω πλευράς των tom): Εδώ υπάρχουν 5 κατηγορίες. Η κάθε μια παρουσιάζει λεπτές διαφορές και μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναλλακτικά για τη παραγωγή του επιθυμητού αποτελέσματος. Κατηγορία 1: Ευαισθησία, ανοιχτός ήχος με καλή διάρκεια και αντήχηση: Μονού φύλλου, χωρίς muffle ήχου, μεσαίου βάρους: REMO Ambassador, κλασσικός ανοιχτός ήχος. REMO Renaissance, λίγο πιο έντονα χαρακτηριστικά από το Ambassador. REMO FiberSkyn™ FA, ζεστότερος ήχος από τα παραπάνω. Aquarian Satin Finish, κλασσικός ανοιχτός ήχος. Aquarian Classic Clear Series, πιο ζωντανό ήχο από το παραπάνω. Evans G1, κλασσικός ανοιχτός ήχος. Κατηγορία 2: Απαλότερος ήχος συγκρινόμενος με τα δέρματα μονού φύλλου, κρατάει λιγότερο ο ήχος γενικά και η διάρκεια μικραίνει. Παράγεται ήχος όπως περίπου να έχουν τοποθετηθεί Ο rings, στην επιφάνεια του δέρματος. Η κατηγορία περιλαμβάνει μονού ή διπλού φύλλου δέρματα μεγάλου βάρους ή muffle με διάφορους τρόπους. Αυτά μπορεί να είναι: REMO Emperor, (2-7mil φύλλα) REMO PowerStroke3, Single ply feel, κόβει αρμονικές. REMO FiberSkyn F1, Ζεστό και ανοιχτό, κόβει αρκετές αρμονικές. Evans G2 λίγο περισσότερο «κομμένο» από το Evans G1, με ανοιχτό ήχο σε μεγάλο όμως τέντωμα (κούρδισμα). Aquarian Studio-X Series, Ζεστές αρμονικές, με αίσθηση μονού φύλλου. Aquarian Double Thin, λίγο πιο ανοιχτό και καλλίτερα ανταποκρινόμενο από το επόμενο. Aquarian Response 2, στακάτο και δυνατό. Κατηγορία 3: Πνιγμένα, κομμένα (muffled), για heavy καταστάσεις. Όπως σχεδόν η κατηγορία 2 με λίγο πιο dark tone, λόγω της προσθήκης στο δέρμα π.χ. όπως το REMO PinStripe, μιας πρόσθετης «βούλας», ή στο Aquarian Performance II, πρόσθετου πάχους. Τέτοια δέρματα μπορεί να είναι: REMO PinStripe, ιδανικά για τον κλασσικό παχύ, βαθύ ήχο. Aquarian Response 2, που ανήκει και στην προηγούμενη κατηγορία. Στακάτο και δυνατό. REMO Control Sound, παχύ δέρμα με το αναμενόμενο μουντό αποτέλεσμα. Κατηγορία 4: Στεγνά, κομμένα, μουντά. Εδώ δεν υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός. Ήχος dark χωρίς αρμονικές με ανάδειξη ενός βαθύ ήχου με focused attack. Κλασσικός ήχος του ΄70. Evan’s Hydraulic Glass, κλασσικό διπλό δέρμα λαδιού. REMO PowerStroke 4, όπως το REMO Emperor. Κατηγορία 5: Λεπτά σε πάχος και ελαφριά σε βάρος μονά. Συνήθως χρησιμοποιούνται σε ορχήστρα, ή σε ελαφριά τζαζ όπου η ευαισθησία προέχει. REMO Diplomat weighted heads, Ευαίσθητο, με πλούσιες αρμονικές. Evan’s Strata 1000, Ζεστό, μιμείται το πραγματικό δέρμα. Aquarian Hi-Frequency, Το πιο δημοφιλές στη τζαζ. Aquarian American Vintage Series, Μικρού βάρους που μιμείται το πραγματικό δέρμα. TOM RESONANT (δέρμα της κάτω πλευράς των tom): Αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε δέρμα, είναι γενικά αποδεκτό να χρησιμοποιείται μονού φύλλου σε αυτή τη πλευρά. Λεπτά δέρματα: Αναδεικνύουν τις αρμονικές του τύμπανου. Πάλλονται ευκολότερα και δεν μειώνουν ή ζεσταίνουν τον ήχο. ‘Όλα αυτά λόγω της μικρής τους συνολικής μάζας. Όταν θέλουμε ζωηρό και με αρκετές αρμονικές ήχο, είναι καλή επιλογή. REMO Diplomat weight heads FiberSkyn 3 FT/FD Aquarian Hi-Frequency Evan’s Genera Resonant Evans Glass Resonant Μεσαίου ή κανονικού βάρους δέρματα: Παράγουν λιγότερες αρμονικές και διάρκεια ήχου από τα REMO Diplomat ή Evans Glass. Είναι παχύτερα και πάλλονται λίγο παραπάνω. Επίσης προσθέτουν βάθος και μουντάδα στον ήχο. Σε αυτά τα χαρακτηριστικά προσθέτουμε κάτι παραπάνω όταν τα δέρματα είναι επικαλυμμένα. REMO Ambassador REMO Ambassador Ebony REMO FiberSkyn FA Aquarian Classic Clear Aquarian Satin Finish Evans G1 Heavy Muffled ή διπλά: Συμβάλουν στο να παραχθεί ζεστότερος ήχος, αφήνουν κάποιες αρμονικές αλλά μειώνουν τις υψηλές συχνότητες. Όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τις κατηγορίες 1 ή 2 των επάνω δερμάτων των toms, τα χαρακτηριστικά της μουντάδας και της μείωσης των αρμονικών συχνοτήτων αυξάνονται κι άλλο. Ο ήχος που παράγεται μοιάζει κάπως σαν να έχουν τοποθετηθεί διάφορες «πατέντες» muffling στα επάνω δέρματα. REMO Emperor (2-7mil plies), general warm sound, less high overtones REMO PowerStroke 3, Further minimized high overtones REMO FiberSkyn F1, Warm and open – minimal overtones Evans G2, Same as REMO Emperor. Aquarian Studio-X Series, Warm overtones, longer resonance than above Aquarian Double Thin, Same as REMO Emperor Aquarian Response 2, Focused warm sustain w/strong attack. Χαρακτηριστικές επιλογές στον ήχο των toms: Κατηγορία 1: Επάνω και κάτω δέρμα μεσαίου βάρους μονού φύλλου: Πλούσιο σε συχνότητες αποτέλεσμα με πολλές αρμονικές. Τα clear δέρματα αυξάνουν περισσότερο το αποτέλεσμα ενώ τα επικαλυμμένα γλυκαίνουν τον ήχο. Εξαιρετική ανταπόκριση στο χτύπημα της μπακέτας και μεγάλη διάρκεια ήχου. Χρησιμοποιείται στη τζαζ, country, και light rock. Κουρδίζονται εύκολα. Χρησιμοποιούνται πολύ σε ηχογραφήσεις. Παραδείγματα συνδυασμών πάνω κάτω με ίδιο δέρμα: REMO Ambassador ή Aquarian Satin Finish ή EVANS G1 Κατηγορία 2: Επάνω δέρμα ταιριασμένο με λεπτό μονού φύλλου κάτω: Καλή ακουστική αλλά πιο μαζεμένος ήχος. Υπάρχουν ακόμη κάποιες υψηλές συχνότητες στην ακουστική, αλλά η συνολική διάρκεια είναι λιγότερη σε σχέση με τη χρήση ενός μετρίου βάρους δέρματος στην κάτω πλευρά ως resonant. Καλή επαναφορά μπακέτας επίσης. Καλός συνδυασμός για ηχογραφήσεις που χρειάζονται ένα πιο στακάτο και λιγότερο ανοιχτό ήχο, αλλά όχι εντελώς στεγνό. Για λίγο ζεστότερο ήχο και περισσότερη αντήχηση, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα δέρμα μετρίου βάρους, επικαλυμμένο, ή η σειρά Ebony. Παραδείγματα: REMO PowerStroke3 με REMO Diplomat και για περισσότερο low-end resonance μπορεί να μπει το Ambassador REMO FiberSkyn FA με REMO Diplomat REMO Emperor με REMO Diplomat Aquarian Studio X με Aquarian Hi-Frequency – Very warm w/High-Pitched Overtones Evans G2 με EVANS Genera Resonant Clear Κατηγορία 3: Επάνω δέρμα συνδυασμένο με μετρίου βάρους μονού φύλλου κάτω δέρμα τομ: Κλειστός ήχος, συγκεντρωμένος κατά το χτύπημα της μπακέτας, βαθύς παχύς ήχος, αλλά κάπως πιο οξύτερος όταν χρησιμοποιούνται πάνω και κάτω clear (διάφανα) δέρματα. Όταν το κούρδισμα είναι χαμηλό, παρουσιάζεται διάρκεια και ο ήχος είναι βαθύτερος. Αυτή είναι η παραδοσιακή επιλογή του βαθύ μουντού ήχου. Η μπακέτα έχει λιγότερη αναπήδηση. Επιλογή για ηχογραφήσεις με κάπως μειωμένο σχεδόν muted ήχο με πολλά στοιχεία dry και αρκετή σαφήνεια. Όπως και με τα υπόλοιπα, για λίγο ζεστότερο ήχο και πιο μπάσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα μετρίου βάρους επικαλυμμένο δέρμα στη κάτω πλευρά ή η σειρά Ebony. Παραδείγματα: REMO PinStripe με REMO Ambassador ή Suede REMO Control Sound με REMO Ambassador or Suede Aquarian Performance II με Aquarian Classic Clear. ΕΠΙΛΟΓΗ ΔΕΡΜΑΤΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΟ ΣΤΥΛ ΜΟΥΣΙΚΗΣ Οι παρακάτω επιλογές, γράφονται απλά για να διευκολύνουν κάποιον στην εύρεση του κατάλληλου δέρματος ανάλογα με το στυλ της μουσικής που παίζει, αλλά στην ουσία δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες ούτε περιορισμοί. ROCK: Ο πιο κοινός συνδυασμός δερμάτων για τα περισσότερα είδη της Rock μουσικής, είναι διαφανή διπλού φύλλου στην πάνω πλευρά και μονού φύλλου δέρματα στην κάτω πλευρά των τομ, με μονού ή διπλού φύλλου επικαλυμμένα δέρματα στην πάνω πλευρά του ταμπούρου. Επίσης στο ταμπούρο μπορεί επιπροσθέτως να χρησιμοποιηθούν δέρματα με τη γνωστή «βούλα» για πιο στακάτο ήχο. Τα διπλά δέρματα στην πάνω πλευρά των τομ, δίνουν βαθύτερο ήχο, πιο μουντό και χωρίς πολλές «ενοχλητικές» αρμονικές. Καλή είναι επίσης και η επιλογή επικαλυμμένου δέρματος για το ταμπούρο, γιατί παράγεται πιο δριμύς ήχος και καλό rim-shot, πράγμα που είναι χαρακτηριστικό στη rock μουσική. Για τη μπότα προτιμώμενα δέρματα είναι αυτά που έχουν από μόνα τους τη ιδιότητα να κόβουν τον ήχο (self muted), όπως τα Remo Powerstroke 3 (ή 4) ή Evans EQ. Για λίγο περισσότερο κοντρόλ στη διάρκεια και στον περιορισμό των υψηλών συχνοτήτων μπορεί να χρησιμοποιηθούν επικαλυμμένα διπλά στην πάνω πλευρά των τομ και του ταμπούρου. Για πολύ πνιγμένο ήχο χωρίς υψηλές συχνότητες προτεινόμενα είναι τα Remo Powerstroke 3 ή Powerstroke 4 (διπλού φύλλου), αλλά για live εμφανίσεις ή δυνατό ήχο θα πρέπει οπωσδήποτε να βγει το set με μικρόφωνα. Άλλες επιλογές για τη Rock μουσική είναι Remo CS "center dot", αλλά παράγουν ένα ήχο λίγο “boxy”. Επίσης τα Remo Pinstripe, παχιά διπλά δέρματα μουντά με χαμηλές συχνότητες, δημοφιλή στο 70s και 80s αλλά όχι τόσο ταιριαστά με το σύγχρονο rock. Μη ξεχνάμε και τα δέρματα λαδιού (π.χ.Evans Hydraulic), διπλά όπου ανάμεσα στα δύο φύλλα υπάρχει λάδι για καλλίτερο κοντρόλ των υψηλών συχνοτήτων, αλλά για μερικούς το ηχητικό αποτέλεσμα θυμίζει disco του 70. (?). POP, LIGHT ROCK & COUNTRY: Pop, Light Rock και Country μουσική, συχνά χρησιμοποιεί χαμηλές συχνότητες στα τύμπανα, βαθιά τομ λίγο μαφλαρισμένα, στακάτη μπότα και μεγάλο αλλά χαμηλής απόδοσης συχνοτήτων ταμπούρο. Για τα τομ, χρησιμοποιείται διπλό δέμα στο πάνω μέρος και μονό στο κάτω, όλα συνήθως clear. Για το ταμπούρο, μονό ή διπλό δέρμα επικαλυμμένο με το γνωστό “gel” για έξτρα μαφλάρισμα, ή μονωτική ταινία κ.λ.π., ή ένα self muted κατηγορίας"Powerstroke". Εδώ να θυμηθούμε πως τα έξτρα μαφλαρισμένα δέρματα δεν δίνουν καλό rim shot, γι’ αυτό πρέπει να γίνεται περιορισμένη χρήση ή όσο είναι αρκετό στις πατέντες που εφαρμόζουμε επάνω στα δέρματα, σε περίπτωση που παίζουμε πολύ μ’ αυτό το στυλ. Για τη μπότα ένα self muted δέρμα όπως το Remo Powerstroke μπορεί να μη μας ικανοποιεί λόγω αρκετών αρμονικών που αποδίδονται κατά το παίξιμο και να χρειαστεί ένα πιο έξτρα μαφλαρισμένο, όπως το Evans "EMAD" (external muffling and dampening" head), ή Aquarian Impact 1 ή Impact 2. Για ακόμα πιο «κομμένα» τομ, μπορεί να τοποθετηθούν τα Remo Powerstroke 3 ή Powerstroke 4 στη πάνω πλευρά και τα αντίστοιχα μονά κάτω. Αυτοί οι συνδυασμοί αποδίδουν ένα στουντιακό ήχο, καλό για χαμηλής δυναμικής παίξιμο, αλλά χρειάζονται μικρόφωνα για πιο δυνατές εντάσεις. Άλλη μια πολύ ωραία λύση, είναι να χρησιμοποιηθούν τα παραπάνω δέρματα της επάνω πλευράς των τομ, μαζί με έξτρα λεπτά δέρματα από κάτω όπως τα extra thin Remo Diplomat. Τα λεπτά δέρματα διεγείρονται ευκολότερα από την πίεση του αέρα που εξασκεί το χτύπημα του επάνω δέρματος και κάνει το τύμπανο να είναι πιο γρήγορο σε ανταπόκριση αναδεικνύοντας τον ήχο του καλλίτερα. Είναι όμως δύσκολο να κουρδίσουμε χαμηλά ένα τόσο λεπτό δέρμα, αλλά με λίγο προσοχή μπορούμε να φτάσουμε το κούρδισμα στο χαμηλότερο εφικτό επίπεδο και όσο γίνεται να πλησιάζει τη νότα του επάνω δέρματος, με αποτέλεσμα να μας δωθεί ένας καλός παχύς ήχος από το τύμπανό μας. JAZZ: Επικαλυμμένα μονά δέρματα στην πάνω μεριά των τομ, clear ή επικαλυμμένα μονά στην κάτω πλευρά και επικαλυμμένα μονά στο ταμπούρο. Αυτά είναι τα πιο συνηθισμένα δέρματα, επιλογές για Jazz ή “be-bop” μουσική. Έτσι επιτυγχάνεται η διαύγεια, η καθαρότητα, η διάρκεια και ανάδειξη της τονικότητας του ήχου, ειδικά σε μικρές μπάντες όπου τα τύμπανα δεν είναι περασμένα σε μικρόφωνα. Για τη μπότα ένα ανοιχτό σε ήχο μονό δέρμα θα μας δώσει το χαρακτηριστικό ηχητικό αποτέλεσμα. Για τη πιο μοντέρνα Jazz, θα χρειαστούν επικαλυμμένα διπλά δέρματα στην επάνω πλευρά των τομ και θα υπάρχει αποτέλεσμα με λιγότερες υψηλές αρμονικές αλλά η διαύγεια και η καθαρότητα θα παραμένει. Εδώ θα πρέπει να αλλαχτεί και το δέρμα της μπότας σε self muted όπως το Remo Powerstroke 3 (ή 4) ή Evans EQ. Καλοί συνδυασμοί για Jazz, Jazz/Rock ή Fusion. Επίσης αυτός ο συνδυασμός βοηθάει όταν τα τύμπανα συνδεθούν στα μικρόφωνα, λόγω του κοντρολαρίσματος των υψηλών αρμονικών. Ακόμα σ’ αυτό το είδος μουσικής πολλοί προτιμούν τον ήχο φυσικών δερμάτων, γι’ αυτό έχουν βγει στην αγορά και δέματα που μιμούνται αυτό το είδος, όπως τα: Remo Fiberskyn, Legacy και Renaissance ή Aquarian American Vintage και Modern Vintage. Αυτά τα είδη είναι ιδανικά για να θυμίσει το παίξιμό μας ήχο του 1950. Επίλογος: Καλές επιλογές, καλά παιξίματα, αλλά να θυμάστε το σωστό κούρδισμα είναι το Α και το Ω και θέλει αρκετή εξάσκηση.
  6. Ημ/νία: 15:02 - 06/10/08 Εισαγωγή: Ένα μικρό βοήθημα που περιέχει και δικές μου παρατηρήσεις για τα ξύλα των drums από το site του drumbible για όσους βαριούνται τη μετάφραση ή δεν γνωρίζουν Αγγλικά. Διαβάστε τα χαρακτηριστικά των ξύλων που χρησιμοποιούμε στα τύμπανά μας και κάποιοι δεν τα ξέρουμε. Έτσι πηγαίνοντας σε ένα μουσικό οίκο και ο πάντα ευχάριστος και εξυπηρετικός υπάλληλος μας εξηγεί από τι είναι φτιαγμένο το set που ζαχαρώνουμε, να ξέρουμε εν μέρει γιατί έχει αυτή την αξία και τι ήχο βγάζει αλλά και πιο είδος μουσικής του ταιριάζει. Ο ήχος που παράγεται από τα τύμπανά μας δεν είναι μόνο αποτέλεσμα του ξύλου που έχουμε επιλέξει. Ο ήχος επηρεάζεται από το είδος των μετάλλων, π.χ. κλειδιά στεφάνια και το πώς δένονται μεταξύ τους, ποιότητα δερμάτων, κούρδισμα μονώσεις ανάμεσα στα μέταλλα και στο κέλυφος που έρχονται σε επαφή και άλλα. Γενικά τα λεπτά κελύφη παράγουν ποιο ανοικτό ήχο ενώ τα παχύτερα ποιο στεγνό. Επίσης παίζει ρόλο αν μέσα στα τύμπανα υπάρχουν πρόσθετες ξύλινες στεφάνες (counter hoops), οι οποίες δίνουν ποιο θερμό ήχο και ελέγχουν την αντήχηση. Τέλος άλλοι υποστηρίζουν ότι το ξύλο αποδίδει καλλίτερα περασμένο μόνο με λάδι. Άλλοι προτιμούν το βερνίκι και άλλοι όπως όλοι γνωρίζουμε επενδύουν το κέλυφος με πλαστικό διαφόρων χρωμάτων. Όλα είναι σχετικά και για όλα υπάρχουν αποδεκτές απόψεις. Ξύλα όπως: Albasia falkata χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα του maple (κελεμπέκι), γιατί έχουν καλό φινίρισμα και είναι φθηνότερα σε τιμή. Παράγουν πριμαριστό τόνο και χρησιμοποιούνται κυρίως στην εσωτερική επένδυση των τυμπάνων. Maple ή κελεμπέκι: Σκληρό ξύλο, με ζεστό τόνο, που παράγει σχεδόν πολυφασματικές συχνότητες κυρίως όμως αποδίδει πολύ καλές χαμηλές. Για να αποδώσει τα μέγιστα το δένδρο θα πρέπει να είναι κάποιας ηλικίας και να έχει αναπτυχθεί αργά και σε ευθεία ύψους, ενώ οι κύκλοι του δένδρου θα πρέπει να είναι ομόκεντροι. Είναι το ξύλο που προτιμούν οι περισσότεροι ντράμερ, ιδίως στο ταμπούρο. Mahogany ή μαόνι: Το πραγματικό μαόνι Αμερικής ή Ονδούρας δίνει 20% αύξηση των χαμηλών συχνοτήτων, σε σύγκριση με το κελεμπέκι. Στις μεσαίες και υψηλές συχνότητες, είναι σχεδόν το ίδιο αλλά επειδή έχει αυτή την αύξηση 20% στις χαμηλές από το κελεμπέκι, είναι ακόμα ποιο «ζεστό». Το μαόνι Ονδούρας είναι σπάνιο και το 99% των set που κυκλοφορούν είναι από μαόνι Φιλιππίνων. Birch ή σημύδα: Σκληρό και ανθεκτικό ξύλο, με ανοιχτόχρωμη απόχρωση, που δουλεύεται καλά. Χάνει περίπου 10% σε χαμηλές συγκρινόμενο με το καλεμπέκι και έχει +20% αύξηση στις υψηλές, ενώ σε μεσαίες είναι περίπου τα ίδια. Έτσι, τα τύμπανα από σημύδα, γενικά ποιο σκληρά σε ήχο. Είναι ένα είδος που χρησιμοποιήθηκε πολύ σε στουντιακά σετ, ιδίως στα τέλη του ΄60, λόγω του ότι τα τύμπανα που θα πέρναγαν στην εγγραφή έπρεπε να ήταν δυνατά σε ήχο. Το beech (οξυά) μοιάζει με αυτό και θεωρείται ξύλο που ταιριάζει σε «φωνακλάδικες» drums. Poplar ή λεύκα: Φθηνότερο ξύλο από τη σημύδα και το κελεμπέκι. Χρησιμοποιείται συνήθως στο εσωτερικό του κελύφους σε φύλλα, ως απομίμηση ακριβότερων ξύλων. Ακούγεται κυρίως σαν σημύδα, ή μαόνι και λιγότερο σαν καλεμπέκι. Basswood ή φιλύρα: Καλό σκληρό αλλά φθηνότερο ξύλο, που μιμείται το κελεμπέκι ή για μερικούς το μαόνι. Υπάρχει αρκετό σε αφθονία με αποτέλεσμα να μπορούν οι κατασκευαστές να ρίχνουν την τιμή. Χρησιμοποιείται κυρίως ως πυρήνας των φύλλων του κελύφους και δίνει λίγο περισσότερες χαμηλές, γι’ αυτό σε μερικούς θυμίζει μαόνι. Lauan: Προέρχεται από τις Φιλιππίνες, Μαλαισία και Ινδονησία από διάφορες ποικιλίες δένδρων που μοιάζουν με το Αμερικανικό μαόνι. Σε μερικούς ο ήχος του μοιάζει με σημύδα και καθόλου με μαόνι, δηλαδή σχεδόν το αντίθετο απ’ ότι περιμένουμε να ακούσουμε από αυτή την επιλογή για τα τύμπανά μας και εδώ χρειάζεται προσοχή από ποιο πραγματικά ξύλο είναι κατασκευασμένα. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι συνδυασμοί ξύλων, αλλά και ήδη αυτών, τα παραπάνω όμως είναι τα κυριότερα. Σε άλλο άρθρο, ίσως αναφέρω και για άλλα ήδη μετά από σχετικό ψάξιμο και μετάφραση. Γενικότερα, το maple δεν είναι κατάλληλο για να το χρησιμοποιούμε σε σκληρή μουσική, όπως Heavy, Hard Rock κ.λ.π. Εκεί θέλει μικρόφωνο και παρέμβαση από την κονσόλα. Βέβαια αν ξέρουμε από καλό κούρδισμα και γενικά στήσιμο του set, είναι ιδανικό για τη Rock μουσική, αλλά όχι για καφροπαίξιμο. Αν τώρα παίζουμε Heavy και βάλε, το καλύτερο, να πάρουμε drums από Birch ή beech ή συνδυασμό με maple στα ενδότερα φύλλα. Πολλοί κατασκευαστές χρησιμοποιούν maple σε πολλά φύλλα και στο τελευταίο για ποιο δυνατό ήχο των τυμπάνων, βάζουν ένα φύλλο σημύδας. Έτσι το set γίνεται λίγο ποιο all around. Μερικοί κατασκευαστές, χρησιμοποιούν το basswood ή άλλο φθηνότερο ξύλο, π.χ. σε 4 φύλλα και κοτσάρουν ένα μαόνι ή maple στο τέλος για να δοθεί στο set μια ποιο ποιοτική ηχητική χροιά. Προσέξτε όταν ψάχνετε αυτού του είδους τα set. Δεν είναι τα φθηνότερα, αλλά είναι χαμηλού κόστους παρόλο που αναφέρουν κάπου ότι περιέχουν maple. Δεν είναι όμως all maple. Γενικά ζητάτε προσπέκτους από το κατάστημα για να σιγουρευτείτε από τι είναι φτιαγμένη η κούκλα σας, εφ όσον αυτό είναι δυνατό. Και το κυριότερο, πάρτε ότι σας αρέσει, όχι ότι σας λένε, (αρκεί να ξέρετε τι έχετε και γιατί το πήρατε) και να είστε υπερήφανοι γι΄ αυτό! Rockdrum
  7. Διαβάστε τα χαρακτηριστικά των ξύλων που χρησιμοποιούμε στα τύμπανα μας και κάποιοι δεν τα ξέρουμε. Έτσι πηγαίνοντας σε ένα μουσικό οίκο και ο πάντα ευχάριστος και εξυπηρετικός υπάλληλος μας εξηγεί από τι είναι φτιαγμένο το set που ζαχαρώνουμε, να ξέρουμε εν μέρει γιατί έχει αυτή την αξία και τι ήχο βγάζει αλλά και πιο είδος μουσικής του ταιριάζει. Ο ήχος που παράγεται από τα τύμπανά μας δεν είναι μόνο αποτέλεσμα του ξύλου που έχουμε επιλέξει. Ο ήχος επηρεάζεται από το είδος των μετάλλων, π.χ. κλειδιά στεφάνια και το πώς δένονται μεταξύ τους, ποιότητα δερμάτων, κούρδισμα μονώσεις ανάμεσα στα μέταλλα και στο κέλυφος που έρχονται σε επαφή και άλλα. Γενικά τα λεπτά κελύφη παράγουν ποιο ανοικτό ήχο ενώ τα παχύτερα ποιο στεγνό. Επίσης παίζει ρόλο αν μέσα στα τύμπανα υπάρχουν πρόσθετες ξύλινες στεφάνες (counter hoops), οι οποίες δίνουν ποιο θερμό ήχο και ελέγχουν την αντήχηση. Τέλος άλλοι υποστηρίζουν ότι το ξύλο αποδίδει καλλίτερα περασμένο μόνο με λάδι. Άλλοι προτιμούν το βερνίκι και άλλοι όπως όλοι γνωρίζουμε επενδύουν το κέλυφος με πλαστικό διαφόρων χρωμάτων. Όλα είναι σχετικά και για όλα υπάρχουν αποδεκτές απόψεις. Ξύλα όπως: Albasia falkata χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα του maple (κελεμπέκι), γιατί έχουν καλό φινίρισμα και είναι φθηνότερα σε τιμή. Παράγουν πριμαριστό τόνο και χρησιμοποιούνται κυρίως στην εσωτερική επένδυση των τυμπάνων. Maple ή κελεμπέκι: Σκληρό ξύλο, με ζεστό τόνο, που παράγει σχεδόν πολυφασματικές συχνότητες κυρίως όμως αποδίδει πολύ καλές χαμηλές. Για να αποδώσει τα μέγιστα το δένδρο θα πρέπει να είναι κάποιας ηλικίας και να έχει αναπτυχθεί αργά και σε ευθεία ύψους, ενώ οι κύκλοι του δένδρου θα πρέπει να είναι ομόκεντροι. Είναι το ξύλο που προτιμούν οι περισσότεροι ντράμερ, ιδίως στο ταμπούρο. Mahogany ή μαόνι: Το πραγματικό μαόνι Αμερικής ή Ονδούρας δίνει 20% αύξηση των χαμηλών συχνοτήτων, σε σύγκριση με το κελεμπέκι. Στις μεσαίες και υψηλές συχνότητες, είναι σχεδόν το ίδιο αλλά επειδή έχει αυτή την αύξηση 20% στις χαμηλές από το κελεμπέκι, είναι ακόμα ποιο «ζεστό». Το μαόνι Ονδούρας είναι σπάνιο και το 99% των set που κυκλοφορούν είναι από μαόνι Φιλιππίνων. Birch ή σημύδα: Σκληρό και ανθεκτικό ξύλο, με ανοιχτόχρωμη απόχρωση, που δουλεύεται καλά. Χάνει περίπου 10% σε χαμηλές συγκρινόμενο με το καλεμπέκι και έχει +20% αύξηση στις υψηλές, ενώ σε μεσαίες είναι περίπου τα ίδια. Έτσι, τα τύμπανα από σημύδα, γενικά ποιο σκληρά σε ήχο. Είναι ένα είδος που χρησιμοποιήθηκε πολύ σε στουντιακά σετ, ιδίως στα τέλη του ΄60, λόγω του ότι τα τύμπανα που θα πέρναγαν στην εγγραφή έπρεπε να ήταν δυνατά σε ήχο. Το beech (οξυά) μοιάζει με αυτό και θεωρείται ξύλο που ταιριάζει σε «φωνακλάδικες» drums. Poplar ή λεύκα: Φθηνότερο ξύλο από τη σημύδα και το κελεμπέκι. Χρησιμοποιείται συνήθως στο εσωτερικό του κελύφους σε φύλλα, ως απομίμηση ακριβότερων ξύλων. Ακούγεται κυρίως σαν σημύδα, ή μαόνι και λιγότερο σαν καλεμπέκι. Basswood ή φιλύρα: Καλό σκληρό αλλά φθηνότερο ξύλο, που μιμείται το κελεμπέκι ή για μερικούς το μαόνι. Υπάρχει αρκετό σε αφθονία με αποτέλεσμα να μπορούν οι κατασκευαστές να ρίχνουν την τιμή. Χρησιμοποιείται κυρίως ως πυρήνας των φύλλων του κελύφους και δίνει λίγο περισσότερες χαμηλές, γι’ αυτό σε μερικούς θυμίζει μαόνι. Lauan: Προέρχεται από τις Φιλιππίνες, Μαλαισία και Ινδονησία από διάφορες ποικιλίες δένδρων που μοιάζουν με το Αμερικανικό μαόνι. Σε μερικούς ο ήχος του μοιάζει με σημύδα και καθόλου με μαόνι, δηλαδή σχεδόν το αντίθετο απ’ ότι περιμένουμε να ακούσουμε από αυτή την επιλογή για τα τύμπανά μας και εδώ χρειάζεται προσοχή από ποιο πραγματικά ξύλο είναι κατασκευασμένα. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι συνδυασμοί ξύλων, αλλά και ήδη αυτών, τα παραπάνω όμως είναι τα κυριότερα. Σε άλλο άρθρο, ίσως αναφέρω και για άλλα ήδη μετά από σχετικό ψάξιμο και μετάφραση. Γενικότερα, το maple δεν είναι κατάλληλο για να το χρησιμοποιούμε σε σκληρή μουσική, όπως Heavy, Hard Rock κ.λ.π. Εκεί θέλει μικρόφωνο και παρέμβαση από την κονσόλα. Βέβαια αν ξέρουμε από καλό κούρδισμα και γενικά στήσιμο του set, είναι ιδανικό για τη Rock μουσική, αλλά όχι για καφροπαίξιμο. Αν τώρα παίζουμε Heavy και βάλε, το καλύτερο είναι να πάρουμε drums από Birch ή beech ή συνδυασμό με maple στα ενδότερα φύλλα. Πολλοί κατασκευαστές χρησιμοποιούν maple σε πολλά φύλλα και στο τελευταίο για ποιο δυνατό ήχο των τυμπάνων, βάζουν ένα φύλλο σημύδας. Έτσι το set γίνεται λίγο ποιο all around. Μερικοί κατασκευαστές, χρησιμοποιούν το basswood ή άλλο φθηνότερο ξύλο, π.χ. σε 4 φύλλα και κοτσάρουν ένα μαόνι ή maple στο τέλος για να δοθεί στο set μια ποιο ποιοτική ηχητική χροιά. Προσέξτε όταν ψάχνετε αυτού του είδους τα set. Δεν είναι τα φθηνότερα, αλλά είναι χαμηλού κόστους παρόλο που αναφέρουν κάπου ότι περιέχουν maple. Δεν είναι όμως all maple. Γενικά ζητάτε προσπέκτους από το κατάστημα για να σιγουρευτείτε από τι είναι φτιαγμένη η κούκλα σας, εφ όσον αυτό είναι δυνατό. Και το κυριότερο, πάρτε ότι σας αρέσει, όχι ότι σας λένε, (αρκεί να ξέρετε τι έχετε και γιατί το πήρατε) και να είστε υπερήφανοι γι΄ αυτό! Rockdrum
  8. Γενικά πρέπει να γνωρίζουμε πως κανένα πιατίνι δεν είναι ακριβώς ίδιο με το αντίστοιχο της ίδιας σειράς του. Επίσης δεν σημαίνει πως αφού ακούσαμε κάποιο καλό ήχο από ένα συνάδελφο, και αποκτήσαμε τα ίδια πιατίνια, θα έχουμε κι εμείς τον ίδιο ήχο και αποτέλεσμα. Οπωσδήποτε θα πρέπει να έχουμε στο νου μας, κατά πόσο θα τα χρησιμοποιήσουμε με μικρόφωνα, το χώρο που θα στηθούνε, τη δυναμική στο παίξιμο, το σχήμα της κεφαλής της μπακέτας και γενικά χίλια δυο πράγματα που μπορούν να επηρεάσουν τον ήχο. Ας αρχίσουμε με κάποιες γενικές γραμμές: Μπορούμε να χρησιμοποιούμε «γρήγορα» πιατίνια, όταν παίζουμε μουσική με πολλά στοιχεία instrumental, περίπλοκα patterns και γρήγορες αλλαγές. Αυτό βοηθάει στη μίξη του κομματιού και αναδεικνύει τη μουσική. Πιατίνια με μεγάλο pick και ποιο γεμάτο ήχο ταιριάζουν σε μουσικά κομμάτια με «κενά» από τα υπόλοιπα όργανα και φτωχές αλλαγές, αφού βοηθάνε καλλίτερα στο να γεμίσει ο κενός χώρος. 1ο βήμα : Αν ήδη έχουμε πιατίνια, καλό θα είναι να πάρουμε μαζί μας το hi-hat και ένα ride στο μαγαζί που θα επισκεφτούμε. Τα πιατίνια αυτά είναι και τα ποιο βασικά σε ένα set. Είναι αυτονόητο λοιπόν να αρχίζουμε την αναζήτηση μας με αυτά ως βάση. 2ο βήμα : Καλό θα είναι να μην επισκεφτούμε το μαγαζί σε ώρα αιχμής. 3ο βήμα : Πληροφορούμε ευγενικά το κατάστημα πως θα κάτσουμε αρκετή ώρα και θα δοκιμάσουμε πολλά από τα πιατίνια που διαθέτει. 4ο βήμα : Παίρνουμε μαζί τις δικές μας μπακέτες. Ο ήχος του πιατινιού που παράγεται από το χτύπημα της μπακέτας μπορεί να επηρεαστεί κατά πολύ, αν δοκιμάσουμε πιατίνια με μπακέτες που θα μας εφοδιάσει το κατάστημα. Επίσης προσωρινά ξεχνάμε το χρηματικό ποσό. 5ο βήμα : Σειρά δοκιμής: Πρώτα ξεκινάμε από το hi-hat, έπειτα από το βασικό crash, μετά από το δευτερεύον crash και τέλος τα special effect όπως china splash κ.λ.π. Αν σκοπεύουμε να αλλάξουμε όλη μας τη σειρά καλό θα είναι να ξεκινήσουμε από μια νέα ολοκληρωμένη σειρά πιατινιών ώστε να έχουμε μια βάση και σιγά-σιγά να αλλάζουμε ή να προσαρμόζουμε άλλα. 6ο βήμα : Σύγκριση: Παίζουμε το ride μας (ή το νέο ride που έχουμε διαλέξει) και το hi-hat κι έπειτα τα υπόλοιπα. Βασικό είναι η δοκιμή να γίνεται στον ίδιο χώρο και να μην μετακινούμαστε π.χ. σε άλλο δωμάτιο του μαγαζιού. Για παράδειγμα το γυαλί που πιθανώς να υπάρχει στο χώρο, κάνει τα πιατίνια να ακούγονται καθαρότερα, δυνατότερα. Ο ανοιχτός χώρος ή εκεί όπου έχει τοποθετηθεί μοκέτα, δίνει μια πιο ζεστή χροιά στον ήχο που παράγεται καθώς και λιγότερη λαμπρότητα. Επίσης μειώνεται και ο χαρακτηριστικός συριγμός. Τώρα αναφερόμενοι στο χρηματικό ποσό, πείτε πως έχουμε καταλήξει κάπου αλλά η τιμή είναι υψηλή. Κρατάμε ως σύγκριση το πιατίνι που μας άρεσε και ψάχνουμε να ακούσουμε κάτι οικονομικότερο που μοιάζει κατά πολύ στον ήχο που συμπαθήσαμε. 7ο βήμα : Απόσταση: Αφού καταλήξαμε στο set, ζητάμε από κάποιον άλλο να χτυπήσει τα πιατίνια για να τα ακούσουμε από απόσταση. Αυτός θα είναι κατά μεγάλη προσέγγιση και ο ήχος που θα ακούει και το κοινό μας. Εδώ είναι ένα κομμάτι που πολλοί ντράμερ το παρακάμπτουν. 8ο βήμα : Εμείς και μόνο εμείς είμαστε οι τελικοί κριτές για την αγορά μας. Ο καλύτερος σύμβουλος αγοράς πιατινιών είναι τα αφτιά μας. Άσχετα αν κάποιος δίνει συμβουλές να πάρουμε το X πιατίνι, αυτό που μετράει είναι η δική μας ευχαρίστηση. Πρέπει να είμαστε ανοιχτόμυαλοι, να δοκιμάζουμε και να μην αγοράζουμε κάτι που δεν το έχουμε ακούσει. Δεχόμαστε τις γνώμες αλλά κυρίως σε ότι αφορά την ποιότητα του προϊόντος και την εξυπηρέτηση του καταστήματος. 9ο βήμα : Ηλικία: Όλα τα πιατίνια γίνονται ποιο μελωδικά και ζεστά με τον καιρό. Δεν παίζει ρόλο κατά πόσο τα καθαρίζεις ή πως το κάνεις, έτσι κι αλλιώς αυτό θα γίνει. Καλό θα είναι λοιπόν να αγοράζουμε κάτι ποιο καθαρό σε ήχο συνήθως από αυτό που μας αρέσει. Πολύ επαγγελματίες ψαγμένοι ντράμερ, ζητούν προς αγορά, μεταχειρισμένα πιατίνια γνωρίζοντας αυτή την ιδιότητα. 10ο βήμα : Προσοχή στη κούραση: Τα αφτιά κουράζονται εύκολα από το δυνατό ήχο και επηρεάζονται πολύ από τις υψηλές συχνότητες των πιατινιών. Μην πάμε να διαλέξουμε πιατίνια μετά από ασκήσεις που έχουμε κάνει, ή μετά από ένα μεγάλο νυχτερινό live! Πρέπει να δώσουμε την ευκαιρία στο αφτί να ξεκουραστεί. Ας μην παίξουμε για κάποιο μικρό διάστημα. Βασικά προσπαθούμε να μην επιμένουμε στις επιλογές και αφήνουμε το ένστικτο μας να μας καθοδηγήσει. Όσο ποιο λίγο επιμένουμε στις επιλογές πιατινιών τόσο περισσότερες θα έχουμε δοκιμάσει. Rockdrum
  9. Κατ' αρχή, δεν θα ασχοληθούμε με τη μεταλλουργία, την από αρχαιοτάτων χρόνων εξέλιξή της, ούτε θα εξειδικευτούμε πέραν των πληροφοριών που θα μας οδηγήσουν στο να καταλάβουμε περίπου τι συμβαίνει με τα πιατίνια και από τι κατασκευάζονται. Αποτέλεσμα, να γνωρίζουμε καλύτερα τι ζητάμε και τι περιμένουμε, κατά τη στιγμή της αγοράς ενός ή πολλών κυμβάλων. Οι διάφορες εταιρείες, από τις παραδοσιακές Τούρκικες, τις Τουρκοαμερικανικές ή τις Ευρωπαϊκές ακόμα και τις Κινέζικες, προσπαθούν να ικανοποιήσουν το μουσικό που ψάχνει για πιατίνια, δημιουργώντας όλο και περισσότερα μοντέλα, με ποικίλους τρόπους ανάμιξης μετάλλων, κατασκευής σχημάτων, τρόπους παραγωγής και διαφήμισης της δουλειάς τους, με αποτέλεσμα να μπορέσουν πρωτίστως κατ΄εμέ, να είναι ανταγωνιστικές και εναρμονισμένες με τις σύγχρονες απαιτήσεις της μουσικής (εταιρικό κέρδος), με τη μόνη διαφορά πως αυτό για εμάς είναι ναι μεν καλό, διότι υπάρχει ποικιλία επιλογής και κόστους αλλά για πολλούς μη γνωρίζοντας τι θέλουν να πελαγώνουν και να μη ξέρουν στο τέλος τι να αγοράσουν και τι τους ταιριάζει. Έτσι παρατηρούμε στα θέματα των forum, να ζητούνται γνώμες για μοντέλα πιατινιών, στα οποία δεν υπάρχει καμία απάντηση, ή μάλλον οι απαντήσεις να είναι θέμα τύχης μια που οι αγαπητοί συνάδελφοι, δεν έχουν όπως οι περισσότεροι την ανάλογη εμπειρία για να προτείνουν κάτι, στο συγκεκριμένο ερώτημα. Ξέρετε, πως η αγορά των πιατινιών είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση. Ενώ σε "εισαγωγικά" ισχύει γενικότερα το ότι πληρώσεις παίρνεις, μπορεί κάποιος να έχει στην κατοχή του δίπλα στα πανάκριβα, μονάκριβά του κύμβαλα της αξίας των 300 € έκαστο, για παράδειγμα ένα φθηνό Wuhan china 18΄΄ των 60 € που θεωρεί πως αγγίζει τον τελειότερο trashy ήχο στα chinas. Είναι όλα σχετικά. Ενώ η αγορά ενός μέσου drum set μπορεί να καταλήξει να βγάζει ήχο (με τις διάφορες παρεμβάσεις) ενός ακριβού set DW, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τα πιατίνια. Ο βήχας και τα πιατίνια δεν κρύβονται (παραλλαγή). Τα πιατίνια παράγουν το καθένα τη δική του χροιά. Έχουν έντονη προσωπικότητα πάνω στο drum set μας. Μαζί με το ταμπούρο μας, δείχνουν ποιοι είμαστε και τι εκφράζουμε μουσικά. Δεν δέχονται συμβιβασμούς πειράγματα και διορθώσεις. Η επιβολή μας πάνω σε αυτά είναι ριψοκίνδυνη και η κάθε παρέμβαση είναι λίγο θέμα τύχης. Πλατειάσαμε; Λέτε; Για να δούμε πως μπορούμε να επιβιώσουμε μέσα σε αυτή τη θάλασσα εταιρειών μοντέλων και σημάτων. Τι κοινό έχουν όλες αυτές οι εταιρείες που μας βομβαρδίζουν με τις διαφημίσεις ότι έχουν τα καλύτερα πιατίνια; ΤΟΝ ΧΑΛΚΟ. Και τις παραλλαγές του!!! Ανοίγοντας ένα λεξικό θα βρείτε τις εξής μεταφράσεις για τις λέξεις: Tin = κασσίτερος Zinc = ψευδάργυρος, τσίγκος Bronze = χαλκός Brass = ορείχαλκος Copper = χαλκός Όλη η ιστορία ξεκινάει από εδώ. Τα πιατίνια φτιάχνονται από τα κράματα και τις αναμίξεις των μετάλλων αυτών. Συνήθως. Εξαίρεση αποτελούν κάποια μοντέλα συνήθως ακριβά όπου περιέχουν πυρίτιο, φώσφορο νικέλιο ασήμι ή χρυσό. Για παράδειγμα τα paiste signature περιέχουν στο κράμα τους φώσφορο. Αλλά αυτά είναι «μυστικές» φόρμουλες για το κάτι παραπάνω. Επικεντρωνόμαστε κυρίως στα προαναφερθέντα κράματα, που αποτελούν τις συνηθέστερες επιλογές μας ως προς την αγορά. Λοιπόν τα Bronze πιατίνια, είναι κράματα χαλκού συνήθως με κασσίτερο. Το όνομα της φόρμουλας που δίνουν οι εταιρείες είναι το γνωστό B. Όπου B20 έχουμε τον κασσίτερο σε περιεκτικότητα 20%, το B18 όπου έχουμε τον κασσίτερο σε περιεκτικότητα 18% και η περιεκτικότητα να κατεβαίνει ως και τα 8% σε κασσίτερο. Όσο μεγαλύτερη είναι η περιεκτικότητα, αλλά και το είδος της μεταλλοποίησης, τόσο σκληρότερο κράμα έχουμε. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως τα 2002 της Paiste είναι B8 (Θυμηθείτε και τα B8 Sabian). Καθαρός δυνατός σκληρός ήχος. Στα B20 θυμηθείτε τα αξεπέραστα για την εποχή τους Paiste 602. Ποιο ήταν το παράπονο των ντράμερ; Σπάζανε εύκολα. Γιατί; Λόγω σκληρότητας του μετάλλου, είχαν ένα καθαρό στακάτο ήχο, αλλά ως αποτέλεσμα δεν είχαν μεγάλη ένταση (οι παλαιοί θα το θυμούνται). Έτσι σε μερικά στυλ όπου θέλαμε μεγαλύτερη ένταση και αγριάδα, τα παίρναμε στο χέρι. Τα Brass, είναι κράματα χαλκού κυρίως με ψευδάργυρο. Η περιεκτικότητα σε ψευδάργυρο, είναι περίπου στο 40%. Θεωρούνται από τα φθηνότερα κράματα για πιατίνια και κατασκευάζουν από αυτά φθηνές σειρές. Παράγουν ζεστό αλλά πνιχτό ή μουντό ήχο αν συγκριθούν με τα Bronze, αλλά χρησιμοποιούνται και αυτά από πολλούς. Σε άλλους για το κόστος, σε άλλους επειδή ξέρουν τι θέλουν. Δείτε Paiste 302, Wuhan. Ενώ ανήκουν στην ίδια κατηγορία, τα Paiste αποδεικνύονται ποιο γερά, αλλά τα Wuhan ιδίως στο china δίνει ποιο πιστό trashy ήχο. Και αυτά κινδυνεύουν να σπάσουν (μάλλον να σκιστούν), αλλά από θέμα μη αντοχής όχι σκληρότητας. Η διαδικασία της γέννησης ενός πιατινιού από το εργοστάσιο ως το stand είναι απλή αλλά έχει τις παραλλαγές της. Όλα ξεκινάνε από ένα στρογγυλό σταχτί μεταλλικό δίσκο που έχει βγει από το καλούπι του κλίβανου που ανέμειξε τα μέταλλα. Αυτός ο δίσκος περίπου 20 cm διαμέτρου, περνάει από διάφορα στάδια μέχρι να ανοίξει και να φτάσει τις σωστές διαστάσεις. Η διαδικασία είναι χειροκίνητη ή ημιαυτοποιημένη. Μετά τη παραγωγή του μεταλλικού δίσκου, γίνεται μια σφυρηλάτηση, ώστε ο δίσκος να ανοίξει σε διάμετρο. Έπειτα σε πρέσα συνήθως, δημιουργείται η καμπάνα. Το πιατινοειδές, κόβεται στις άκρες στο κοφτήριο και αρχίζει να παίρνει τη φόρμα του. Σφυρηλάτηση και πάλι, ώστε να μεγαλώσει και άλλο να δοθεί η σωστή διάσταση αλλά και να βοηθηθεί ο ήχος να διαπεράσει ομαλά όλη την επιφάνεια του πιατινιού. Παρατηρούνται εδώ οι μικρές λακκούβες στη ράχη του. Η διαδικασία συνεχίζεται ώσπου να έχουμε κατά τον σφυρηλάτη τεχνίτη το επιθυμητό αποτέλεσμα. Έπειτα το τελικό στάδιο περιλαμβάνει το τελικό φινίρισμα όπου σε ένα ειδικό τόρνο ένας τεχνίτης αφαιρεί υλικό από την επιφάνεια του πιατινιού αποκαλύπτοντας τη μεταλλική λάμψη του. Οι άκρες ομαλοποιούνται ώστε να αφαιρεθούν τα γρέζια. Τέλος αν χρειαστεί, το πιατίνι γυαλίζεται συνήθως με βούρτσα και σταμπάρεται το λογότυπο. Πολλά είδη δεν γυαλίζονται και δίνονται προς πώληση κάπως ακατέργαστα. Λένε πως τα ακατέργαστα πιατίνια δίνουν ποιο βραχνό τόνο ποιο oriental ή dark. Σε άλλα λένε, περνιέται και κάποιο είδος βερνίκι για αντοχή της γυαλάδας και αποφυγή της οξείδωσης του μετάλλου. Εδώ τα πιατίνια που είναι ποιο γυαλισμένα, μας δίνουν ποιο brilliant ήχο. Τα συμπεράσματα δικά σας. Βέβαια πριν πακεταριστεί το πιατίνι ένας τεχνικός που μάλλον θα υποφέρει από τα αφτιά του, δοκιμάζει τον ήχο, έχοντας δίπλα του και το πρωτότυπο της σειράς για σύγκριση. Η διαδικασία έχει κόπο και ο κάθε σφυρηλάτης μπορεί να περάσει και ως 3 χρόνια εκπαίδευση ώστε να μπορεί να πάρει στα χέρια του την ευθύνη της παραγωγής. Να λοιπόν που ανακαλύψαμε το κοινό μυστικό της σκοτεινής βιομηχανίας των πιατινιών. Και άντε και τους ξεσκεπάσαμε, τώρα μάθαμε για τη ποιότητα και σκληρότητα όταν θέλουμε κάτι. Αλλά τα ξέρουμε όλα; Τι διαφορά έχει το βαρύ και χοντρό πιατίνι από το ελαφρύ και λεπτό; Πως θα διαλέξουμε πιατίνι που μας ταιριάζει; Πριν ασχοληθούμε και με αυτά τα ερωτήματα θα πρότεινα μια και οι περισσότεροι ασχολούμαστε με διάφορα ήδη μουσικής και η μπάντα μας παίζει διασκευές από metal ως και funk αλλά και jazz, καλό θα ήταν να διαλέξουμε κάτι ενδιάμεσο και για να ακριβολογούμε, θα έχετε δει σε πολλά πιατίνια την ένδειξη medium να αναγράφεται στη ράχη τους. Αυτό για τους νεοφερμένους κυρίως. Ας δούμε μερικά δεδομένα. Όσο ποιο βαρύ και παχύ είναι ένα πιατίνι, τόσο ποιο καθαρό και δυνατό ήχο θα ακούσουμε. Όσο ποιο μεγάλο τόσο μεγαλύτερο το κράτημα στον ήχο. Αλλά σε θέμα ανταπόκρισης, το πιατίνι θα είναι λίγο αργό. Το αντίθετο συμβαίνει με τα λεπτά και ελαφρά πιατίνια καθώς και με τα μικρότερης διαμέτρου. Αυτό είναι ένα καλό σημείο αναφοράς για το από πού θα αρχίσουμε την αγορά μας. Καλό όπως είπα είναι να ξεκινάμε από medium πιατίνια αν δεν γνωρίζουμε τίποτα. Τα βασικά μας είναι ένα hi-hat και ένα crash-ride. Το crash-ride, είναι ένα πιατίνι που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως crash αλλά και ως ride. Συνήθως πρόκειται για πιατίνια όπου είναι βαρύτερα στη ράχη, αλλά λεπτότερα στις άκρες. Μειονέκτημα είναι πως μετρώντας σε ένα τέτοιο πιατίνι και σκάζοντας (crash) κατά τη διάρκεια ενός μουσικού κομματιού, το πιατίνι δεν προλαβαίνει να ησυχάσει, να αναπνεύσει και ο ήχος βγαίνει μπερδεμένος και άσχημος. Η επόμενη λύση είναι hi-hat, crash και ξεχωριστό ride. Για λίγο παραπάνω, hi-hat, 2 crash, ένα αργό βαρύ και ένα γρήγορο και ride. Επόμενο, τα παραπάνω συν κάποια πιατίνια εφέ. Δηλαδή, επιπρόσθετα κάποιο ή κάποια chinas ή splashes ή δεύτερο ride, ακόμα, μια που εδώ ταιριάζει καλύτερα ένα crash-ride. Βέβαια όπως είπαμε, η επιλογή των πιατινιών είναι δύσκολη και έχει πολλά παρακλάδια. Ξεκινάμε όλοι από το οικονομικό. Σε αυτό το σημείο δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Οι εταιρείες πολλές και οι τιμές πολλές. Ποτέ δεν ξεκινάμε να αγοράσουμε πιατίνια χωρίς να τα ακούσουμε. Πιστέψτε με, πως πολλές φορές άλλα διαβάζουμε στα χαρακτηριστικά και άλλα ακούμε, ακόμα και από μεγάλες εταιρείες. Όλα τα λαμβάνουμε ως κατά προσέγγιση. Ποτέ δεν διαλέγουμε πιατίνια που τα δοκιμάσαμε με το χέρι ή χαϊδεύοντας τα στο κατάστημα, επειδή φοβηθήκαμε πως θα ενοχληθούν οι γύρω μας αν τα χτυπούσαμε. Προσέχουμε το περιβάλλον. Αν στο κατάστημα υπάρχουν λείες επιφάνειες ή γυαλί (π.χ. βιτρίνα), τα πιατίνια που δοκιμάζουμε θα ακουστούν πολύ πριμαριστά. Στο studio δίπλα στο ricofon και στη μόνωση θα ακούσετε άλλα αντί άλλων. Γνωρίζουμε πως τα πιατίνια ακόμα και της ίδιας σειράς, έχουν διαφορές. Επίσης πολλά πιατίνια που μας αρέσουν αλλά είναι ακριβά, μπορεί να τα αντικαταστήσουμε με άλλα φθηνότερης μάρκας που αγγίζουν κατά πολύ τον ήχο αυτών που μας αρέσουν. Θυμηθείτε το κοινό μυστικό όλων των εταιρειών!!! Καλό είναι να διαλέγουμε ως αρχή ποιο brilliant πιατίνια σε ήχο. Όσο περνάει ο καιρός και το μέταλλο παλιώνει, ο ήχος γίνεται ποιο πνιχτός. Αυτά σε γενικές γραμμές. Ποια εταιρεία τώρα είναι η καλύτερη; Αυτή που μας αρέσει. Τα πιατίνια δεν είναι μούρη. Είναι άποψη στον ήχο. Είναι η υπογραφή στο drum set. Τα κακόηχα πιατίνια βαβουριάζουν στη μπάντα και την ορχήστρα. Ξεκινήστε σιγά, δοκιμάστε και μη βιάζεστε. Αν το αίμα βράζει και παίζετε μόνο metal, να έχετε υπόψη πως σε λίγο καιρό που θα θέλετε και κάτι ποιο soft, δεν θα σας ικανοποιεί το αποτέλεσμα. Ξανά πάλι από την αρχή για ψάξιμο και τσάμπα έξοδα. Ελπίζω να έλυσα κάποιες απορίες σε μερικούς συναδέλφους, ιδίως τους νεότερους και τους beginners. Περισσότερα στα site των εταιρειών και στα μαγαζιά. Rockdrum Links: http://www.paiste.com/ http://www.sabian.com/ http://www.zildjian.com/EN-US/home.ad2 http://www.staggmusic.com/ http://www.bosphoruscymbals.com/ http://www.meinlcymbals.com/ http://www.ageancymbal.com/ http://www.ufip.com/ http://www.masterworkcymbal.com/ http://www.anatoliancymbals.com/
  10. Για να καταλάβουμε μερικά πράγματα γύρω απο τη διαδικασία που κουρδίζουμε τα δέρματα και κυρίως για τους αρχάριους, θα πρέπει να εξηγηθούν κάποιες βασικές, μα και γενικές έννοιες οι οποίες αφορούν το θέμα τύμπανα. Έτσι, πρέπει να ξέρουμε πως τα τυμπανά μας ονομάζονται μεμβρανόφωνα, γιατί η παραγωγή του ήχου είναι αποτέλεσμα του παλμού των μεμβρανών (δερμάτων) κατά την κρούση με την κάθε είδους και προσωπικής προτίμησης επικρουστήρα (μπαγκέτας). Γενικά, κάθε όργανο που χρησιμοποιεί τεντωμένες μεμβράνες για την παραγωγή του ήχου του, ονομάζεται μεμβρανόφωνο. Συγκεκριμένα, τα τύμπανα που χρησιμοποιούν δύο μεμβράνες (πάνω-κάτω), όπως οι ντραμς, ονομάζονται και δυ-μεμβρανόφωνα. Η πάνω μεμβράνη ονομάζεται batter (top) head, ενώ η κάτω μεμβράνη ονομάζεται resonant (bottom) head. Η παραγωγή του ήχου επέρχεται κυρίως από την κρούση της πάνω μεμβράνης και την αναγκαστική μετακίνηση του αέρα μέσα στο τύμπανο, με αποτέλεσμα το παλμό της κάτω μεμβράνης. Καταλαβαίνουμε εδώ, πως παλμός των μεμβρανών γίνεται όπως σε ένα τραμπολίνο και εξηγείται στο παρακάτω σχήμα. Στο πρώτο σχήμα παρατηρούμε πως η μεμβράνη, πάλλεται ελεύθερα και ένας ήχος (μπόουουμμμ) ακούγεται. Αυτός προκύπτει, αν για παράδειγμα δεν «φοράμε» resonant head, στα τύμπανα μας. Το δεύτερο σχήμα, προκύπτει αν και οι δύο μεμβράνες, πάλλονται ομοιόμορφα (προϋπόθεση να είναι ίδιου πάχους και ίδιου κουρδίσματος). Στην περίπτωση αυτή οι μεμβράνες αλληλοεξουδετερώνουν τον παλμό, αφού πιέζουν και οι δύο συνεχώς με την ίδια δύναμη αέρα, μέχρι να σταματήσει η ταλάντωσή τους. Το τρίτο σχήμα αντιπροσωπεύει την ταλάντωση που παράγεται από διαφορετικού πάχους και κουρδίσματος μεμβράνες, με ένα φαινομενικά μπερδεμένο αποτέλεσμα ταλάντωσης, αλλά επιθυμητό πολλές φορές και χρήσιμο, όπως θα δούμε παρακάτω. Οι παράγοντες όμως που επηρεάζουν το ηχητικό αποτέλεσμα του set μας, είναι δύο: Ο ένας είναι η τάνυση που ο κάθε μουσικός, εφαρμόζει στο δέρμα κατά το κούρδισμα, και ο δεύτερος παράγοντας είναι η επιλογή του δέρματος που θα τοποθετηθεί. Δηλαδή η διάμετρος και το πάχος του. Έτσι για να μην αγοράζουμε τυχαία, πρέπει να γνωρίζουμε τον γενικό κανόνα που λέει πως: τα παχύτερα δέρματα και τα μεγάλης διαμέτρου, παράγουν χαμηλότερες συχνότητες και το αντίθετο. Αυτό συμβαίνει, γιατί όσο περισσότερη μάζα προστίθεται σε μια μεμβράνη, τόσο μειώνεται η ταλάντωσή της. *Παρένθεση: Εδώ νομίζω πως είναι κατάλληλη η στιγμή, να αναφέρουμε μια παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί συνάδελφοι και δεν αναφέρομαι σε κάτι ιδιαίτερο, αλλά σε μια απλή πρόβα σε studio της γειτονιάς. Ας το δούμε από τη μεριά του group. Τα περισσότερα γκρουπάκια που επισκέπτονται τα προβάδικα παίζουν σκληρή μουσική. Οι επίδοξοι ντράμερ για να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της μουσικής που παίζουν, αγοράζουν τύμπανα, ή αρέσκονται να παίζουν, σε τύμπανα μεγάλης διαμέτρου και βάθους χρησιμοποιώντας δέρματα muffle και βαριά όπως τα δέρματα λαδιού. Οι ιδοκτήτες των προβάδικων τώρα, για να αντεπεξέλθουν στο κάφρικο στυλ και στις ζημιές που προξενούν κάποιοι, ντύνουν τις ντραμς με επίσης βαριά δέρματα, που έχουν και μεγαλύτερη διάρκεια χρήσης. Να γιατί λοιπόν δεν βγαίνει ήχος στις πρόβες. Τα βαριά δέρματα που έχουν τοποθετηθεί για ξεχωριστό λόγο από τον καθένα, παράγουν χαμηλής συχνότητας ήχους (ιδίως αν είναι και μουφλαρισμένα), με αποτέλεσμα τα τύμπανα, να παίζουν πάνω στις συχνότητες του μπάσου και το αντίθετο. Έτσι αναγκάζονται οι μουσικοί, να δυναμώνουν συνέχεια ο ένας μετά τον άλλο με αποτέλεσμα τη δημιουργία χάους και βαβούρας ακόμα και σε slow ή ποιο ήσυχα κομμάτια Ένα άλλο όργανο που επηρεάζεται αρνητικά από την κακή συνεργασία ντράμερ και μπάσου, είναι τα πλήκτρα. Ας μην ξεχνάμε και τον ερμηνευτή μας. Προσέξτε, γιατί ο διαχωρισμός των συχνοτήτων σε μια πρόβα είναι αποτέλεσμα δουλειάς, συνεργασίας και υποχωρήσεων στο group. *Τέλος παρένθεσης. Συνεχίζοντας, πρέπει να καταλάβουμε, πως το ηχητικό αποτέλεσμα του κουρδίσματος, δεν οφείλεται μόνο στα δέρματα, αλλά και στο είδος των ξύλων που έχει το set μας, τα μέταλλα που το απαρτίζουν και το δέσιμό του. Εμείς επικεντρωνόμαστε στο κούρδισμα που γίνεται σε ένα set στο σημείο των δερμάτων και γενικά καταπιανόμαστε τώρα, με τα συνήθη απλά τύμπανα, όπως είναι τα τομ, χωρίς να αποκλείσουμε όμως, πως η bass drum και το snare, δεν κουρδίζονται με τον ίδιο τρόπο. Απλά αυτά τα δύο έχουν κάποιες μικρές ιδιαιτερότητες. Ιδίως το ταμπούρο, είναι το τύμπανο που εκφράζει την προσωπικότητα του κάθε ντράμερ. Στη συναυλία το 99% των ντράμερ ότι και να μη φέρει μαζί, το ταμπούρο θα το έχει για να το στήσει στο live. Έτσι, για να αρχίσουμε, αυτά που θα χρειαστεί να έχουμε μαζί μας, οπωσδήποτε ένα κοινό, απλό, κλειδί κουρδίσματος και μπακέτες. Εδώ αποκλείουμε ειδικά κλειδιά κουρδίσματος που κυκλοφορούν στην αγορά, δυναμόκλειδα, πένσες και άλλες πατέντες που μπορεί να βλάψουν το κέλυφος του τύμπανου και το στεφάνι. Είτε έχουμε ένα νέο drumset είτε ένα παλιό, η διαδικασία θα πρέπει να ξεκινά από τον έλεγχο της αρτιότητας του κελύφους τόσο για το αν είναι σκεβρωμένο, αλλά και για το αν το κόψιμο της άκρης του, (το χείλος όπου θα ακουμπήσει το δέρμα), είναι ευθεία. Το χείλος αυτό ονομάζεται bearing edge. Όσο ποιο κοφτό σε μοίρες είναι αυτό το χείλος, τόσο ποιο πρίμος θα είναι ο ήχος, λόγω της μικρότερης επιφάνειας που θα ακουμπά το δέρμα. Αυτό το σημείο θα πρέπει να είναι λείο και απαλό στην αφή και για να διαπιστώσουμε αν είναι ομοιόμορφο θα πρέπει να ακουμπήσουμε το τύμπανο (φυσικά χωρίς δέρμα) σε λεία επιφάνεια και να διαπιστώσουμε κατά πόσο δεν αφήνει από κάτω κενά. Σε περίπτωση που διαπιστώσουμε πρόβλημα, θα πρέπει να απευθυνθούμε σε ειδικό, ώστε να διορθωθεί. Μην επιχειρήσετε να λειάνετε μόνοι σας τις άκρες αυτές αν δεν γνωρίζετε πως, γιατί στη πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών, η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. Εννοείται πως η όλη διαδικασία αρχίζει με το κέλυφος να ακουμπά σε λεία επιφάνεια (πάτωμα) και όχι πάνω στις βάσεις της ντραμς. Στα set που ήδη έχουν χρησιμοποιηθεί, και αντικαθιστούμε δέρμα, οι άκρες αυτές, πρέπει να καθαρίζονται από χνούδια και σκόνη και σε όλες τις περιπτώσεις, να λιπαίνονται ανεπαίσθητα με κάποιο είδος ελαφρού λιπαντικού π.χ., σιλικόνη, πάντα με φειδώ και χωρίς υπερβολές. Θέλουμε απλά το δέρμα κατά την εφαρμογή του, να γλιστράει απαλά στην επιφάνεια αυτή. Ο λόγος είναι η πανταχού ομοιομορφία. Το επόμενο βήμα, είναι η τοποθέτηση του δέρματος. Πριν ακουμπήσει στο τύμπανο, θα πρέπει απαλά να τσακίσουμε τις άκρες του, όπως στην εικόνα για να το προετοιμάσουμε για το σοκ του τσακίσματος που θα δεχθεί κατά το κούρδισμα. Από πάνω, εφαρμόζουμε το στεφάνι και αρχίζουμε να βιδώνουμε της βίδες (tension rods) μέχρι να σφίξουν όσο πάει με τα δάκτυλα. Χρησιμοποιώντας το κλειδί του κουρδίσματος, αρχίζουμε να βιδώνουμε τις βίδες, όχι όμως κυκλικά. Εδώ χρησιμοποιούμε σταυρωτή μέθοδο σφιξίματος, όπως για παράδειγμα στην αλλαγή ελαστικού του αυτοκινήτου. Άσχετα αν τα τύμπανα μας έχουν 6, 8, 10, 12 βίδες ακολουθούμε πάντα την ίδια μέθοδο Ακολουθήστε το παραπάνω σχήμα, ανάλογα με τον αριθμό των κλειδιών που έχουν τα τύμπανα σας. Στην αρχή, γυρίζουμε το κλειδί μας, για μια πλήρη περιστροφή σε κάθε βίδα, μέχρι το δέρμα να εμφανίσει, ένα υποτυπώδες τέντωμα. Τώρα είναι η στιγμή που μπορούμε να του εφαρμόσουμε πίεση, έτσι ώστε να προκαλέσουμε ένα pre-stretch. Το κούρδισμα συνεχίζεται με μικρότερες στροφές για τη κάθε βίδα με το κλειδί μας, μέχρις ότου το τύμπανο, παράγει την πρώτη ικανοποιητική νότα. Εδώ αρχίζει και η μικρορύθμιση. Η δοκιμασία του ήχου, γίνεται χτυπώντας με τη μπακέτα το δέρμα κοντά σε κάθε βίδα (κλειδί), σε απόσταση 1-2 δάκτυλα από το στεφάνι. Θα πρέπει, κάθε σημείο να παράγει τον ίδιο τόνο με άλλο σημείο. Αυτό επιτυγχάνεται ξεκινώντας από το σημείο με τον υψηλότερο τόνο και προσαρμόζουμε μικρορύθμιση στο επόμενο απέναντι, με μόλις το πολύ 1/4 της πλήρους ολόκληρης στροφής του κλειδιού κουρδίσματος. Αν τεντώσουμε από τώρα υπερβολικά, το συνολικό τέντωμα πολλαπλασιάζεται δραματικά και θέλει προσοχή. Τελειώνουμε, όταν η επιθυμητή νότα παραχθεί. Για το πια νότα είναι αυτή θα μιλήσουμε παρακάτω. Η διαδικασία επαναλαμβάνεται από την αρχή, και για το δεύτερο δέρμα του τύμπανου, καταλήγοντας όμως και τα δύο να παράγουν την ίδια νότα. Για τους λιγότερο έμπειρους, όταν έρθει η στιγμή να κουρδίσουμε το δεύτερο δέρμα καλό θα είναι να απομονώσουμε το πρώτο, βάζοντάς το να ακουμπά στο πάτωμα, πάνω σε ένα χαλί ή σε ύφασμα. Στο τέλος σηκώνουμε το τύμπανο και κάνουμε τη μικρορύθμιση και των δύο. Ο τρόπος που αναφέραμε εδώ εφαρμόζεται σε όλα τα τύμπανα του set και είναι ο ποιο συνήθης τρόπος, με το πάνω δέρμα, να είναι ίδια κουρδισμένο με το κάτω. Ποιες είναι όμως η σωστές νότες, που θα πρέπει να κουρδίσουμε τη ντραμς μας; Αυτό το ερώτημα για μερικούς ούτε που έχει τεθεί, γιατί απλά δεν γνωρίζουν ότι και τα τύμπανα κουρδίζονται σε νότες. Ακόμα και από τους γνώστες του κουρδίσματος αγνοείται η υπόθεση, πως και το εμπειρικό κούρδισμα με το αυτί πάλι νότες παράγει. Στο σημείο αυτό θα πρέπει επιτέλους, να κάνουμε πέρα τις προστριβές μας και τα μίση με τον μπασίστα του συγκροτήματός μας και με την καρδιά μας πέτρα να ζητήσουμε ευλαβικά τη βοήθειά του, μια και από τους μουσικούς που οι συχνότητες του οργάνου είναι πιο κοντά στις δικές μας είναι αυτός. Και εξάλλου, μπορεί η πλειοψηφία των ντράμερ να μην γνωρίζει νότες, αλλά ο μπασίστας κάτι ξέρει. Από την εμπειρία μου και της ωδειακές μου σπουδές, αν και λίγες αλλά χρήσιμες, προτείνω 3 τρόπους κουρδίσματος με νότες, τον εξής ένα: Ξεκινάμε αφού έχουμε ως στάνταρ, πως η μπότα, κουρδίζεται πάντα σε Ντο. Βρίσκει ο μπασίστας μας ένα Ντο στην ταστιέρα του και μας το δίνει μέχρι να παράγει η μπότα μας μπροστά πίσω την επιθυμητή αυτή νότα. Εννοείται πως τα κουρδίσματα, γίνονται με ελεύθερες τις μεμβράνες των τυμπάνων, χωρίς το παραμικρό muffle. Αυτό είναι άλλο θέμα. Το επόμενο τύμπανο που θα κουρδίσουμε, είναι το snare. Στο ταμπούρο, κατά την ανωτέρα διαδικασία, κουρδίζουμε (από μπάσα προς πρίμα), είτε σε Μι, είτε σε Φα, είτε σε Σολ. Για τους χεβάδες, καλό είναι το Μι. Για τους τζαζίστες καλό το Σολ. Ας υποθέσουμε λοιπόν, πως το ταμπούρο μας, κουρδίστηκε σε Σολ. Σε ένα set με δύο τομ και ένα βαθύ, περνάμε στο βαθύ και το κουρδίζουμε πάλι Σολ αλλά μια οκτάβα κάτω. Συνεχίζουμε στο δεύτερο τομ, αυτό που βρίσκεται δηλαδή πάνω από το βαθύ μας και ανεβαίνουμε μια διαφορά (διάστημα) τρίτης καθαρής, δηλαδή περνάμε στη νότα Σι. Δηλαδή Σολ, Λα, Σι, διαφορά τρίτης. Παρομοίως και στο πρώτο τομ, αυτό που βρίσκεται πάνω από το ταμπούρο μας. Διαφορά τρίτης πάλι από τη Σι. Δηλαδή Σι, Ντο, Ρε. Η νότα Ρε είναι η νότα του πρώτου τομ που θέλουμε να ακουστεί. Αυτή η διαδικασία, γίνεται ακριβώς και αν ξεκινήσουμε από το ταμπούρο σε Μι ή Φα. ΚΟΛΠΑ Τι γίνεται αν το set μας αποτελείται από περισσότερα τύμπανα; Πάλι ξεκινάμε από το βαθύ πηγαίνοντας προς το ποιο πρίμο τομ. Γιατί πρέπει πάντα να έχουμε διαφορά τρίτης στις νότες; Δεν πρέπει πάντα να έχουμε διαφορά τρίτης στις νότες, αλλά αυτός ο τρόπος είναι συνήθης. Η διαφορά τρίτης, αφορά τύμπανα που δεν είναι πνιγμένα, φοράνε λεπτά δέρματα που αναδεικνύουν τις συχνότητες, τη χροιά και την τονικότητα και γενικότερα τα χαρακτηριστικά του οργάνου. Όσο ποιο βαριά δέρματα χρησιμοποιούμε και όσο ποιο μεγάλα σε διάμετρο τύμπανα, η διαφορά τρίτης, θα μας δίνει την εντύπωση, πως σχεδόν όλο το set μας παράγει την ίδια νότα. Τι κάνουμε εκεί; Ας υποθέσουμε πως παίζουμε Classic και Hard Rock. Εκεί μια καλή λύση, είναι να περάσουμε σε διαστήματα τετάρτης, αφού τα τύμπανά μας και παχύτερα δέρματα θα έχουν, αλλά και κάποιο είδος muffle θα έχουμε χρησιμοποιήσει. Τώρα αν το set μας είναι ντυμένο με δέρματα λαδιού κάργα στη ταινία και στα Ο rings, μην περιμένουμε και πολλά. Ένα κούρδισμα σε διαστήματα πέμπτης θα φτιάξει κάπως την κατάσταση. Γενικά, όσο ποιο καθαρό ήχο έχουμε τόσο ποιο πολύ μικραίνουμε τα διαστήματα κουρδίσματος και το αντίθετο. Για τους περισσότερο ψαγμένους υπάρχει και η λύση του κουρδίσματος των τομ κυρίως στη πεντατονική κλίμακα! ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ Μιλήσαμε ως τώρα, για κούρδισμα των τυμπάνων, με το πάνω και το κάτω δέρμα στην ίδια νότα. Τι συνεπάγεται αυτό; Παραγωγή ζεστού ήχου με αρκετό sustain. Η διάρκεια είναι λογικό να παραμένει καλή αφού και τα δύο δέρματα ταλαντώνονται το ίδιο. Οι αρμονικές δεν επηρεάζονται συνήθως από αυτή την επιλογή και είναι αρκετές. Νομίζω πως είναι και το ποιο όμορφο κούρδισμα, για να αναδειχθεί ο ήχος του τυμπάνου. Άλλη παραλλαγή κουρδίσματος είναι όταν το κάτω δέρμα είναι λιγότερο τεντωμένο. Αυτό μας δίνει ένα αποτέλεσμα όπου, η διάρκεια του ήχου και τα χαρακτηριστικά, μειώνονται κάπως, καθώς και οι αρμονικές του τυμπάνου. Ο ήχος γίνεται ποιο σκληρός, αλλά αλλάζει και η νότα που κουρδίσαμε από την αρχή κατεβάζοντας (μπασάροντας) όλο το τύμπανο. Τέλος, αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζει όταν το κάτω δέμα είναι περισσότερο τεντωμένο από το πάνω, Αυτό μας δίνει ένα ανάλογο αποτέλεσμα με τον προηγούμενο τρόπο, αλλά χτυπώντας τη μπακέτα στο πάνω δέρμα και σταματώντας την ταλάντωσή του κατά το παίξιμο, το κάτω πάλλεται ποιο γρήγορα δίνοντας ένα επιτρέψτε μου, βροντερό αποτέλεσμα, χωρίς να έχουμε σοβαρές αλλαγές στη νότα που το κουρδίσαμε. Η πρακτική αυτή, εφαρμόζεται και στο ταμπούρο, αλλά για άλλο λόγο. Εκεί επιτυγχάνουμε, τη μείωση του ενοχλητικού για κάποιους βουίσματος της χορδιέρας ΧΡΟΙΑ ΤΟΥ ΤΥΜΠΑΝΟΥ Για όσους έχουν ασχοληθεί παραπάνω με το θέμα κουρδίσματος και ήχου των τυμπάνων, προφανώς γνωρίζουν πως ένα γυμνό από δέρματα τύμπανο, παράγει ή μάλλον έχει κάποια χαρακτηριστική χροιά. Αυτό είναι κάτι διαφορετικό από τον τόνο που παράγουμε κατά το κούρδισμα με τα δέρματα επάνω. Ανάλογα την ποιότητα των ξύλων η χαρακτηριστική χροιά του κελύφους είναι καλλίτερη αναλόγως. Κάθε κέλυφος πάλλεται σε συγκεκριμένη συχνότητα. Αν θέλουμε να ακούσουμε αυτή τη χροιά, θα πρέπει να κρατήσουμε (κρεμάσουμε) το κέλυφος από μέσα με το δάχτυλο μας και να το χτυπήσουμε ελαφρά με ένα κοπανάκι. Η νότα που θα παραχθεί, είναι ο ήχος της καρδιάς του τυμπάνου μας. Αυτή η νότα είναι το χαρακτηριστικό του. Για τους προχωρημένους, το κούρδισμα της ντραμς γίνεται βάση της χροιάς του κάθε τύμπανου. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί αυτό, λόγω του ότι άλλες φορές θα πάρουμε καλό ήχο, επειδή το τέντωμα του δέρματος δεν θα εξουδετερώσει τη χροιά του κελύφους και άλλες φορές θα πάρουμε ένα άσχημο πνιγμένο ήχο επειδή οι συχνότητες αλληλοεξουδετερώθηκαν και αυτό μπορούμε να το δούμε στις παρακάτω κυματομορφές όπου: Κατά την πρώτη το κέλυφος και το δέρμα αλληλοσυμπληρώνουν το ένα το άλλο και κατά τη δεύτερη κυματομορφή: Το κέλυφος και το δέρμα αλληλοεξουδετερώνονται. ΕΠΙΛΟΓΟΣ: Σε γενικές γραμμές, ασχοληθήκαμε με τους κανόνες κουρδίσματος και κάποια θεωρία κατανόησης το πώς δουλεύει το set μας. Το συμπέρασμα είναι πως δεν υπάρχουν στην ουσία κανόνες. Μόνο κάποιες πράγματα για να μπορέσει κάποιος αρχάριος να ξεκινήσει ή κάποιος έμπειρος να λύσει απορίες και να ξαναθυμηθεί ορισμένες αρχές. Η ιστορία είναι, πως η θεωρία παραμένει θεωρία αν κάποιος δεν εξασκηθεί. Πιστέψτε με, για να περάσετε στα δυναμόκλειδα και στα memokeys ή όπως η κάθε εταιρεία θέλει να τα ονομάζει, για να έχετε γρήγορα κουρδίσματα κ.λ.π, θα πρέπει πρώτα να μάθετε πως κουρδίζεται το drum set σας και μετά να αλλάξετε επίπεδο. Το κούρδισμα των τυμπάνων είναι πολύπλοκη υπόθεση για ένα αρχάριο και πολλές φορές έρχεται σε δύσκολη θέση σε ένα live ή ένα studio. Πως σας φαίνεται ένας κιθαρίστας να προσκαλεί άλλο κιθαρίστα για να του κουρδίσει την κιθάρα πριν το live; Η εμπειρία θα κάνει το κάθε πρωτάρη να κουρδίζει σωστά και με κλειστά μάτια. Σας ενημερώνω πως τα μισά σχεδόν στοιχεία προέρχονται από ιστοσελίδες στο internet και πολλά από προσωπική δουλειά και εμπειρία. Μπορείτε να πάρετε ακόμα περισσότερες πληροφορίες δίνοντας σας παρακάτω, κάποιες από τις πολλές ιστοσελίδες που αναφέρουν σχετικά. Όλες είναι στα Αγγλικά και ένας από τους λόγους γραφής αυτού του κειμένου, είναι πως δεν υπάρχει κάτι τουλάχιστο δημοσιευμένο στα Ελληνικά. Γι' αυτό δεν πειράζει καθόλου, αν σας άρεσε να το χρησιμοποιήσετε όπου θέλετε, αρκεί να πιάσει τόπο και να κάνετε σωστά η δουλειά σας. ΠΗΓΕΣ http://www.drumdojo.com/tech/toctuning.htm http://www.drummingweb.com/tuning.htm http://home.earthlink.net/~prof.sound/ http://www.acousticdrums.com/ad_frames/tuning_free_old.html http://www.musiccenters.com/dtune.html http://www.pearldrum.com/03_nuupdts/edu/freshapproach/snaredrum/tuning.html http://www.pearldrum.com/education/howto/index.html http://www.drumcentral.com/ictunedrums.htm http://www.musiciansfriend.com/document?doc_id=88281&src=3SOSWXXA http://www.remo.com/portal/pages/drumming/product_tips/Drumming+Product+Tips+Drumset.html http://www.musicyo.com/planet/tune_drums.asp http://www.drumsoloartist.com/Site/Drum_Tuning.html http://www.tedturnermusic.co.uk/acatalog/drumtuning.html Σας ευχαριστώ. Rockdrum
  11. Δεν πρόκειται φυσικά για Αυστραλέζικα όργανα. Η εταιρεία είναι από εκεί αλλά πρόκειται για όντως Κινέζικα. Αυτό φυσικά δεν λέει τίποτα. Για παράδειγμα μπορείς να δεις και πίσω από προϊόντα της Roland το made in China (κάνε rotate στις photo του Thomann και μεγέθυνση και θα δεις μερικά παραδείγματα σε Roland). Σε Yamaha θα δεις Ινδονησία. Σχεδόν τα πάντα κατασκευάζονται Κίνα από εκεί και πέρα είναι τα standards που βάζει η κάθε εταιρεία. Τέλος πάντων, κοίτα τι γίνεται με την Ashton. Φαίνεται πως ψωνίζουν φασόν από το ίδιο εργοστάσιο που ψωνίζει και ο Thomann. Στα παρακάτω παραδείγματα θα δεις ότι η ηλεκτρονική RHYTHMVX ELECTRONIC DRUM KIT http://www.ashtonmusic.com.au/productView.asp?productID=526 είναι ίδια με τη http://www.thomann.de/gr/millenium_hd100_edrum_set.htm και η τιμή τους για την «Αυστραλέζικη» είναι περίπου 450 € ενώ για τη «Γερμανοκινέζικη» 279€. Παρομοίως θα δεις ότι το drum monitor DM 30 http://www.thomann.de/gr/millenium_dm_30_drum_monitor.htm έχει 109 € ενώ αυτό με την επωνυμία στις γρίλιες http://www.ashtonmusic.com.au/productView.asp?productID=468 έχει 198 €. Δεν έχω πρόβλημα με τη χώρα προέλευσης, αλλά θέλει λίγο ψάξιμο. Γιατί αφού μπορείς να πάρεις κάτι φθηνότερα, να μη το κάνεις; Τώρα για να γυρίσουμε στο θέμα σου. Τα τύμπανα που είδες και με τιμή γύρω στα 600€, είναι ένα entry level και κάτι. Δηλαδή. Mesh heads, ευαισθησία στα pad (όλα). Διζωνικό ride, μεγάλο 14’’ hi-hat (αν και το θεωρώ άχρηστο για ηλεκτρονική / ένα 12ρι θα έκανε τη δουλειά του). Midi in /out. Αλλά. Μόνο 5 preset drums και 57 ήχους. Δηλαδή σου δίνει κάτι στην εξωτερική αίσθηση αλλά μέσα στον εγκέφαλο λίγα… Επίσης απ’ ότι άκουσα λίγο στο youtube, υπάρχει λίγη αίσθηση trigger στον ήχο. Αυτό είναι μια άλλη ιστορία, όχι και τόσο σημαντική σε αυτού του επιπέδου τύμπανα και δεν είναι κάτι κακό. Να φανταστείς ότι το δεύτερο μοντέλο (rythmvx, ή HD-100) και φθηνότερο, έχει για παράδειγμα 10 preset kits, 5 user, 108 φωνές, δεν έχει midi είναι «κάπως εμφανησιακά» και τέλος πάντων σε αυτά τα μοντέλα εγώ δεν θα έβρισκα κάτι ενδιαφέρον που θα μπορούσα να γράψω εδώ ή να χρησιμοποιήσω για τη δουλειά που θέλω. Πάντως σκέψου για την ashton. Θεωρώ ενώ εμφανίζεται ως τίμια εταιρεία και πρόταση, το λογότυπο που βάζει ανεβάζει τη τιμή της άδικα. Για τα υπόλοιπα προϊόντα της δεν έχω κάνει σύγκριση σε κάτι και δεν ξέρω. Το «σκέψου» το λέω για το συγκεκριμένο θέμα. Για βλάβες δεν γνωρίζω. Αυτό θέλει ψάξιμο σε κάποιο forum όπου κάποιος κακομοίρης θα γκρινιάζει για την αγορά που έκανε. Μπορείς να βρεις κάτι παρόμοιο με λιγότερα χρήματα. Τώρα από πού, είναι δικό σου θέμα αλλά θα βρεις και εδώ μέσα πολλές ιδέες.
  12. .....απλά παίρνεις από αυτό με το αυτί σου τη βασική νότα και κουρδίζεις το τύμπανο ανάλογα όπως με ένα διαπασον... Ω ΝΑΙ!!!
  13. Πως θα πιάσει τη νότα; Το έχω δοκιμάσει. Πρέπει να έχει ησυχία και με πολλές αρμονικές για να δείξει κάτι. Έχω δοκιμάσει και όχι δεν γίνεται και ούτε πιστεύω είναι αξιόπιστο το αποτέλεσμα. Εξάσκηση με το αφτί και λίγη γνώση θεωρίας. Δεν είναι δύσκολο στο τέλος... Με το μπασίστα ή τον κιθαρίστα ή τον πιανίστα έχω κουρδίσει κι εγώ, αλλά ήμουν τόσο ψείρας που τους έσπαγα τα καρύδια. Οπότε πήρα το κουρδιστήρι που αναφέρω επάνω και από την προηγούμενη μέρα ετοιμάζομαι. Γενικά κουρδίζω σε κάθε πρόβα, ή σε κάθε live και ξεκουρδίζω μετά, και πάλι τα ίδια κάθε φορά. Απλά το έχω κάνει τόσες φορές που συνήθησα τη διαδικασία.
  14. 1) Παίρνω το Λα που μας δίνει ένα κλασσικό κουρδιστήρι ως βάση και συνεχίζω. Εφαρμόζω τη διαφορά των διαστημάτων (β' θεωρία μουσικής). Χρησιμοποιώ χρωματικό κουρδιστήρι ακούω τη νότα που μου δίνει, (το συγκεκριμένο που έχω πιάνει από κόντρα μπάσω ως βιολί) και την εφαρμόζω στο τύμπανο. 2) Χρωματικό κουρδιστήρι (Samwoo Intelli IMT-301) αυτό έχω εγώ. Δεν κάνω κούρδισμα όπως στα ένχορδα. Τη νότα ακούω και κουρδίζω με το αυτί. 3) Όχι βέβαια. Αυτό δεν γίνεται. Μίλησα ότι αυτό το κάνω στο ταμπούρο. Για να μην εξηγώ εδώ αναλυτικά θα το βρεις στο άρθρο για το κούρδισμα. Το μόνο που μπορείς να κάνεις διαφορετικό είναι να δώσεις π.χ. με κλειδί όπως το δυμαμόκλειδο remo ίδια δύναμη και να πάρεις αποτέλεσμα από τη χρειά του ίδιου του τυμπάνου. Λίγο δύσκολο όμως και περίπλοκο. 4) Τα βοηθήματα αυτά είναι καλά για γρήγορα για αρχή για να θυμόμαστε και ότι άλλο σκεφτούμε, αλλά η εφαρμογή τους τελειώνει πάντα με μια διόρθωση με το χέρι, μια που τα κλειδιά ποτέ δεν έρχονται σωστά. Για το τελευταίο.... είναι σημείο που πάσχουμε όλοι.
  15. http://www.noiz.gr/index.php?action=articles;sa=view;article=47 Κοίταξε σε αυτό το άρθρο για να καταλάβεις μερικά πράγματα. Και: Επειδή η ερώτηση που κάνεις είναι πολύ γενική, θα σου πω λίγα πράγματα......πολύ γενικά. Το κούρδισμα ή μάλλον καλύτερα το αποτέλεσμα του κουρδίσματος, δηλαδή η νότα που ακούμε και πως την ακούμε εξαρτάται όπως πολλές φορές έχουμε πει, από το μέγεθος του τυμπάνου, το βάθος του τυμπάνου, το είδος των δερμάτων, το υλικό κατασκευής και αφού τα περισσότερα είναι ξύλινα, το είδος του ξύλου, το πάχος των φύλλων του τυμπάνου ή αν είναι....μασίφ το πάχος του μασίφ ξύλου. Επίσης άλλοι βασικοί παράγοντες, είναι το είδος της μουσικής που παίζουμε και τι περιμένουμε να ακούσουμε από τα τύμπανά μας, ο χώρος που παίζουμε τα τύμπανα καθώς και αν θα τα "δώσουμε" με μικρόφωνα στον ακροατή. Φυσικά η εμπειρία στο να κουρδίζει κάποιος τύμπανα ή οποιοδήποτε όργανο, δηλαδή η αναγνώριση κάποιας νότας και η εφαρμογή επάνω στο τύμπανο, παίζουν μεγάλο ρόλο. Επειδή εδώ δεν μιλάμε για ηχογράφιση, μια και ότι σχεδόν να έχουμε κάνει θα ρυθμιστεί από τον ηχολήπτη, θα κοιτάξουμε λίγο για καταστάσεις live. Η άποψή μου δοκιμασμένη, καθώς και ότι δεις παρακάτω, έχει να κάνει με το ότι παίζοντας μια καλοκουρδισμένη drums δικαιολογείται και είναι όμορφο να "δίνει" στον ηχολήπτη αρμονικές έστω και αν κάπου κάπου, παραπονιέται για "ουρές" στα μικρόφωνα. Δηλαδή θέλω να πω, ότι ο ήχος boxy (χαρτοκουτέ) για μένα δεν έχει καμία θέση στα συνήθη κομμάτια ή μουσική που παίζουμε, εκτός και αν υπάρχει πολύ ιδιαίτερος λόγος να κουρδίσουμε έτσι τα τύμπανα. Αφού μάθουμε να κουρδίζουμε, δηλαδή σταυρωτά τα δέρματα, κ.λ.π., όπως για παράδειγμα αναφέρεται στο παραπάνω άρθρο, υπάρχουν μερικά τρυκ, που θα μας λύσουν τα χέρια. Βασικά εγώ ξεκινάω με την αρχή ότι, ενώ μπορεί να είναι βασικός κανόνας να κουρδίζονται τα δέρματα πάνω κάτω ίδια, αυτό είναι καλό για μουσική όπως jazz όπου οι αρμονικές των τυμπάνων πρέπει να αναδυκνείονται, αλλά για οποιοδήποτε άλλο είδος που θέλουμε κάτι διαφορετικό, θα κάνουμε τα παρακάτω. Όταν κουρδίζω τύμπανα τουλάχιστον για ταμπούρο (έχω ένα Pearl Reference), αλλά και για τα tom, χρησιμοποιώ την αρχή ότι το κάτω με το πάνω δέρμα θα έχουν μια διαφορά τρίτης δηλαδή όπως στη φυσική κλίμακα του Do το γνωστό μας Do Re Mi, δηλαδή Do-Mi. To ταμπούρο μου το κουρδίζω για παράδειγμα σε La κάτω και Do# επάνω (A-C#). Η # φυσικά είναι για να αυξηθεί το ημιτόνιο Si-Do. Το ίδιο συμβαίνει και στα τομ. Δε με πειράζει πόσα θα είναι. Εγώ χρησιμοποιώ 8'', 10'', 12'' και 14'' floor. Μπερδεύτηκες; Διάβασε λοιπόν αυτό: Άλλη μια βασική αρχή είναι πως αλλιώς κουρδίζουμε και ακούμε εμείς και αλλιώς ακούει ο κόσμος, άρα για παράδειγμα τα εντελώς χαλαρά δέρματα ενώ μας δίνουν γεμάτο ήχο κοντά, μακρύτερα ακούγονται ως κλίκ. Σαν να χτυπάς δηλαδή κάτι πλαστικό… Για να βγάλουμε λοιπόν αυτό τον πολυπόθητο ήχο bowwow που χρησιμοποιείται περισσότερο στη ροκ, το κόλπο είναι να κουρδίζουμε το κάτω δέρμα στην πρώτη ας πούμε νότα που παράγει μετά το νεκρό σημείο και λίγο παραπάνω και να συνεχίζουμε με το επάνω δέρμα, 2-3 τόνους πάνω. Η διαφορά φάσης που παρατηρείται μεταξύ των δύο μας δίνει ένα γεμάτο ήχο βαθύ με χαρακτηριστικό τελείωμα όπως είπα παραπάνω. Αυτός ο ήχος των tom τουλάχιστον σε εμένα, έχει αφήσει άριστες εντυπώσεις και στους ηχολήπτες που με καλύπτουν και τον θεωρώ πως είναι ιδανικός για live, ιδίως σε ανοιχτούς χώρους. Για το studio χρησιμοποιώ το ακριβώς αντίθετο κούρδισμα με κάποιες προσαρμογές φυσικά, που μου δίνει λιγότερες αρμονικές ποιο μαζεμένο ήχο, αλλά και τα υπόλοιπα μέλη του group, ακούνε ότι σχεδόν εγώ μια που οι αποστάσεις τους από τα τύμπανα δεν είναι μεγάλες. Μια βασική σημείωση, είναι πως με τον παραπάνω τρόπο της διαφοράς των batter με resonant και toms μεταξύ τους, είναι πως δεν συντονίζονται τα τύμπανα μεταξύ τους, με τη bass drum και το snare με το μπάσο. Από αυτό τον τρόπο είμαι ευχαριστημένος σε σημείο η Pearl Ex, ένα δηλαδή φθηνό μοντέλο της Pearl να ακούγεται πολύ καλύτερα χωρίς να με προβληματίζει πουθενά. Φυσικά όλα θέλουν πολύ πειραματισμό και είναι γούστα του καθένα μας το θέμα του ήχου. Οι βασικές όμως αρχές είναι σχεδόν ίδιες. Ο όγκος και η ένταση που δίνει ένα 13΄΄ tom δεν βγαίνει από το 6΄΄ κ.ο.κ. Το παραγέμισμα του bass drum με μαξιλάρια δεν είναι και το ιδανικό. Ένα aquarian superkick I με ένα muffled resonant και λίιιγο ένα υποτυπώδες γεμισματάκι όπως η πατέντα της evans είναι υπέρ αρκετό. Αυτά τα ολίγα.
×
×
  • Δημοσιεύστε κάτι...

Τα cookies

Τοποθετήθηκαν cookies στην συσκευή σας για να είναι πιο εύκολη η περιήγηση στην σελίδα. Μπορείτε να τα ρυθμίσετε, διαφορετικά θεωρούμε πως είναι OK να συνεχίσετε. Πολιτική απορρήτου