Προς το περιεχόμενο

Vkbob

Μέλος
  • Αναρτήσεις

    23
  • Μέλος από

  • Τελευταία επίσκεψη

Ότι δημοσιεύτηκε από Vkbob

  1. Για να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά, υπενθυμίζω : 1) Δεν είμαι εγώ εκείνος που δημιούργησε το συγκεκριμένο post, περί Espresso. Σε ήδη υπάρχον και εν εξελίξει θέμα, παρέθεσα τη δική μου άποψη. 2) Ουδέποτε συμμετείχα σε πολιτικούς διαλόγους, ώστε να μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι διαμαρτύρομαι επειδή μου στερήθηκε ή εν πάση περιπτώσει περιορίστηκε η δυνατότητά μου αυτή. 3) Το αρχικό σχόλιό μου είχε σαν αφορμή το αντίστοιχο του διαχειριστή, ότι «σκοπός του Noiz δεν είναι η πολιτική συζήτηση αλλά η μουσική» και μόνον επ’ αυτού σχολίασα, παραθέτοντας το δικό μου αντίλογο. Δεν σχολίασα ούτε φυσικά με σκοπό να επιβάλω την άποψή μου –πώς θα μπορούσα άλλωστε ;- ούτε -πολύ περισσότερο- για να διεκδικήσω τη επαναφορά των πολιτικών συζητήσεων σε κεντρική θέση. Είναι ξεκάθαρο εξαρχής ότι δεν αμφισβήτησα την διαχειριστική απόφαση καθαυτή, αλλά απλά αντιτέθηκα (και αντιτίθεμαι) στο σκεπτικό της, που βασίζεται στο μουσικό προσανατολισμό του Noiz. Τώρα, είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι, μιας μορφής πολιτικός διάλογος διεξάγεται ήδη, αυτή τη στιγμή, εδώ και τώρα. –Διότι, τι άλλο εκτός από πολιτική είναι κάθε συζήτηση μεταξύ πολιτών για την κοινωνία τους, τους κανόνες και τις δυσλειτουργίες της. Υπ’ αυτό το πρίσμα, ακόμη και ο διάλογος για το πλαίσιο λειτουργίας ενός διαδικτυακού τόπου -ψήγμα της κοινωνίας δεν είναι κι αυτός ; - έχει πολιτικό χαρακτήρα. Βεβαίως, είναι αλήθεια ότι στη βαλκανοθωμανομπαρόκ Ελλάδα, ως «πολιτική συζήτηση» ορίζεται συνήθως η στείρα κομματική αντιπαράθεση, πράγμα διόλου αφύσικο, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι περισσότεροι πολίτες αυτής της χώρας αδυνατούν να αυτοπροσδιοριστούν ως πολίτες, αγνοώντας ακόμη και το σχετικό εννοιολογικό περιεχόμενο. Γράφτηκε παραπάνω πως το πρόβλημα των πολιτικών συζητήσεων είναι ότι αρχίζουν ως συζητήσεις και συνεχίζουν ως χαρακτηρισμοί, για να καταλήξουν στη «χωρίς λόγο δημιουργία εχθροτήτων μεταξύ ατόμων που μέχρι εκείνη τη στιγμή τα πήγαιναν μια χαρά». Θα συμφωνούσα με τη διαπίστωση, εάν έλειπε η φράση «χωρίς λόγο». Κατ’ αρχήν, τίποτε δεν συμβαίνει «χωρίς λόγο». Ασφαλώς, υπάρχει λόγος για τις συγκρούσεις αυτές. Με κάλυψε ήδη ο trolley : -Οι ίδιοι άνθρωποι θα μπορούσαν –υπό δεδομένες συνθήκες- να κόψουν ακόμη και την καλημέρα, διαφωνώντας σχετικά με την εμφανή υπεροχή της γέφυρας ABR έναντι της Nashville. Δεν θέλω ούτε να φαντάζομαι τι θα συνέβαινε εάν η συζήτηση μετατοπιζόταν στο τι πραγματικά συνέβη στη γέφυρα του Γοργοποτάμου. Nα συμπληρώσω μόνο ότι ο λόγος της σύγκρουσης είναι η πολιτική ανωριμότητα. Ο λόγος είναι η αποδοχή και διαιώνιση ενός «πολιτιστικού» προτύπου που επιτρέπει –εάν δεν επιβάλλει κιόλας- την κατάληξη κάθε πολιτικής συζήτησης σε διένεξη. Ο λόγος είναι η έλλειψη αγωγής, πολιτικής και όχι μόνο. Η έλλειψη ικανότητας διαλόγου. Ο λόγος είναι –τελικά, για όλα αυτός είναι ο λόγος- η γενικότερη έλλειψη παιδείας και ιδίως ιστορικής γνώσης και μνήμης. Το ζητούμενο θα έπρεπε κανονικά να είναι πώς θ’ αλλάξει αυτή η κατάσταση και με ποιο τρόπο μπορεί ο καθένας, στην καθημερινότητά του, σαν πολίτης, να συμβάλει στην αλλαγή των νοοτροπιών που καταδικάζουμε. Πολίτης -δεν χρειάζεται υπενθύμιση- είναι και ο μουσικός, είναι και ο μουσικόφιλος. Πολίτης είναι και το μέλος του φόρουμ, πολίτης είναι και ο διαχειριστής. Αντ’ αυτού, εμείς καθόμαστε τώρα να αναλύουμε τα όρια του διαχειριστικού δικαιώματος του admin, να εκθειάζουμε την αποτελεσματικότητα του μέτρου απομόνωσης των πολιτικών συζητήσεων, ακόμη δε, ορισμένοι, να επιτίθενται κατά των αναιδών που τολμούν να αυθαδιάσουν (δίχως να αντιλαμβάνονται ότι η ταυτόχρονη ήπια και ευγενής συμπεριφορά του admin έναντι των συμμετεχόντων, καθιστά ακόμη πιο χτυπητή τη δική τους αγένεια).
  2. Προσπάθησε να είσαι κόσμιος. Δεν σου απηύθυνα το λόγο ούτε καν αναφέρθηκα σε δικό σου σχόλιο. Συμμετέχω σε διάλογο μέσα σε φόρουμ που με φιλοξενεί, σεβόμενος τους όρους του φόρουμ αυτού ή τουλάχιστον έτσι το αντιλαμβάνομαι εγώ κι ας με ανακαλέσει στην τάξη ο διαχειριστής, εάν θεωρεί ότι εκφεύγω των ορίων. Τη δική σου αντίδραση, ούτε την καταλαβαίνω ούτε βέβαια και την ανέχομαι. Από το ύφος σου, θα μπορούσε κανείς να συμπεράνει ότι θεωρείς πως η «αρχαιότητά» σου συνεπάγεται και δικαιώματα πραιτωριανού. Κάνε μου τη χάρη, άσε το πατρονάρισμα και τις προσβλητικές greeklish συντμήσεις και κράτα κάποιο επίπεδο. Είπαμε, όχι πολιτικές συζητήσεις, αλλά τουλάχιστον οι μη πολιτικές ας είναι πολιτισμένες.
  3. @yameth Κατανοώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν επιθυμούν την πολιτική συζήτηση και αντιλαμβάνομαι ότι είναι λεπτή η θέση σας, στο πλαίσιο τήρησης κάποιων ισορροπιών. Όμως, και πάλι, η απομόνωση της συγκεκριμένης θεματολογίας, μακριά από την κοινή θέα των (πολλών) αναγνωστών δεν παύει να αποτελεί γκετοποίηση, για τους λόγους που ανέφερα εχθές. Το ότι η χώρα έχει φθάσει στο σημείο που βρίσκεται, οφείλεται πρώτιστα στην αδιαφορία μας για τα κοινά, γι’ αυτό που λέμε «πολιτική». Εάν δεν είναι τώρα η ευκαιρία για διάλογο, σε σχέση με τα προβλήματα της κοινωνίας, με τα δικά μας προβλήματα, για διάλογο σχετικά με το πώς καταλήξαμε εδώ, διερωτώμαι πότε θα είναι. Από τα μηνύματα που διάβασα παραπάνω, με εντυπωσίασε –πραγματικά- το παραπάνω απόσπασμα : «Την φασαρια δεν μπορω να την καταλαβω. Ο χωρος μας φιλοξενει. Υποχρεωση μας - μοναδικη - να σεβομαστε τους κανονες του. Αν ειναι δημοκρατικοι η οχι ειναι κατι που δεν μας αφορα» Έξοχα. Δεν μας αφορά εάν είναι δημοκρατικοί οι κανόνες του φόρουμ, όπως –πιθανότατα- δεν μας αφορά εάν είναι δημοκρατικοί οι κανόνες, γενικώς, αρκεί όλ’ αυτά «να μην μπλέκονται με το ματζόρε». Έπειτα, ας μην διερωτώμεθα για το μινόρε της καθημερινότητάς μας.
  4. «Σκοπός του Noiz δεν είναι η πολιτική συζήτηση αλλά η μουσική και η τεχνολογία της». Μόνο που μουσική σημαίνει έκφραση και μάλιστα ελεύθερη. Στις καλύτερες εκδοχές της, σημαίνει σκέψη και προβληματισμό. To βέβαιο είναι ότι η ενασχόληση με τη μουσική, κάθε άλλο παρά αποπολιτικοποίηση σημαίνει. Δεν καταλαβαίνω γιατί ένας ιστότοπος με μουσικό προσανατολισμό θα πρέπει να περιθωριοποιήσει μέχρι γκετοποίησης την πολιτική συζήτηση. Με την ίδια λογική, θα πρέπει να αποθαρρύνεται εφεξής η αναφορά σε τραγούδια πχ του Dylan ή της Baez ή του Θεοδωράκη, επειδή εμπεριέχουν πολιτικά μηνύματα. Οκέϋ. Μόνο μουσική. Ελπίζω τουλάχιστον να επιτρέπεται η αναζήτηση των κρυφών πολιτικών νοημάτων στους δυνατούς στίχους του Ζαν Μισέλ Ζαρ.
  5. Και εντάξει με τις κιθάρες και τα μπάσσα, που άμα έχεις ασχοληθεί κάποια χρόνια νοιώθεις ορισμένα πράγματα και δεν είναι εύκολο να σου το φορέσουν το παλτό. Όχι δηλαδή ότι δεν γίνεται. Έχει κάτι εγγλέζους επιστήμονες που σου στήνουν το όργανο κατά τέτοιο τρόπο, που μήτε o Leo Fender δεν μπορεί να σου πει τι δεν πάει καλά. Γι’ αυτό θέλει προσοχή, ειδικά στις αγορές vintage οργάνων από Αγγλία. Oι άνθρωποι έχουν παράδοση στην παραχάραξη, κατ΄αντιδιαστολή προς τον μέσο τυπάκο από το Ώστιν-Τέξας που βγάζει την κιθάρα του στο ebay και συνήθως γράφει με ορισμένη ειλικρίνια τι έχει γίνει απάνω στο όργανο, τουλάχιστον στο βαθμό που μπορεί να γνωρίζει ο ίδιος. Οι εγγλέζοι είναι σατανάδες, δεν τους πιάνεις εύκολα. Ακόμη μεγαλύτερο είναι το ζόρι στους vintage ενισχυτές, που κι εκεί γίνεται χαμός από τη μαϊμουδιά και την πατέντα και απαιτούνται πλέον άλλου είδους γνώσεις για να βγάλεις άκρη. Μερικά πράγματα βέβαια φωνάζουν από χιλιόμετρο. Βλέπεις, ας πούμε, αγγελίες για δήθεν «αυθεντικούς» fender και διά γυμνού οφθαλμού παρατηρείς (αληθινό το παράδειγμα) ότι το tolex θυμίζει εκπληκτικά αυτήν εκεί την πλαστική ταπετσαρία που είχε το σαλόνι του αρχαίου Honda Accord, που οδηγούσε ο γέρος σου κατά τις δεκαετίες ’70-΄80 και βέβαια δεν γίνεται να ξεγελαστείς, αφού μέσα σ’ αυτό το Accord μεγάλωσες. Οπότε, κρίνοντας από την ταπετσαρία Accord, παίρνεις μια πρόγευση του τι συμβαίνει μέσα στο κέλυφος του ενισχυτή, δίχως να αποκλείεται να υπάρχουν εκεί μέσα κι άλλα ανταλλακτικά του ιδίου Accord. Ανακύκλωση λέγεται αυτό το πράγμα. Τουλάχιστον, χάρη σ’ αυτόν εδώ τον Fender νοιώθεις μια νοσταλγία, ενθυμούμενος τα παιδικά σου χρόνια, ειδικά όταν ανακαλύπτεις σε κάποιο σημείο του tolex εκείνο το ίδιο, παλιό, χαρακτηριστικό κάψιμο από τσιγάρο, που είχε προξενήσει κάποτε ο μονίμως αφηρημένος πατέρας σου. Οι δήθεν «ολοκαίνουργιες» τελικές λάμπες έχουν συνήθως καμιά χιλιοστή ώρες λειτουργίας στη ράχη τους, αφού στην Ελλάδα ισχύει το παλαιό αυτοκινητικό δόγμα, που πρεσβεύει ότι «μέχρι και τα εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα, το μοτέρ είναι καινούργιο, ακόμη στρώνει». Και οι τελικές λάμπες ακριβώς το ίδιο, στις χίλιες ώρες «ακόμη στρώνουν» κι αυτές, δηλαδή είναι του κουτιού και μάλιστα χάρη σου κάνει που έχει κάτσει ο άνθρωπος να τις στρώσει για χάρη σου επί χίλιες ολόκληρες ώρες, λες και δεν είχε άλλη δουλειά. Οι προενισχύτριες είναι συνήθως ένας αχταρμάς απ’ ότι κατά καιρούς βρισκόταν διαθέσιμο, με προφανή την τάση να παραχώνονται γκαζωμένες κινέζικες 12ΑΧ7 παντού, ακόμη κι εκεί που το σχηματικό λέει ρητά πχ 12ΑU7, αλλά τι να μας λέει τώρα εμάς το σχηματικό ; -Εμείς θέμε γκάζα (sic). Τα άκρως ύποπτα «χρατς-χρουτς» που ακούγονται ήδη από το ζέσταμα του ενισχυτή, χωρίς ακόμη να έχεις αγγίξει τίποτα, προσπερνώνται με την καθησυχαστική δήλωση «μη δίνεις σημασία, σκόνη στα ποτενσιόμετρα είναι, με λίγο σπρέϊ θα έρθουν στα ίσα τους», οπότε διερωτάσαι -μεταξύ άλλων- για ποιόν λόγο δεν έχει μπει έως τώρα ο ιδιοκτήτης στον κόπο να ρίξει αυτός λίγο σπρέϊ, να τα φέρει στα ίσα τους, τόσον καιρό που το έχει το μηχάνημα στα χέρια του και μάλιστα εν όψει της πώλησής του. Και επειδή, όπως είπε ο Superfunk, στην Ελλάδα «το δικό μου είναι πάντα το καλύτερο», περνάμε στις απίστευτες μόντες που έχουν γίνει πάνω στου κασίδη το κεφάλι –επ, συγγνώμη, στον ενισχυτή ήθελα να πω- οι οποίες έχουν καταστήσει τον δικό μας (ειδικά τον δικό μας) vintage ενισχυτή γενικώς «απίστευτο». «Απίστευτα καθαρά», «απίστευτα γκάζια», όλα απίστευτα, ό,τι θες το έχεις με το πάτημα ενός κουμπιού, χάρη στις μόντες του μαστρο-Γιακουμή, που -καλά που το θυμήθηκα- να τον φωνάξω να ρίξει μια ματιά και στον πίνακα, καθότι τελευταία μου πετάει ασφάλειες, έτσι και τολμήσω ν’ ανάψω τον απορροφητήρα, με αποτέλεσμα να έχουμε στερηθεί στο σπίτι τις τηγανητές μελιτζάνες, που τόσο μ’ αρέσουν. Vintage και ο απορροφητήρας. –Πόσο να πιάνει αυτός άραγες ;
  6. Νομίζω ότι το θέμα έχει κάπως εκτροχιαστεί. Το αρχικό ποστ θίγει το ζήτημα της ερμηνείας του όρου “original” και πως αυτός συχνά διαστρεβλώνεται στην αγορά μεταχειρισμένων, με κίνδυνο ο άπειρος να πληρώσει για ένα υποτιθέμενο «αυθεντικό» όργανο πολύ περισσότερα χρήματα από την τρέχουσα αξία του, δηλαδή τη (μειωμένη) αξία που η αγορά προσδίδει, αναλόγως βέβαια της έκτασης και του βαθμού των τροποποιήσεων που έχουν γίνει. Αυτό που αρχικά επισημαίνει ο Terry RoscoeBeck5 είναι μια πραγματικότητα. «Αυθεντικό» είναι το όργανο όταν φέρει ακόμη όλα –μα όλα- τα μέρη που χρησιμοποίησε ο κατασκευαστής και μόνον αυτά, χωρίς καμμία τροποποίηση. Από κει και πέρα, οποιαδήποτε –έστω και η ελάχιστη- παρέμβαση ή αλλαγή, ακόμη και προς το σκοπό της βελτίωσης, καταργεί αυτόματα τον χαρακτηρισμό της απόλυτης αυθεντικότητας. Και οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να αναφέρονται λεπτομερώς από την πλευρά του πωλητή, ώστε να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε, τι πουλάμε και τι αγοράζουμε. Και πόσο. Τώρα, ως προς τη σκοπιμότητα των όποιων λειτουργικών παρεμβάσεων, εφόσον μιλάμε για vintage όργανα, προσωπικά είμαι υπέρ, υπό την προϋπόθεση της δυνατότητας αποκατάστασης στην αρχική τους μορφή. Κατά βάση, συμφωνώ με τον Νέστορα, αλλά –επαναλαμβάνω- το θέμα μας εδώ, όπως εγώ το καταλαβαίνω, δεν είναι η σκοπιμότητα των βελτιώσεων, αλλά η ειλικρινής-ακριβής περιγραφή στις αγγελίες των προς πώληση οργάνων. Γράφει πχ ο άλλος στην τάδε αγγελία «μοναδικό κομμάτι, 100% ορίτζιναλ, τιμή 4000 ευρώ, ανταλλαγές ούτε γι’ αστείο, παζάρια δεν σηκώνω, θα πλακωθούμε, μα την Παναγία». Παίρνεις εσύ τηλέφωνο για διευκρινίσεις και ρωτάς κατ’ αρχήν κατά πόσον ισχύει αυτό το «100% ορίτζιναλ». «-Όπως το γράφω στην αγγελία, επιμένει αυτός, μαμά όλο το όργανο, έλα να το δεις, να πάθεις πλάκα, τι να λέμε τώρα από το τηλέφωνο ;» «-Ε, καλά, δεν βαριέσαι, ας πούμε τίποτα κι απ’ το τηλέφωνο, τζάμπα είναι. Από τάστα πώς πάμε ;», ρωτάς περαιτέρω. «-΄Ντάξ’, τάστα έχουμε αλλάξει, τριάντα χρονώνε κιθάρα είναι, τι περίμενες δηλαδή φίλε μου, λειώσανε τα παλιά». «-Ηλεκτρικά ;», ξαναρωτάς εσύ. «Όλα μαμά σου λέω, έλα να την ανοίξουμε να τα δεις». «-Δηλαδή ο επιλογέας είναι ο αυθεντικός τριθέσιος ;», το χαβά σου εσύ. «-Σιγά να μην είναι ο άχρηστος ο τριθέσιος. Πενταθέσιος, φυσικά, να είναι παίχταμπλ το όργανο». «-Θήκη υπάρχει ;», συνεχίζεις την ανάκριση. «-Θήκη βέβαια, SKB ολοκαίνουργια, δεν παθαίνει τίποτα, από την ταράτσα να πέσει». «Κλειδιά ;» «Κλειδιά έχω βάλει τα Sperzel τα χρυσά, ένα κατοστάρικο μου πήγανε μόνο αυτά, αλλά τώρα δεν ξεκουρδάει με τίποτα. Παλιά να δεις τι γινόταν. Ακόρντο βάραγες και άλλαζε pitch η κιθάρα, τύφλα να ΄χει το pitchfactor, χαχαχα». Αρχίζεις και βράζεις. «-Τι άλλη έκπληξη μου επιφυλάσσεις, απρόβλεπτε άνθρωπε ;», ρωτάς με ελεγχόμενη –ακόμη- οργή. «-Βασικά αυτά που σου είπα. Βάλε ότι είχα δώσει πέρυσι και δυό κατοστάρικα στο μάστορα να μου τη φρεσκάρει, καθότι είχε μαδήσει κατά τόπους το εργοστασιακό το ψευτόχρωμα, βάλε που άλλαξα τα σελλάκια με tonepros και τώρα παίζει καμπάνα το όργανο, βάλε τo πλαστικό το nut που πήρε δρόμο και τ’ άλλαξα με tusq, βάλε που ΄χω ρίξει πάνω και φρέσκες χορδές, υπολόγισ’τα όλ’ αυτά να δεις που φτάνουμε σε τιμή». «Λαμπρά», παρατηρείς εσύ , «μόνο που μετά ταύτα το όργανο δεν είναι ακριβώς 100% ορίτζιναλ, δεν βρίσκεις ;» «Ρε φιλαράκο, είπαμε, τριάντα χρονώ είναι το εργαλείο, πώς ήθελες δηλαδή να το πάρεις, με τις τζελατίνες και τα καρτελάκια απάνω ; Μαμά θεωρείται το όργανο, άμα δεν ξέρεις, πάνε ρώτα. Ούτε σκαψίματα ούτε τίποτα. Για δες πόσο τα πουλάνε αυτά στο ebay και μετά έλα πες μου. Το σκοτώνω το όργανο, λέμε. Ένεκα η κρίσις, ειδάλλως θα σου ΄λεγα πόσο θα το ΄δινα». Ε, τότε βάστα το, να το δώσεις άμα τελειώσει η κρίσις. Λέμε τώρα.
  7. Φίλε Scofield, προσωπικά, δεν πολυκατάλαβα το αντικείμενο του thread. Έχεις βάλει στο μάτι μια συγκεκριμένη κιθάρα, φαίνεται ότι έχεις κάνει ήδη εκτενή έρευνα αγοράς, έχεις μάλλον καταλήξει στην εν λόγω, έμπειρος φαίνεσαι από τα γραφόμενά σου, οπότε τι ακριβώς περιμένεις σαν συνεισφορά από τα μέλη ενός φόρουμ ; Πλην της περίπτωσης του ΤSotir, που έτυχε να έχει υπ’ όψη του το όργανο, δίχως κι αυτός να είναι ιδιοκτήτης ο ίδιος- οι υπόλοιποι όλοι –μα όλοι- (συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος) δεν έχουν δει την κιθάρα παρά μόνο σε φωτογραφία. Άσε που μερικοί δεν την έχουν δει ούτε καν σε φωτογραφία ή –ακόμη κι αν την έχουν δει- μάλλον δεν διακρίνονται για την παρατηρητικότητά τους, απόδειξη το γεγονός ότι παρατηρήθηκε συστηματική σύγχυση του μοντέλου στο οποίο εσύ αναφέρεσαι, με άλλο συγγενές (les paul μαύρη η μία, les paul μαύρη η άλλη, ε, το ίδιο πράγμα είναι, στις λεπτομέρειες θα κολλήσουμε τώρα ;) Θα παρατήρησες ότι η «κοινή γνώμη», στη συντριπτική της πλειοψηφία, μάλλον αποδοκιμάζει την επιλογή σου. Ως βασική ένσταση, προβάλλεται κυρίως το γεγονός ότι με τα ίδια λεφτά αγοράζεις μια καλύτερη μεταχειρισμένη ή, αν τσοντάρεις κάμποσα ακόμη, αγοράζεις μια καλύτερη του κουτιού. Τώρα, εάν με ρωτήσεις εμένα, που λίγα σκαμπάζω ο καψερός, τι ακριβώς σημαίνει «καλύτερη», θα σε κοιτάζω σαν χαζός, μέχρι τελικά να ψελλίσω ότι καλύτερη –προφανέστατα- σημαίνει ακριβότερη, στο βαθμό που μιλάμε για κιθάρες που δεν τις έχουμε στα χέρια μας, απλώς τις βλέπουμε στο κάδρο. –Τι άλλο μπορεί να σημαίνει, δηλαδή ; Για να το καταλάβουμε με παράδειγμα, υπάρχουν ας πούμε δυό γουρούνια, ένα γουρούνι classic κι ένα γουρούνι VOS. Και τα δυό γουρούνια είναι χωμένα μέσα σε σακιά και περιμένουν αγοραστή. Παίρνει ένας τύπος τηλέφωνο τον ζωέμπορα και τον ρωτάει αν υπάρχει κάνα γουρούνι για πούλημα. «-Ναι αμέ», λέει ο έμπορας, «έχω ένα classic κι ένα VOS». Εννοείται ότι το VOS πωλείται ως VOS, που VOS σημαίνει «καλύτερο», που «καλύτερο» σημαίνει ακριβότερο. Έτσι, ο εξ αποστάσεως αγοραστής, που δεν έχει τη δυνατότητα να δεί από κοντά τους χοίρους και να κρίνει ιδίοις όμμασι , ως μοναδικό μέτρο σύγκρισης της ποιότητας των δύο ζώων έχει αυτήν την πιστοποίηση VOS, μαζί βέβαια την συνακόλουθη διαφορά στην τιμή. Θέλω να πω δηλαδή, γουρούνι στο σακί σκοπεύεις να πάρεις, ούτως ή άλλως. Είτε την classic που σκέφτεσαι, είτε κάποια άλλη μεταχειρισμένη (ας πούμε μια VOS) από το ebay, γουρούνι στο σακί σε αμφότερες τις περιπτώσεις. Πρώτα πληρώνεις, μετά παίζεις. Έπειτα γουστάρεις ή μεταμελείσαι, αναλόγως. Υπ’ αυτά τα δεδομένα, εφόσον δηλαδή μιλάμε για αγορά στα τυφλά (ή μάλλον στα κουφά), υπάρχουν κάμποσοι λόγοι για να καταλήξεις στην αγορά της Classic Antique, που σε τελική ανάλυση αυτήν γουστάρεις να πάρεις, εκτός βέβαια κι αν η οριστική σου απόφαση εξαρτάται σε ορισμένο βαθμό από διαδικτυακά δημοψηφίσματα, στα οποία συμμετέχει όποιος θέλει, ειδικά εάν ΔΕΝ έχει προσωπική αντίληψη του αντικειμένου. Έτσι κι αλλιώς, η κιθάρα φαίνεται εξαιρετική και δεν βλέπω ιδιαίτερο λόγο να μην παίζει αντιστοίχως της εμφάνισής της, όπως εξάλλου δεν βλέπω και κανένα λόγο μια VOS να μην παίζει αναλόγως της τιμής της. Από την άλλη, είτε το θέλουμε είτε όχι, το ζήτημα της πιθανής μελλοντικής μεταπώλησης είναι κομμάτι της (κάθε) αγοράς και ειδικά της αγοράς καινούργιου οργάνου. Αυτό ισχύει σήμερα περισσότερο από ποτέ, καθώς τα πράγματα σφίγγουν αγρίως και τα φράγκα σπανίζουν, γενικώς. Δράμα η κατάσταση, λέει. Ξαναγυρίζουμε –λέει- στη δεκαετία του ’70. –Ε, και ; Όλα τα καλά πράγματα στη τη δεκαετία του ’70 συμβήκανε. –Λάθος κάνω ;
  8. Πάντοτε, σε τέτοιες περιπτώσεις, η συζήτηση μοιραία καταλήγει στο υψηλό κόστος, οπότε τίθεται το αμείλικτο ερώτημα : –Αξίζει το συγκεκριμένο πετάλι τα λεφτά του; Ένας φίλος έγραψε παραπάνω ότι για να το αποκτήσει κανείς, πρέπει να σκάσει μισό μισθό. -Μισό μισθό για ένα πετάλι ; -Φαίνεται –και είναι- υπερβολικό, εάν όχι εξωφρενικό. Αλλά, ας το πάρουμε ανάποδα : -Πόσο κοστίζει ένας ευρωπαϊκός χειροποίητος κλώνος του TS ή τέλος πάντων κάτι συναφές ; Η απάντηση είναι ότι μπορεί να κοστίζει μέχρι τα ίδια χρήματα. Επομένως, άλλος μισός μισθός για ένα σουηδικό πεταλάκι που γράφει επάνω Himmelstrutz ή κάτι λιγότερο για ένα φινλανδικό, του Τρελλού Καθηγητή. Την τελευταία φορά που έριξα μια ματιά στις τιμές, δεν είδα κανέναν κατασκευαστή να πουλάει χειροποίητα εφφέ σε τιμές γνωριμίας. Όλα, μα όλα –έστω και λίγο φθηνότερα του TS 808- ήσαν πανάκριβα, ούτως ή άλλως. Και σε τελική ανάλυση, όσο ποιοτικές κατασκευές κι αν είναι τα παραπάνω, κανένα άλλο δεν προέρχεται από τον ίδιον τον κατασκευαστή του θρυλικού πρωτοτύπου. Υπάρχει λόγος που επιχείρησα την παραπάνω σύγκριση της τιμής του Ibanez ΤS 808 HW με αυτήν παρεμφερών ευρωπαϊκών προϊόντων. Και ο λόγος ονομάζεται γιεν Ιαπωνίας. Επειδή τα τελευταία χρόνια γίναμε όλοι , από τις περιστάσεις και λιγάκι οικονομολόγοι εκ του προχείρου (έχοντες τη μορφήν του χοίρου), σκέφτομαι μήπως η τιμή του συγκεκριμένου προϊόντος, ας πούμε σε κάναν χρόνο από τώρα, δεν είναι πλέον 340 ευρώ, αλλά κάτι περισσότερο, έως πολύ περισσότερο. Γενικά, στις αγορές μας, καλό θα είναι εφεξής να έχουμε στο μυαλό μας ότι προϊόντα προερχόμενα από ΗΠΑ και Ιαπωνία μπορεί σε κάποιο διάστημα να έχουν τιμές εντελώς διαφορετικές απ’ αυτές που έχουμε συνηθίσει. Θέλω δηλαδή να πω ότι αυτό που φαίνεται σήμερα ακριβό, μπορεί αύριο να φαντάζει εξαιρετικά ακριβότερο, ειδικά συγκρινόμενο με συναφή ευρωπαϊκά προϊόντα. Τόσο ακριβό, ώστε εάν σήμερα μπαίνει κανείς στο δίλλημα να σκοτώσει μισό μηνιάτικο για να πάρει το πράσινο εργόχειρο στη συλλεκτική κασετίνα, σε κάμποσο καιρό να μπαίνει στο δίλλημα να σκοτώσει ολόκληρο το μηνιάτικο, για τον ίδιο σκοπό. Τώρα, για την ποιότητα κατασκευής του TS 808, δε είδα αντίλογο και δε νομίζω να υπάρχει τέτοιος. Ένας κάποιος Ιάπων έκατσε με το κολλητήρι του κι έβγαλε τα μάτια του, να τακτοποιήσει μέσα στο μικρό κουτάκι ένα κάρο κέρατα (μεταξύ των οποίων και το διάσημο JRC4558D), χρησιμοποιώντας κορυφαία υλικά, μογκάμια καλώδια κλπ. Και τα κατάφερε. Και στην Ιαπωνία, ως γνωστόν, το μεροκάματο είναι κομματάκι τσιμπημένο. Έπειτα, αυτό το πραγματάκι, απ΄ότι γωρίζω αποτελεί περιορισμένη έκδοση. Σήμερα το βρίσκεις στο εμπόριο, αύριο θα το γυρεύεις στις αγγελίες και στο ebay. Αυτό το αναφέρω, επειδή τέθηκε προηγουμένως και το θέμα της μεταπωλητικής αξίας. Ναι, έχει ήδη μεταπωλητική αξία, και πάντως έχει μεταπωλητική αξία πολύ μεγαλύτερη από οποιονδήποτε άλλο κλώνο, που δεν γράφει απάνω Ibanez ΤS 808 ΗW. Και μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να έχει αξία μεγαλύτερη της σημερινής, εν ευθέτω χρόνω. Το θέμα είναι ότι το πεταλάκι απευθύνεται σε συγκεκριμένο καταναλωτικό κοινό, όχι στον οποιονδήποτε. Η Ibanez εξαργυρώνει αναδρομικά μια πατέντα, που έγινε περιζήτητη ελέω του κυρίου Στήβι, με την ίδια ακριβώς λογική που η Gibson επανεκδίδει ιστορικά μοντέλα της σε τιμές φαρμακείου, κυρίως επειδή έτυχε να βρεθεί στην πορεία κάποιος μυστήριος, ονόματι Slash και να ξαναφέρει στην επιφάνεια συγκεκριμένες μνήμες. Και συγκεκριμένες μόδες, βεβαίως. –Είναι οι ιστορικές επανεκδόσεις της Gibson ακριβές ; -Φυσικά και είναι. Όμως, το τι εστί «ακριβό» ή «φθηνό», το καθορίζει η αγορά. Η ζήτηση. Και η ζήτηση για τέτοια προσεγμένα μαραφέτια, τύπου VOS ή Masterbuilt ή ΤS 808 είναι μεγάλη, άρα το αντικειμενικό κριτήριο ως προς το τίμημα περνάει σε δεύτερη μοίρα, τουλάχιστον για όσο διαρκεί το αγοραστικό ενδιαφέρον. Φυσικά, σε πάμπολλες περιπτώσεις, η αγορά κάνει λάθος : Το ’82, νομίζω, είχα αγοράσει ολοκαίνουργιο ένα αυθεντικό TS από τον Μαλλίρη, η πρώτη έκδοση νομίζω πως ήταν. Λεφτά δεν θυμάμαι πόσα είχα δώσει. Θυμάμαι όμως ότι κάποια στιγμή, αργότερα, το πούλησα κοψοχρονιά –και μάλιστα με ιδιαίτερη ανακούφιση- κι έβαλα κι άλλα τόσα μετρητά, ώστε να σπεύσω ν’ αγοράσω από τους πρώτους ένα άθλιο (όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων) μαύρο κατασκεύασμα με πορτοκαλί γράμματα, που άκουγε στο όνομα Βoss Heavy Metal. Μια τραγωδία, σκέτη. –Tί να κάνουμε, αυτό υπαγόρευε τότε η τάση της αγοράς, αυτό έκανα κι εγώ. Καταραμένε Εddie, με πήρες στο λαιμό σου κι έχασα το καλό το Tube Screamer μέσ’ από τα χέρια μου :)
  9. -Έχεις δίκιο. Πάμε κι εμείς, ΟΛΟΙ*, να παίξουμε επίσης καμμιά νότα. *Μόνος στο σπίτι...
  10. Θα πρότεινα να αφήσουμε κατά μέρος τις γενικεύσεις του τύπου «αυτό που λένε όλοι», φίλτατε Mike G. Είναι παραπάνω από προφανές ότι ΔΕΝ «λένε ΟΛΟΙ» αυτό που συμβαίνει να λες εσύ ή και κάποιοι άλλοι. Κάθε άλλο μάλιστα. Πάντως, στο δικό μου λεξικό, το «όλοι» είναι μια κάπως πιο ευρεία έννοια, που προσδιορίζει ένα σύνολο προσώπων κατά πολύ μεγαλύτερο από τους φίλους μου με τους οποίους συμβαίνει να μοιράζομαι κοινές αντιλήψεις, σ’ ένα φόρουμ. Καλύτερα θα ήταν να πεις ότι στη δική σου κλίμακα, αξιολογείς και κατατάσσεις τα ξύλα ως τον τελευταίο, τον πλέον αμελητέο, παράγοντα διαμόρφωσης της χροιάς του ήχου. Οπότε, φαντάζομαι ότι θα μπορούσες, συνακόλουθα, να μας προσδιορίσεις και την ποσόστωση της συμβολής κάθε επιμέρους κρίσιμου τμήματος της κιθάρας στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα. Μαγνήτες τόσο τοις εκατό, γέφυρα τόσο τοις εκατό, nut τόσο τοις εκατό και πάει λέγοντας, προκειμένου να δούμε τελικά τί ποσοστό απομένει στα ξύλα, κατά την άποψή σου ασφαλώς. Από την άλλη πλευρά, σου υπενθυμίζω ότι εγώ ουδέποτε ισχυρίστηκα ότι τα ξύλα συνιστούν τον πλέον καθοριστικό παράγοντα του χαρακτήρα ενός ηλεκτρικού οργάνου. Ουδέποτε. Υπενθυμίζω ακόμη –για πολλοστή φορά- ότι ο πυρήνας του συγκεκριμένου topic είναι η εξήγηση του φαινομένου, δύο ακριβώς πανομοιότυπα (θεωρητικά, έστω) όργανα να ακούγονται διαφορετικά, σε οποιονδήποτε βαθμό. Σ’ αυτό ακριβώς το θέμα παρενέβην και δεν είχα καμία διάθεση εξαρχής να υπεισέλθω σε ατέρμονη συζήτηση περί ξύλων, γενικώς. Τέλος, αν θες, ξαναδές –αλλά με άλλη οπτική- αυτό που γράφει ο Yann παραπάνω, ότι δηλαδή «αν δε γινει τιποτα καλυτερο,τοτε ξερουμε οτι κατι δεν παει καλα με τα ξυλα ή τη συνδεση τους».
  11. Τζάμπα το παλεύεις, αγαπητέ Longshadow. Αποσπασματική αντίληψη, έτσι ονομάζεται αυτό το πράγμα. Ο άλλος καταλαβαίνει αποκλειστικά εκείνο που θέλει να καταλάβει, προσλαμβάνοντας μόνον όσα ψήγματα του συνόλου εξυπηρετούν την αρχική του άποψη, που βρε δεν πα’ να γυρίσει ο κόσμος τούμπα, αυτός εκεί, το βιολί του (ώπα ! να ΄σου κι άλλη μια αναφορά σε ακουστικά όργανα), δεν την αλλάζει με τίποτε. Από τη φράση «σ’ ένα "δεμένο" όργανο δεν ακούμε τα ξύλα, αλλά το σύνολο της κατασκευής», ο γκουρού (ένας είναι ο γκουρού) συνήγαγε το ιδιοφυές συμπέρασμα ότι σ’ ένα «δεμένο» όργανο το ΜΟΝΟ που ΔΕΝ ακούμε είναι τα ξύλα. Δεν πα’ να του γράφει παραπάνω ο μάστορας για ιδιότητες των ξύλων, δεν πα’ να του γράφει για τη διαδικασία της διαλογής, για την εμπειρική εκτίμηση της αντίδρασης των ξύλων σε συχνότητες, για ορισμένη προσδοκώμενη χροιά του ήχου βάσει της επιλογής συγκεκριμένης ξυλείας, αυτός καταλήγει –και πάλι- στο ακλόνητο επιστημονικό συμπέρασμα, ότι της συνολικής κατασκευής μιας κιθάρας, εξαιρούνται τα ξύλα. Όπως εκείνος ο άλλος ο γκουρού, της βιολογίας, που πρόσταζε τον βάτραχο να πηδάει. Πήδαγε ο βάτραχος. Του κόβει ένα πόδι, «πήδα ρε!» τον διατάζει, ξαναπηδάει ο βάτραχος. Του κόβει κι άλλο ένα, τον ξαναδιατάζει, βάζει τα δυνατά του ο καψερός ο βάτραχος, ξαναπηδάει. Του κόβει και το τρίτο, τον διατάζει και πάλι να πηδήσει, υπερβάλλει εαυτόν ο ηρωϊκός βάτραχος, στο τέλος εκτελεί κι αυτό το άλμα. Τελικά, ο χασάπης ο γκουρού του κόβει του ζωντανού και το τελευταίο πόδι. «-Βάτραχε, πήδα !», τίποτα ο βάτραχος. «-Βάτραχε, πήδα !», ασάλευτος ο βάτραχος. «-Βρε πήδα !», κόκκαλο ο βάτραχος. Μήτε και ξαναπήδηξε ποτέ του. Τα συμπεράσματα του ενδιαφέροντος πειράματος, δημοσιεύτηκαν σε επιστημονικό περιοδικό, σε άρθρο υπό τον τίτλο «Βάτραχος δίχως πόδια, δεν ακούει» (Νόμπελ Βιολογίας, 1974).
  12. Όντως, ξαναρωτάς, παρότι σου έχω ήδη απαντήσει ότι ούτε είμαι ούτε – διά μείζονα λόγο- δηλώνω «μάστορας». Ούτε καν παραγιός. Τώρα, περί λούστρων, θα σου απαντήσω επίσης. Πρόσεξε πως έχει το πράμα : -Όταν η κιθάρα είναι άβαφη, ακούω μέχρι και το θρόϊσμα των φύλλων του δάσους από το οποίο κόπηκε ο καημένος ο δένδρος. Ξέρεις, όπως άλλοι βάζουν το κοχύλι στ’ αυτί κι ακούνε το κύμα στην ακτή. Μερικές φορές, όταν είμαι σε ιδιαίτερη φόρμα (όπερ συμβαίνει συχνά), ακούω μέχρι και τον δρυοκολάπτη να κοπανάει τον κορμό με το ράμφος του. Τα πράγματα αλλάζουν δραματικά, μόλις πέσει το πρώτο σηλεράκι. Εκεί αρχίζω να χάνω επαφή με τη μητέρα-φύση. Ανακτώ κάπως την ακοή μου μόλις περάσω το πρώτο ντουκόχαρτο, οπότε παίρνει μια ανάσα το έπιπλο, αλλά και πάλι η κατάσταση επιδεινώνεται, μόλις ξεκινούν τα βερνίκια. Στο φινάλε, μετά και το τελικό γυάλισμα, δεν ακούγεται πλέον τίποτε. Νέκρα. Σιγή. Μπετόν αρμέ. Φαντάσου, πώς ηχεί το fiber ; -Ε, για τέτοιο πράγμα σου μιλάω. Η κάσα του πεθαμένου -και δεν πα' να 'ναι από μαόνι- αντηχεί καλύτερα, ακόμη και θαμμένη. Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι όλη τη ζημιά την κάνουν τα ρημάδια τα βερνίκια. Οπότε συνιστώ ανεπιφύλακτα στο τυχόν επόμενό σου project σώματος από τσιμέντο, μην –επαναλαμβάνω : ΜΗΝ- το σοβατίσεις. Άστο έτσι, δεν παθαίνει τίποτε και μην ακούς τί λένε.
  13. Εντάξει, για σήμερα καλά τα πήγες, όντως. Όσο για το ένα μαόνι με ένα alder ιδίας μάζας μπορεί και να ΜΗΝ ηχεί το ίδιο, το σκέφτεσαι από βδομάδα, ε ;
  14. Στην ουσία, Μarathon, την έχεις δώσει μόνος σου την απάντηση, όταν ο ίδιος υποθέτεις ότι έπειτα από κάμποσα χέρια σήλερ-βερνίκια, δεν θα απομένει και πολύς από τον αυθεντικό ήχο του ξύλου. Που σημαίνει ότι –δίχως να το καταλαβαίνεις- συνομολογείς ότι ο ήχος του ξύλου είναι εξαρχής εκεί και παίζει το ρόλο του, ασχέτως εάν εν συνεχεία «πνίγεται» (όπως εσύ φαντάζεσαι) ή δεν «πνίγεται» εξαιτίας του φινιρίσματος. Έτερον εκάτερον. Όσο για τις απαντήσεις που δεν δόθηκαν, καθώς και για θέματα και που προσπεράστηκαν σαν να μην τέθηκαν ποτέ, νομίζω ότι στη συγκεκριμένη πρακτική διακρίθηκες ιδιαίτερα, στα πλαίσια αυτού του διαλόγου. Ακόμη περιμένω απάντηση στο εάν θα προέτρεπες έναν πιτσιρικά ν’ αγοράσει απ’ έξω την ίδια κιθάρα που έπαιξε εδώ και του άρεσε. Την κατηγορηματική άποψη του Duncan, για τον σημαντικό (ο Duncan τον αποκαλεί έτσι, όχι εγώ) ρόλο των ξύλων στον ήχο, την προσπέρασες ντούκου, λες και τα ΄χει χάσει ο γέρος και δεν ξέρει τί λέει. Και άλλα, διάφορα, μην ανατρέχω τώρα. Οπότε, εάν τελικά το θέμα είναι να λάβεις τις απαντήσεις που επιθυμείς, τότε να παραδεχτώ κι εγώ με τη σειρά μου (ώστε να τελειώνουμε), ότι τα ξύλα δεν παίζουν κανέναν απολύτως ρόλο, όχι μόνο στον ήχο της κιθάρας, αλλά και γενικά, σε κανένα τομέα της ζωής μας. Είναι σα να μην υπάρχουν. Τραβάω μια γραμμή στο παρελθόν και παραχωρώ το βασίλειό μου για μια θεϊκή Σταϊνμπέργκερ, εις ένδειξη μεταμέλειας για τις μέχρι σήμερα αιρετικές αντιλήψεις μου. Ή μπορεί να φτιάξω και καμμιά partcaster από αλφαμπλόκ, με μανίκι από κουρτινόξυλο και πετάω και δυό Throbak απάνω. ΥΓ : -Δεν αγαπάμε όλοι τις Telecasters, όπως συμπέρανες παραπάνω. Εγώ, για παράδειγμα, δεν τις αγαπώ καθόλου. Τα αυτά αισθήματα (δηλαδή καθόλου αισθήματα) τρέφω και για τις strats. Aλλά δες τώρα ένα παράδοξο, εγώ που τις απεχθάνομαι να τις αναγνωρίζω ως μουσικά όργανα, εσύ πάλι, που τις αγαπάς, να μην. Φαντάσου δηλαδή και να τις απεχθανόσουν. Καλό βράδυ.
  15. -Δεν ξέρω αγαπητέ Marathon, αποτελεί μήπως προϋπόθεση της συμμετοχής των νέων μελών στους εδώ διαλόγους η προηγούμενη αφομοίωση παλαιότερων topics ; Εάν ναι, να το ξέρω, να πάρω δρόμο από τώρα. Επιπλέον, υπενθυμίζω ότι ούτε το αρχικό topic δημοσίευσα ούτε εξάλλου διατύπωσα κάποια απορία, ώστε να έχω την «υποχρέωση» να ανατρέξω σε παλιές δημοσιεύσεις, μην τυχόν και έχει ήδη απαντηθεί και τρώω τζάμπα χώρο και χρόνο. Την άποψή μου κατέθεσα, ευκαιριακά, είτε αυτή συμπίπτει είτε όχι με απόψεις που περιλαμβάνονται σε παλιά posts. Από την άλλη, όπως επεσήμανε και κάποιος φίλος παραπάνω, δεν κατανοώ για ποιόν ακριβώς λόγο θα πρέπει -σώνει και καλά- να θεωρήσω θέσφατα τις απόψεις των μελών ενός φόρουμ, όπως αυτές έχουν αναπτυχθεί παλαιότερα. Ως απαρίθμηση γεγονότων είσαι μάλλον ακριβής, Superfunk. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε όμως το σημαντικότερο, ότι δηλαδή το προϊόν του Fender, είτε φθηνό είτε απλοϊκό, απευθυνόταν εξαρχής σε μουσικούς και οι μουσικοί, ιδίως οι επαγγελματίες, ήταν αυτοί –όπως πάντα συμβαίνει- που το αποδέχτηκαν, το εκτίμησαν, το ανέδειξαν και το διαφήμισαν περαιτέρω. Σ’ αυτούς απευθυνόταν ο Fender εξαρχής, όχι στον Μπομπ τον Μάστορα. Δεν ήθελε να φτιάξει lego ο άνθρωπος ούτε σφηνοτουβλάκια, ούτε βεβαίως φανταζόταν τότε ότι έθετε τις βάσεις του μετέπειτα δημοφιλούς partcastering. Επιμένω ότι η φαινομενική ευκολία συναρμολόγησης των οργάνων αυτού του τύπου –διότι έτσι ξεκίνησε αυτή η υπο-συζήτηση- καθόλου δεν τα καθιστά υποδεέστερα έναντι του ανταγωνισμού και πολύ περισσότερο δεν τους αφαιρεί τον χαρακτήρα τους, ως μουσικών οργάνων, διότι κάτι τέτοιο ελέχθη ή υπονοήθηκε, ιδίως για τις Telecaster. Εάν δεν είναι η Telecaster μουσικό όργανο, τότε, λόγου χάρη, ο Roy Buchanan τί ήταν, κωπηλάτης στον Όμιλο Ερετών ; Ναι, Marathon, έχω επαφή και με ηλεκτρικά όργανα, ιδίως με ηλεκτρικά όργανα, αν αυτό είναι καθησυχαστικό. Τώρα, το γιατί «μπλέκω» τα ηλεκτρικά με τα ακουστικά, ε, ίσως επειδή υπάρχουν εξόφθαλμες αναλογίες, εξ ου άλλωστε και η ενδιάμεση κατηγορία, των καλούμενων «ηλεκτροακουστικών» οργάνων. Τώρα, εάν εσύ πιστεύεις στην παρθενογένεση των ηλεκτρικών οργάνων, αυτό είναι άλλο θέμα. Ως προς το ερώτημά σου, εάν έχω σχέση με την οργανοποιϊα, δεν είμαι οργανοποιός, εάν αυτό σε καλύπτει. Από την άλλη, προσπαθώ να μην έχω πελατειακή εξάρτηση από οργανοποιούς, στο βαθμό τουλάχιστον που οι δικές μου δεξιότητες, η όποια εμπειρία και ο τεχνικός εξοπλισμός μου αρκούν για να συντηρώ και να επισκευάζω αυτοδύναμα τα υπάρχοντά μου (που δεν αρκούν πάντοτε). Όσο για τα κριτήρια των αγορών μου, το ακριβώς αντίθετο, θα έλεγα. Έχουν άμεση σχέση (και) με τα ξύλα, μεταξύ κάμποσων άλλων. Πάντως, γενικά, αυτόν το δογματισμό σου εναντίον του ρόλου των ξύλων, δεν τον αντιλαμβάνομαι. Θα μπορούσα κι εγώ να υποδυθώ πως δεν υπάρχει αντίθετη άποψη, πως δηλαδή όλοι οι αληθινοί γνώστες (ή μήπως να πω «μύστες» ;) συμφωνούμε πως το ξύλο παίζει μεγάλο ρόλο στην διαμόρφωση του ηχοχρώματος. Όμως, υπάρχει αντίθετη άποψη, πιθανώς πιο σωστή απ’ αυτήν που συμβαίνει να ασπάζομαι εγώ και εφόσον υπάρχει και καταγράφεται, πολλές φορές εντυπωσιακά εμπεριστατωμένα, είμαι υποχρεωμένος και να τη σεβαστώ και να την προσέξω.
  16. Νομίζω Marathon ότι το πόσες κιθάρες έχω θα έπρεπε κανονικά να απευθύνεται σε άλλο μίτο, έναν που λέει «πόσα όργανα έχετε» ή κάτι τέτοιο. Συγγνώμη, αλλά είμαι νέος στο φόρουμ και προσπαθώ (ή τουλάχιστον έως τώρα) να μην βγω εκτός θέματος. Όπως και να ΄χει, παρότι προσωπικά δεν βλέπω τη σύνδεση με το topic, η αλήθεια είναι ότι έχω κάμποσες και την κάθε μία πιθανότατα να την έχω επιλέξει με διαφορετικό τρόπο και σίγουρα για διαφορετικό λόγο. Έχω αγοράσει κιθάρες και δίχως καν να τις έχω δοκιμάσει, εάν εκεί αποσκοπεί το ερώτημα. Μερικές τις ξαπέστειλα στο υπερπέραν της αγοράς μεταχειρισμένων, ενώ άλλες τις έχω ακόμη και ηχούν–κατ’εμέ- καλύτερα κι από κάποιες απ’ όσες είχα επιλέξει δοκιμάζοντάς τις. Αλλά το δικό μου κριτήριο επιλογής δεν εισφέρει στη συγκεκριμένη συζήτηση, διότι τα τελευταία χρόνια, όταν αγοράζω, αγοράζω με γνώμονα την αυθεντικότητα και συλλεκτικότητα του οργάνου πρώτιστα, ο δε ήχος, τουλάχιστον, σε τέτοιου επιπέδου όργανα τεκμαίρεται ότι είναι όπως πρέπει να είναι (και σχεδόν πάντοτε είναι).
  17. Iκανοποιητική και προσωπικά με καλύπτει ως τεκμηριωμένη απάντηση η πιο πάνω τοποθέτηση του Blue. Επιστημονική εξήγηση, χωρίς αφορισμούς και υπεκφυγές, ιδίως στο ερώτημα προς τί η προκατάληψη αγοράς από άλλη πηγή ενός ηλεκτρικού εγχόρδου που το πανομοιότυπό του έχει ήδη αλλού δοκιμαστεί και ικανοποιήσει τον υποψήφιο αγοραστή. Αλλά και πάλι, συνεχίζω να συντάσσομαι με την άλλη άποψη, εν προκειμένω του AndyC. Kαι όχι επειδή είμαι προκατειλημμένος, ούτε επειδή πιστεύω δογματικά σε κάποιες μεταφυσικές ιδιότητες των οργάνων, που τα διαφοροποιούν μεταξύ τους. Αναμφίβολα, όλα τελικά εξηγούνται από φυσικούς κανόνες, απλά δεν είμαι σίγουρος ότι γνωρίζουμε τα πάντα για τις συνέπειες της εφαρμογής των κανόνων αυτών, στο πεδίο των μουσικών οργάνων και πολύ περισσότερο όταν μιλάμε για όργανα –τα ηλεκτρικά έγχορδα εννοώ- που μετρούν μόλις δεκαετίες ζωής, ως εφευρέσεις. Ψάχνουν ακόμη οι επιστήμονες να βρούν πώς στην ευχή παράγεται αυτός ο ήχος από τα βιολιά του 16ου-17ου αιώνα (συγγνώμη που επικαλούμαι και πάλι παράδειγμα από το χώρο των ακουστικών οργάνων), αλλά τζάμπα ψάχνουν, μάταια τα περνούν ακτινογραφίες τα όργανα, άσκοπα κι οι αξονικές κι οι μαγνητικές τομογραφίες και δεν ξέρω τι άλλες αναλύσεις ξύλων και βερνικιών τους έχουν κάνει, και συνεχίζουν να τους κάνουν. Αλλά γεγονός παραμένει ότι τα ηχοχρώματα αυτά δεν τα έχουν αναπαράξει κι ούτε καν φαντάζονται σε ποιόν ή ποιούς παράγοντες οφείλονται. Για τον απλούστατο λόγο ότι η οργανοποιϊα δεν είναι ξερή επιστήμη, αλλά κάτι περισσότερο, δηλαδή τέχνη, και ως τέτοια κρύβει μυστικά, ακόμη κι από τους ίδιους τους κατασκευαστές. Εδώ η επιστήμη σηκώνει τα χέρια. Τώρα θα πει κάποιος, γιατί ανακατεύω τους αρχαίους ιταλιάνους μαστόρους με τους μεξικάνους που δουλεύουν στις γραμμές παραγωγής –έστω και πανάκριβων, αλλά πάντως βιομηχανοποιημένων- οργάνων, διά μαζική –λίγο ή περισσότερο- κατανάλωση. –Γιατί, σάμπως οι ιταλιάνοι δεν είχαν τότε καλφάδες πιτσιρίκους, να τους βγάζουν τη λάτζα ; Ή μήπως, εάν είχαν ανακαλυφθεί τότε το ρούτερ και το πιστόλι βαφής δεν θα τα χρησιμοποιούσε ο Guarneri ; Το λέω, διότι παραπάνω αμφισβητήθηκε μέχρι και η σχέση καθαυτή των ηλεκτρικών οργάνων (βλ. Telecaster) με την οργανοποιϊα. Δεν συμμερίζομαι την άποψη. Τουλάχιστον μιλώντας για ακριβές κιθάρες, είτε παράγονται σε δέκα είτε σε χίλια κομμάτια το χρόνο, δεν παύουν να αποτελούν υποδειγματικές κατασκευές, τουλάχιστον ως έξοχα αντίγραφα των επιτυχημένων πρωτοτύπων τους. Συχνά τα ηλεκτρικά όργανα, ειδικά τα bolt-on, αντιμετωπίζονται περισσότερο ως συναρμολογούμενα και λιγότερο ως όργανα και μερικές φορές επικρατεί μια σχεδόν μοντελιστική προσέγγιση στο όλο ζήτημα. To ότι σήμερα πιο εύκολα από ποτέ μπορούμε να προμηθευτούμε τα επιμέρους τμήματα μια κιθάρας και εύκολα να τα συνδέσουμε -ακόμη και οι ίδιοι- μεταξύ τους, δεν αναιρεί βέβαια τον χαρακτήρα του τελικού έργου ως μουσικού οργάνου. Πολύ περισσότερο, όταν η τέχνη τελικά δεν έγκειται στη συναρμολόγηση καθαυτή, όσο στην σωστή προεπιλογή των υλικών και στις μετέπειτα ρυθμίσεις, από τις οποίες εξαρτάται εάν το όργανο θα αποδώσει ως όργανο ή ως συναρμολογούμενο. Το θέμα της επίδρασης των ξύλων στο ηχητικό αποτέλεσμα, παραμένει –καλώς η κακώς- άλυτο. Ούτε βέβαια όλοι οι οργανοποιοί συμμερίζονται την άποψη περί μηδαμινής επίδρασης. Κάθε άλλο μάλιστα. Πχ ο Anderson είναι κάθετος, ότι το ξύλο παίζει μεγάλο ρόλο στον ήχο και δεν έχω λόγο να τον αμφισβητήσω, εκτός εάν μπω στην κουτοπόνηρη νεοελληναράδικη λογική του «έλα μωρέ τώρα, και ποίος είναι ο Anderson, άμα δεις τις κιθάρες που σιάχνει ο μαστρο-Γιακουμής θα πέσεις χάμω» ή στην έτερη «λογική», ότι ο κάθε Anderson έχει συμφέρον να υποστηρίζει την άποψη, απευθυνόμενος σε θύματα του καταναλωτισμού και με σκοπό να αιτιολογήσει τον σκασμό των χρημάτων που απαιτούνται για τα όργανά του. Μπορεί να είναι κι έτσι. Αλλά μέχρι να βρεθεί ένας επώνυμος κατασκευαστής μαγνητών, που να ισχυριστεί ευθέως ότι όλη τη δουλειά την κάνουν οι μαγνήτες του, θα συνεχίσω να κλίνω προς την αρχική μου άποψη. Που σε τελική ανάλυση την υποστηρίζει όχι κάποιος που προσδοκά όφελος από την πώληση ακριβών tonewoods ούτε κανένας χτεσινός στο χώρο, αλλά μια παλιά καραβάνα, που στο βιβλίο του «The Guitar Pickup Handbook» γράφει μεταξύ άλλων τα εξής, κατά λέξη : «Besides the DC resistance of a pickup, there are several variables that can determine the tone and output of a pickup. Some of the basic elements are the player’s choice of instrument and playing technique. The body and neck wood play an important role in the tone of the pickup: The same pickup can sound different in different types of instruments using different wood and manufacturing techniques (οr the same model and year of guitar, just different pieces of wood)» O τύπος ονομάζεται Seymour Duncan και φαντάζομαι ότι κάτι παραπάνω από μένα θα ξέρει, αν και όπως είπα παραπάνω, μάλλον υπάρχουν ακόμη αρκετά πράγματα να μάθουμε όλοι (συμπεριλαμβανομένου του Duncan) για το όλο θέμα της ηλεκτρικής κιθάρας. Εντάξει, και του μπάσσου, να μην είμαστε άδικοι.
  18. Σύμφωνοι. Το θέμα είναι εσύ τί λες. -Θα συμβούλευες κάποιον να αγοράσει καινούργιο όργανο από το εξωτερικό, έχοντας απλώς δοκιμάσει το "δίδύμό" του στην Ελλάδα ; Και εάν όχι, εάν δηλαδή θα τον απέτρεπες, γιατί θα τον απέτρεπες, εάν όντως ισχύουν τα όσα υποστηρίζεις, περί μη επίδρασης των ξύλων σε κάθε μεμονωμένο όργανο ;
  19. Δεν συμφωνώ, η κατασκευή οποιουδήποτε οργάνου, είναι επιστήμη, πόσο μάλλον εγχόρδου. Και η Telecaster, στην απλότητά της, ιδιοφυής σύλληψη είναι, πιθανόν μάλιστα ακριβώς εξαιτίας της απλότητάς της, ακόμη πιο ιδιοφυής. Περί της παράδοσης, στην οποίαν αναφέρεσαι, ουδείς αντιλέγει. Κλασσικό παράδειγμα η επιλογή κυπαρισσιού για ράχη και πλαϊνά στις flamenco blancas. Ξεκίνησε ως επιλογή επιβεβλημένη από τις συνθήκες (φθηνό και άφθονο τότε το κυπαρίσσι), αλλά εν τέλει όρισε τις προδιαγραφές του οργάνου. –Τι σημασία έχει, πώς ξεκίνησε ; Αλλά δε νομίζω ότι το θέμα μας είναι ο λόγος της επιλογής συγκεκριμένης ξυλείας σε συγκεκριμένες κιθάρες. Με δεδομένο την επιλογή συγκεκριμένης ξυλείας σε συγκεκριμένες κιθάρες, μιλάμε για τις εντεύθεν ηχητικές διαφορές που μπορεί να προκύπτουν. Έτσι νομίζω, τουλάχιστον.
  20. Εάν αγαπητέ Marathon καταργήσουμε κι αυτή σταθερά, τότε στο τέλος θα πρέπει να δεχτούμε ότι η επιλογή διαφορετικής ξυλείας σε διαφορετικούς τύπους οργάνων γίνεται είτε με καθαρά … αισθητικό κριτήριο είτε εντελώς τυχαία. Βρίσκω μπροστά μου ένα κομμάτι ash, βάζω ash, διότι έτσι έλαχε και σε τελική ανάλυση το ηχητικό αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο. Ελπίζω να μην ισχυρίζεσαι κάτι τέτοιο, διότι σε τέτοια περίπτωση εισάγεις τη θεωρία του χάους στην οργανοποιϊα. Επίσης, παραβλέπεις τη λέξη-κλειδί στην παραπάνω παράθεσή σου : -Τη λέξη «ζωντανή», σχετικά με τη σάρκα του ξύλου. Ακριβώς εκεί είναι το ζήτημα, στη ζωντάνια του ξύλου, που το καθιστά απρόβλεπτο ως πρώτη ύλη. -Ώστε η "μάζα" του ξύλου έχει επίδραση στον ήχο, ενώ το ξύλο όχι ; -Δεν το αντιλαμβάνομαι. Τέλος, το γεγονός ότι τελικά οι περισσότεροι αγοράζουν αδοκίμαστο όργανο, δεν απαντά στο ερώτημα : -Γιατί όχι ;
  21. Σ’ ευχαριστώ φίλε Lord. Προσωπικά, μου είναι δύσκολο να δεχτώ την ακουστική υποκειμενικότητα ως τη μόνη εξήγηση του φαινομένου, για το οποίο συζητάμε. Βεβαίως και υπεισέρχεται ο ψυχολογικός παράγων, δεν το αρνείται κανείς αυτό. Και πιθανότατα να είναι κυρίαρχος, στην προσπάθεια διάκρισης ηχητικών διαφορών. Αλλά δεν γίνεται να εξηγηθούν τα πάντα με το επιχείρημα της ψευδαίσθησης ή της αυθυποβολής. Πολλά ναι, αλλά όχι όλα. Υπάρχουν κανόνες της φύσης, σχετιζόμενοι με την πρώτη ύλη καθαυτή, που δεν μπορούν να αγνοηθούν. Σε τελική ανάλυση, τείνω να θεωρήσω πιο λογική την εξήγηση της διαφορετικότητας των ξύλων, παρά αυτήν της επίδρασης πχ του χρώματος (χεχε, καλό Marathon) στην ηχητική εντύπωση που δημιουργεί το κάθε όργανο, μιλώντας πάντοτε για κατασκευαστικά όμοια όργανα, ιδίου τύπου και προδιαγραφών. Το μαόνι είναι μαόνι και το alder είναι alder. Το καθένα ηχεί ως αυτό που είναι, σωστά ; Αυτό αποτελεί σταθερά της συζήτησης, φαντάζομαι. Εάν λοιπόν συμφωνούμε όλοι στη διαφορετικότητα του παραγομένου ήχου εξαιτίας της χρήσης διαφορετικού είδους ξυλείας, γιατί να αποκλείσουμε την επέκταση της παραδοχής αυτής, μέχρι δηλαδή του σημείου να δεχτούμε ότι ακόμη και από δύο κομμάτια ξύλου του ιδίου είδους και πάλι θα μπορούσαν να προκύψουν ηχητικές διαφορές στο τελικό αποτέλεσμα ; Και θα επικαλεστώ το κλασσικό παράδειγμα του «βάρους», για το οποίο συχνά γίνεται λόγος. Το βάρος όμως δεν είναι ύλη. Είναι απλώς ένα χαρακτηριστικό συγκεκριμένης ύλης, εν προκειμένω του ξύλου. –Πώς γίνεται λοιπόν να παραδεχόμαστε ότι το βάρος έχει όντως επίδραση, ξέρω ΄γω, στο resonance ή στο sustain του οργάνου και την ίδια στιγμή ν’ απαρνούμεθα τη συνεισφορά του ξύλου καθαυτού στον ήχο, λες και το βάρος είναι έννοια αποκομμένη από την ύλη την οποίαν ακριβώς χαρακτηρίζει ; Ή μήπως και το βάρος το ίδιο, συνισταμένη πλείστων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ξύλου δεν είναι ; Έπειτα, είναι και το άλλο : -Είθισται στις εδώ συζητήσεις να δίδεται η συμβουλή σε νεαρότερους μουσικούς που σκέπτονται ν’ αγοράσουν ακριβό όργανο και μάλιστα καινούργιο, συνήθως από το γνωστό κατάστημα του εξωτερικού, να μην το πράξουν, με το αιτιολογικό ότι «ποτέ δεν αγοράζουμε ακριβό όργανο, δίχως προηγουμένως να το δοκιμάσουμε οι ίδιοι». Και ρωτώ τώρα εγώ, κατόπιν της παραπάνω συζήτησης, γιατί όχι ; Εάν το παιδί έχει δοκιμάσει το ίδιο ακριβώς όργανο σε ελληνικό κατάστημα και τον έχει ικανοποιήσει, γιατί να μην παραγγείλει το ίδιο ακριβώς μοντέλο από το εξωτερικό ; -Τί είναι εκείνο που διακινδυνεύει ; -Μήπως τυχόν κατασκευαστικά ελαττώματα του οργάνου ; -Αδιάφορον, αφού αυτά καλύπτονται από την εγγύηση. Τους το γυρίζει πίσω και τέλος. –Μήπως την πιθανότητα να έρθει το όργανο ασετάριστο ; -Σιγά το πράγμα, το σετάρει εδώ χάμω, όπως θέλει και ξεμπερδεύει. Άρα, τί είναι στην πραγματικότητα εκείνο που θα έπρεπε να τον αποτρέψει από το να αγοράσει το όργανο δίχως να το δοκιμάσει ; Ε, προφανώς είναι η πιθανότητα να μην του αρέσει ηχητικά, όταν θα το παραλάβει. -Πώς ; -Μα υπάρχει τέτοια πιθανότητα ; -Είναι ποτέ δυνατόν η κιθάρα που κατέφθασε από το εξωτερικό να έχει αντιληπτές ηχητικές διαφορές με το ακριβώς ίδιο όργανο που δοκίμασα πριν μια βδομάδα στην Αθήνα ; Μιλάμε για το ίδιο κι απαράλλαχτο όργανο, μέχρι και το χρώμα, μέχρι και την τελευταία βίδα, μέχρι και την κόλλα που χρησιμοποιήθηκε για να κολληθεί η βελούδινη επένδυση στο εσωτερικό της θήκης. Δίπλα να τα βάλεις τα όργανα, δεν θα τα ξεχωρίσεις, παρεξόν από το s/n, εάν το προσέξεις. Άρα, με βάση τη θεωρία της μη επίδρασης των ξύλων στο ηχητικό αποτέλεσμα, εάν τις βάλω τώρα δα και τις δύο κιθάρες στον ενισχυτή, τη μία πίσω από την άλλη, το ίδιο πράγμα θ’ ακούσω, σωστά ; Άρα, ξαναρωτώ, ποιός ο λόγος να μην αγοράσει το τάδε παιδί αδοκίμαστο όργανο απ’ όξω, εκτός δηλαδή από λόγους εθνικούς κι ένεκα η κατάστασις η αλγεινή, της χώρας ; Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, να επισημάνω ότι ο γράφων δεν είναι αυτό που λέμε «το αυτί». Κάθε άλλο μάλιστα. Κατά πάσα πιθανότητα, αδυνατώ να διακρίνω διαφορές που ο μέσος όρος των μουσικών θα διέκρινε. Ενδεχομένως να είμαι και ο Σουφλιάς, αυτοπροσώπως. Εξάλλου, ποτέ δεν ξέρεις με ποιόν συνομιλείς στο διαδίκτυο. Όμως, το ότι δεν τις ακούω εγώ τις διαφορές, δεν σημαίνει και ότι δεν υφίστανται. Διότι οι ηχητικές διαφορές είναι όπως οι εξωγήϊνοι : -Υπάρχουν στο σύμπαν, μέχρι κι ανάμεσά μας, ακόμη κι αν δεν τους βλέπουμε. ΥΓ : Βλέπω τώρα την κιθάρα που βαστάει αυτός ο ψηλός στη φωτό παραπάνω και σκέπτομαι ότι κιθάρα double neck έχει τύχει να δω, κιθάρα double body όμως, ουδέποτε.
  22. Ευχαριστώ αγαπητέ Marathon, καλώς σας βρήκα, ήδη βέβαια τυγχάνων αναγνώστης σας, προ πολλού. Θα διαφωνήσω όμως, στα περί πλήρους και απόλυτου διαχωρισμού ακουστικών και ηλεκτρικών οργάνων. Απλώς, στα καθαρά ακουστικά όργανα, η συνεισφορά των ξύλων στο ηχητικό αποτέλεσμα είναι τόσο προφανής, που είναι εντελώς αδιαμφισβήτητη. Επέλεξα λοιπόν το παραπάνω παράδειγμα, προκειμένου να επισημάνω, με τη σειρά μου, τον εν γένει αστάθμητο χαρακτήρα του ξύλου ως πρώτης ύλης, στην οργανοποιϊα. Διότι είτε για ακουστικά μιλάμε, είτε για ηλεκτροακουστικά είτε για ηλεκτρικά όργανα μιλάμε, πάντως για ξύλινα όργανα μιλάμε, σε κάθε περίπτωση. Όργανα ξύλινα, άρα απρόβλεπτα, τόσο, όσο και η βασική ύλη τους. Νομίζω ότι αυτός είναι ο πυρήνας του προβληματισμού του Lord Goumis : -Πώς δηλαδή εξηγείται, δύο ηλεκτρικά όργανα παρόμοιου τύπου και προδιαγραφών να διαφοροποιούνται ηχητικά μεταξύ τους, σε βαθμό μάλιστα ορισμένα εξ αυτών να κρίνονται ως «κουπιά». Παρότι προσπαθούμε να αποφύγουμε την αναδρομή σε συζητήσεις περί ξύλων, εκεί ακριβώς οδηγείται η συζήτηση, μοιραία. Αγαπητέ Superfunk, όλα τα ανωτέρω σωστά, αλλά δε νομίζω ότι είναι το θέμα μας η επίδραση που θα έχουν επί του ήχου οι επιγενόμενες τροποποιήσεις-βελτιώσεις, όπως η αλλαγή μαγνητών, ηλεκτρικών, γέφυρας κλπ, που αναφέρεις. Προφανώς θα έχουν μεγάλη επίδραση, το καθένα απ’ αυτά και όλ’ αυτά μαζί, ακόμη περισσότερο. Αλλά, εάν κατάλαβα σωστά, εν προκειμένω ο Lord Goumis αναφέρεται στις ήδη υφιστάμενες διαφορές δύο πανομοιότυπων, συγχρόνως κατασκευασμένων οργάνων, με τις ακριβώς ίδιες προδιαγραφές, τη στιγμή ακριβώς που εξέρχονται της εργοστασιακής γραμμής. Ίδιες κιθάρες, ίδιοι μαγνήτες, ίδια ηλεκτρικά, ίδια γέφυρα, ίδιο nut, ίδια τάστα, ίδιες χορδές, ίδιο (όσο το δυνατόν, εν πάση περιπτώσει) setup, ίδιος ενισχυτής, ίδιο καλώδιο, ίδιος κιθαρίστας, ίδια πένα, ίδια ώρα, και όμως, η διαφορά είναι εκεί, την ακούς ολοκάθαρα. Εκεί έγκειται, νομίζω, ο προβληματισμός του Lord. –Γιατί να συμβαίνει αυτό ; -Έλα μου ντε, γιατί ; Πάντως, οφείλω να ομολογήσω ότι υπάρχουν όντως στη φύση κάποια συγκεκριμένα ξύλινα πράγματα, που ακούγονται ακριβώς τα ίδια, υφ’ οιεσδήποτε συνθήκες : Οι γλώσσες των πολιτικών. Άλλη εξαίρεση εγώ δεν βλέπω.
  23. Νομίζω ότι τo έχεις εξαρχής θέσει άριστα, αγαπητέ Lord Goumis : Είναι άδικο να κριθεί ένα (οποιοδήποτε) όργανο, εφόσον ο κριτής δεν είναι –και μάλιστα επί μακρόν- κάτοχος και συστηματικός χρήστης του. Εντούτοις, εν Ελλάδι (φαντάζομαι ότι εδώ χάμω συμβαίνει συχνότερα, πιθανόν λόγω μεσογειακής ιδιοσυγκρασίας), είθισται ο αεροβαπτισμός μιας κιθάρας που έλαχε να πέσει στα χέρια μας, είτε ως «μαγικής», είτε –το συνηθέστερο- ως κουπιού, μουγκής, σκουπόξυλου και τα λοιπά κολακευτικά, κατόπιν διενεργείας σύντομου τεστ εκ του προχείρου (έχοντος την μορφήν του χοίρου), είτε εντός καταστήματος μουσικών οργάνων, είτε εντός στουντίου (sic) όπου έτυχε να ευρεθούμε, είτε στην οικία του τάδε κολλητού του δείνα φιλαράκου μας, Κυριακή μεσημέρι, ώρα τρείς και κάτι, με το volume στο 0,001, καθότι τυγχάνουμε συνειδητοποιημένοι πολίτες και δεν θέμε τώρα να ενοχλάμε μεσημεριάτικα τους γειτόνοι, έστω κι αν δεν πρόκειται για τους δικούς μας γειτόνοι, αλλά για τους γειτόνοι του τάδε κολλητού του δείνα φιλαράκου μας. Σημαντικές παράμετροι όπως ας πούμε ο χώρος της πρόχειρης δοκιμής, η άγνοια των τρόπων εκμετάλλευσης των δυνατοτήτων του συγκεκριμένου ενισχυτή μέσω του οποίου ακούμε το όργανο τη δεδομένη στιγμή, ο τρόπος με τον οποίον τυχαίνει να είναι (ή να μην είναι) ρυθμισμένη η κιθάρα, ακόμη κι η προσωπική διάθεση της στιγμής, σπανίως λαμβάνονται υπ’ όψιν. Ως εκ θαύματος, στο τέλος της δοκιμής, ο «δοκιμαστής» οφείλει οπωσδήποτε να αποφανθεί : -Έχεις ακούσει ποτέ κανέναν, σε μια τέτοια περίπτωση, να δηλώνει «αδυνατώ να κρίνω» ; -Μάλλον όχι. Όλοι έχουν άποψη. Πάντα έχουν άποψη. Οφείλουν να έχουν άποψη. Εάν δεν αποκρυσταλλώσεις και δη εκφράσεις άποψη, τότε κάτι δεν πάει καλά με σένα, όχι με το όργανο. Οπότε, πρέπει να δηλώσεις την άποψή σου. Το απλούστερο και μάλλον φυσιολογικό «δεν γνωρίζω/δεν απαντώ», δεν μετράει ως άποψη. Μολόγα : -Σου άρεσε το όργανον ; -«Μάπα το όργανον». Ή «Στραντιβάρι το όργανον, τύφλα να ΄χει ο Αμάτι». Πάντως, κάτι θα πρέπει να πεις, διότι εάν δεν πεις, τεκμαίρεται ότι δεν ξέρεις από όργανα. Η γνώμη μου (και για να μην παρεξηγηθώ, δηλώνω τη γνώμη αυτή τόσο ταπεινή, όσο και μια βαθέως θρησκευομένη μαυροφόρα συνταξιούχος του ΟΓΑ, που έρπει γονυπετής στον ατέλειωτο ανήφορο προς την Παναγιά της Τήνου) είναι ότι σε τέτοια «tests» η ψυχολογία παίζει τον κυρίαρχο ρόλο. Ένα ακριβό όργανο, ξεκινάει κατ΄αρχήν αβανταρισμένο, από τη στιγμή που το πιάνεις στα χέρια σου. Αντιθέτως, το σινικό δημιούργημα των τριών κατοστάρικων είναι εξ ορισμού αουτσάϊντερ και πιθανότατα έχει κοπεί στη δοκιμασία, πριν καν αρθρώσει νότα. Είναι η προέκταση του κανόνα «ό,τι πληρώνεις, παίρνεις» : -Ε, αντιστοίχως, ό,τι πληρώνεις, ακούς. Ωστόσο, το τεκμήριο αυτό, της φυσικής ανωτερότητας της ακριβής κιθάρας κάμπτεται, σε αρκετές περιπτώσεις. Για παράδειγμα, μπαίνει ο άλλος μέσα στο μαγαζί, δίχως την ελαχίστη πρόθεση αγοράς έστω και μίας πένας των 0,99 mm, βουτάει μια Fender ® Stratocaster®- Master Kung-Fu®- Artificially Battered to Death®- Pre-Historic Jurassic Collection ® (ήτοι τέσσερα-πέντε χιλιάρικα ζημιά πριν καλά-καλά βγεί από το εργοστάσιο), την πλακώνει στα αρπέτζιος και εν τέλει αποφαίνεται με ξυνισμένη μούρη απογοητευμένου ειδήμονος ότι το όργανο «δε λέει». «‘Ομφακες εισί», που έλεγε κι η αλεπού του Αισώπου. Που μπορεί, δεν αντιλέγω, να είναι κι η αλήθεια, αλλά μπορεί και να μην είναι, που μάλλον δεν είναι. Η υποψία ότι δεν είναι η αλήθεια, ενισχύεται ακολούθως, όταν το ίδιο όργανο το δοκιμάζει ο ήδη ψημένος να το αγοράσει και φορτωμένος με το ακριβές αντίτιμο τύπος, ο οποίος –ως εκ θαύματος- βρίσκει το ίδιο όργανο καταπληκτικό. Και εξ αυτού του λόγου, το αγοράζει. Άλλωστε, γι’ αυτό ήρθε, για να το αγοράσει, καθώς μάλιστα το είχε ήδη ερωτευτεί, χαζεύοντάς το στη βιτρίνα, πριν καν το δοκιμάσει. Πιστεύω να γίνομαι κατανοητός. Τη λογική της απόρριψης των ξύλων, ως κυρίαρχου παράγοντα ηχητικής διαφοροποίησης μεταξύ οργάνων παρόμοιων προδιαγραφών, δεν την κατάλαβα ποτέ. Και δεν χρειάζεται να σπάσω το κεφάλι μου, ώστε να αντιληφθώ το προφανές, ποιός δηλαδή είναι ο πλέον αστάθμητος παράγων στην κατασκευή ενός μουσικού οργάνου. Φρόντισαν να το σπάσουν πριν από μένα, για μένα, τόσοι και τόσοι μαστόροι, αιώνες πιο μπροστά :-Το ξύλο δεν παλεύεται. Το ξύλο είναι απρόβλεπτο. Πιάνανε, λόγου χάρη, οι Αρμένηδες οι οργανοποιοί, τα παλιά τα χρόνια, τα χρόνια του ρεμπέτικου, και κρεμούσαν τα όργανα στον τοίχο, έτοιμα καθ’ όλα, εκτός από μια μικρή «λεπτομέρεια», που την άφηναν επίτηδες σε εκκρεμότητα, μέχρι τη στιγμή της πώλησης του οργάνου : -Άφηναν το καπάκι άκοπο, δίχως τρύπα. –Γιατί ; -Για να μην έχουν ιστορίες και μανούρες με την πελατεία τους. «Το δικό μου το μπουζούκι είναι μουγκό, γιατί δεν παίζει σαν του Τσιτσάνη ;». Και όντως, είχε δίκιο ο παίκτης, πράγματι το μπουζούκι του δεν έπαιζε σαν του Τσιτσάνη, κι αυτό δεν το ισχυριζόταν μόνο ο παραπονούμενος παίκτης, αλλά το συνομολογούσε κι ο ίδιος ο Τσιτσάνης, που το είχε παίξει το όργανο και το είχε επίσης βρει μουγκό. Κι όμως, κατασκευαστικά τα δύο όργανα ήταν πανομοιότυπα, ίδιος μάστορας, ίδια παρτίδα ξύλα, ίδιες κόλλες, ίδιος χρόνος κατασκευής, τα πάντα ίδια. Αλλά έτσι το έφερε η τύχη, του Τσιτσάνη να λαλάει και του τάδε παίκτη να βογκάει, άτιμη κοινωνία που άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους κατεβάζεις στα τάρταρα. Επειδή λοιπόν οι μαστόροι το είχαν δει πολλές φορές το ίδιο έργο και δεν γούσταραν μουρμούρες, άφηναν το καπάκι άκοπο κι όταν πλέον διάλεγε ο οργανοπαίκτης το όργανο από τον τοίχο, αφού το γρατζουνούσε λίγο, αφού το χάζευε και θαύμαζε τις κλάρες και τις ντούγιες και τη όλη τέχνη, όταν πλέον περνούσε στο ταμείο και το πλήρωνε (νομίζω ότι τότε δεν έκοβαν απόδειξη, όπως και τώρα δηλαδή, ενίοτε), τότε και μόνον τότε του άνοιγε και την τρύπα, να το πάρει ο άνθρωπος το οργανάκι, καλόπαιχτο, γουρούνι στο σακκί, κι άμα του «έβγαινε» καλώς, άμα πάλι δεν του «έβγαινε», έτσι είν’ η ζωή. Μάλλον κάτι ξέρανε οι παλιοί. Να μου συγχωρηθεί που δεν θα συμφωνήσω και με το σύνηθες «επιχείρημα», ότι το όργανο το αναδεικνύει ο κιθαρίστας. Ασφαλώς το αναδεικνύει ο κιθαρίστας. -Ποιός άλλος δηλαδή ; Αλλά προφανώς ο ίδιος αυτός κιθαρίστας, ο κορυφαίος λέω εγώ, διακρίνει αμέσως τις έως και τεράστιες διαφορές μεταξύ δύο πανομοιότυπων ως προς τις προδιαγραφές οργάνων και ξεχωρίζει αμέσως το (κατ’ αυτόν) πιο αξιόλογο. Όπερ σημαίνει ότι ναι, δύο «ίδια» όργανα ακούγονται στην πραγματικότητα διαφορετικά, όπερ περαιτέρω οδηγεί αναγκαστικά την όλη συζήτηση στην επαναδιατύπωση του ερωτήματος, για δισεκατομμυριοστή φορά : -Εάν όχι τα ξύλα, τότε τί ;
×
×
  • Δημοσιεύστε κάτι...

Τα cookies

Τοποθετήθηκαν cookies στην συσκευή σας για να είναι πιο εύκολη η περιήγηση στην σελίδα. Μπορείτε να τα ρυθμίσετε, διαφορετικά θεωρούμε πως είναι OK να συνεχίσετε. Πολιτική απορρήτου