Προς το περιεχόμενο

Πίνακας συμμετοχής

  1. odis13

    odis13

    Μέλος


    • Βαθμοί

      3

    • Αναρτήσεις

      6.112


  2. fusiongtr

    fusiongtr

    Solist


    • Βαθμοί

      3

    • Αναρτήσεις

      21.934


  3. dimsonic

    dimsonic

    Μέλος


    • Βαθμοί

      2

    • Αναρτήσεις

      20.926


  4. roberto30

    roberto30

    Μέλος


    • Βαθμοί

      1

    • Αναρτήσεις

      1.155


Δημοφιλές περιεχόμενο

Προβολή δημοσφιλέστερου περιεχομένου σε 14/04/2022 σε όλα

  1. Ξεκινησα πριν καιρο να κραταω μερικες σημειωσες και λινκ σχετικα με τον John Fahey και αλλους καλλιτεχνες του American Primitive κυκλου, αρχικα για δικη μου χρηση. Τις προαλλες μπηκα στον κοπο να τις τακτοποιησω/αθροποιησω λιγο για ενα φιλο που ενδιαφεροταν να ψαξει λιγο το ειδος, και σκεφτηκα οτι ισως ενδιαφερει και κοσμο εδω, οποτε σας το παραθετω. Εχει λιγο τον ατελειωτο αλλα εχω προσπαθησει να καλυψω τον Fahey, τους υπολοιπους της Takoma καθως και την νεοτερη/συγχρονη γενια. Eλπιζω να φανει ενδιαφερον σε μερικους. INTRODUCTION American Primitive Guitar ειναι ο μυστηριωδης ορος συνωνυμος με το ιδιοσυγκρατικο στυλ μουσικης που καθιερωθηκε στις αρχες του ’60 απο τον John Fahey και τους ακολουθους του. Προκειτα για μια κατα κορον σολιστικη μουσικη για fingerstyle ακουστικη κιθαρα με ριζες στα country blues και στο ragtime. Ως εκ τουτου το ειδος συνηθως χαρακτηριζεται απο ανοικτα κουρδισματα, εντονους syncopated ρυθμους και alternating μπασα. Ξεφευγει ομως αρκετα στην δομη και αρμονια του απο τα παραδοσιακα μπλουζ, εν μερει επειδη κατα κανονα δεν λειτουργει ως συνοδια φωνης αλλα ως αυτονομη, σολιστικη μουσικη για κιθαρα. Οι μουσικες επιρροες ποικιλουν, απο το αμερικανικο folk και gospel φασμα μεχρι contemporary classical και ανατολιτικα στοιχεια . Πολυπλοκες αρμονιες, ανορθοδοξα voicings, drones, ταξιμια και ragas, dissonant συγχορδιες και αλλαγες, μεχρι και στουντιακα manipulations και field recordings – ολα στοιχεια που η APG σχολη μπλεκει μεσα στα fingerstyle blues αδιασειστα, παντα σε πνευμα expressional minimalism, δημιουργωντας ενα κατ’εμε εθιστικα ενδιαφερον μεταφυσικο φολκ κραμα. Μια μουσικη κατα κορον μελαγχωλικη και εσωστρεφης, αυτοσχεδιαστικη και σχεδον διαλογιστικη στον χαρακτηρα της, συχνα απατηλα απλοικη εκ πρωτης οψεως, αλλα με τρομερη πολυκλοτοτητα τονου και ερμηνειας κατω απο την επιφανεια. Το ονομα, coined απο τον αρχιερεα του ειδους Fahey πανω στην πλακα, ειναι αναφορα στην French Primitive Painting σχολη, ως παραλληλισμος της αυτοδιδακτης φυσης των δημιουργων αλλα και του επιφανεικου crudeness των εργων. Oι περισσοτεροι μουσικοι του χωρου τεινουν να παιζουν dreadnoughts ή jumbos, με πολυ τυπικη επισης την χρηση fingerpicks. Υπαρχουν και αρκετοι που εχουν εστερνιστει την 12χορδη κιθαρα, εν μερει λογω του γεματου, drone-like ηχου που μπορει να εχει σε τετοια μουσικα settings, ενω επισης δεν λειπει το occasional lap-steel παιξιμο, κληρονομια της country blues. Φυσικα υπαρχουν και οι ανταρτες που ενιοτε θα αρπαξουν banjo ή ηλεκτρικη κιθαρα, θα λειτουργησουν εντος ευρυτερου συνολου/μπαντας ή σε ελαχιστες περιπτωσεις θα τραγουδισουν κιολας. Θα προσπαθησω να τον John Fahey και την μουσικη του, καθως και τους αρκετους αλλους αξιολογους μουσικους αυτου του γκρουπ, απο συγχρονους του Fahey μεχρι και τη νεοτερη, σημερινη γενια. Συνοδεια προφανως αρκετων κλιπ, ευελπιστω οτι θα ειναι μια ενδιαφερουσα πορεια σε ενα niche μουσικο ειδος με τρομερο βαθος. Προφανως δεν προκειται να καλυψω τους παντες (πως θα μπορουσα αλλωστε) αλλα εχω προσπαθησει ενα balance μεταξυ προσωπικου γουστου και ειδικου βαρους. CHAPTER 1: JOHN FAHEY Σε καθε ειδος μουσικης υπαρχουν τιτανες – που θεσαν πρωτοι τα θεμελια, που καθιερωσαν υφος και δομη, που αλλαξαν την ροη των πραγματων, εξελιξαν και ανεβασαν το ειδος σε νεα επιπεδα. Eιναι πολυ δυσκολο, αδυνατον σιγουρα για ειδη που εχουν εξελιχθει σε μεγαλο βαθος χρονου και χωρου, να δαχτυλοδειξεις εναν και μονο ανθρωπο ως απολυτα υπευθυνο για του που βρισκομαστε – το American Primitive ομως ειναι ενα απο αυτα τα ελαχιστα niche ειδη οπου ισως μπορεις να το κανεις. Και δεν ειναι αλλος απο τον John Fahey. Ο John Fahey γεννηθηκε το 1939 και μεγαλωσε στην Tacoma, Maryland, ενα προαστιο της Washington D.C. Απο τις αρχες του ’50 του κεντρισε το ενδιαφερον η κιθαρα, και κυριως η μπλουζ μουσικη – ξεκινησε μαλιστα μαζι με φιλους να συλλεγει σπανιους τοτε 78rpm early blues δισκους. Σγκεκριμενα, σε ενα record hunting trip με τον φιλο του (και μετεπειτα γνωστο μουσικολογο/συλλεκτη) R. K. Spottswood ηταν που ακουσε για πρωτη φορα το “Praise God I’m Satisfied” του Blind Willie Johnson και αποφασισε να αφοσιωθει στην μπλουζ κιθαρα. Το 1959 ηχογραφει το υλικο για τον πρωτο του δισκο. Βεβαιος οτι δεν προκειται να ενδιαφερει κανεναν, και μη ξερωντας και πως να επιχειρησει να τον αναλαβει καποια δισκογραφικη, αποφασιζει να τον κυκλοφορησει ο ιδιος. Ιδρυει λοιπον την Tacoma Records και τυπωνει σε μικρο αριθμο τον πρωτο αυτο δισκο. Για εξωφυλλο ενα πολυ μινιμαλ, χιπ λουκ για την εποχη του, απλα bold μαυρα γραμματα πανω σε ενα καθαρο λευκο φοντο (επειδη οπως ειπε ο ιδιος, “We didn’t know any artists”). Στη μια πλευρα του δισκου, βαζει το ονομα του – στην αλλη, γραφει Blind Joe Death. Αλλους δισκους τους πουλαει ο ιδιος, αλλους παει και τους χωνει στα used sections απο τοπικα δισκαδικα. Ξεκιναει ετσι μια μυθικη περσονα, ενα μπλεξιμο σχετικα με το ποιος ειναι αυτος ο Blind Joe Death, και σιγα σιγα μια μουσικη καριερα για τον Fahey. John Fahey – Poor Boy, Long Ways From Home John Fahey – Sunflower River Blues John Fahey – Poor Boy Το ’63 μετακομιζει στην Καλιφορνια και ξεκιναει μεταπτυχιακες σπουδες στο Berkeley αρχικα και μετεπειτα στο UCLA, καταληγωντας να γραφει την διατριβη του πανω στον Charlie Patton. Η κιθαριστικη του ενασχοληση τον βαζει by association (και προς δυσαρεσκια του) στον κυκλο του proto-hippie folk revival που ανθιζε τοτε στην Καλιφορνια. Η ωμη και εσωστρεφης μουσικη του διαμορφωθηκε εν μερει ως αντιδραση στο folk revival και ειδικοτερα το New Age movement της εποχης, με τα οποια εβγαζε φλυκταινες και θεωρουσε ιδιαιτερα pretentious και επιφανειακα. Oπως αρεσκονταν να λεει, “Folk? Me? I’m not folk, I’m from the suburbs.” John Fahey – Requiem for John Hurt John Fahey – Red Pony John Fahey – Days Have Gone By Aπο νωρις στη δεκαετια του ’60 λοιπον η μουσικη του Fahey αρχιζει απο ιδιομορφα μεν, μπλουζ δε, να εξελισεται και να μπολιαζεται με ολα τα contemporary και ethnic στοιχεια που εχουν γινει πλεον σημα κατατεθεν του ειδους. Ο Fahey ειχε και ενα avant garde streak, επιχειρωντας ηδη ηχητικα κολαζ με επιρροες απο musique concrete απο αρκετα νωρις (για παραδειγμα το Requiem for Molly απο το δισκο Requia) και ενιοτε παραβιαζωντας την αυστηρα solo προσεγγιση (παραδειγμα το κομματι March for Martin Luther King απο το The Yellow Princess). Παραλληλα, αναβιωνει την Tacoma Records και ξεκιναει, μαζι με τον ED Denson, μια διαδικασια επαν-ανακαλυψης και ηχογραφησης υλικου απο χαμενους blues artists οπως ο Bukka White, την κυκλοφορια νεου υλικου του (και την επαναηχογραφηση του πρωτου του δισκου) αλλα και επεκτασης του καταλογου εκδιδωντας δουλειες απο συγχρονους του οπως ο Basho, o Kottke και ο Lang (more on these guys later). John Fahey - Lion John Fahey – Fare Forward Voyagers Μετα απο μια περιοδο προσωπικων δυσκολιων, φτωχειας και γενικης αφανειας κατα τη δεκαετια του ’80 ο Fahey επανηλθε στο προσκηνιο στα μεσα των ‘90ς οταν μερικα αφιερωματα στη μουσικη του σε περιοδικα οπως το Spin τον κανανε household name με την τοτε πειραματικη ροκ σκηνη, με τους Sonic Youth, τους Cul de Sac και τον Jim O’Rourke ως prominent fans. Η νεα (και τελευταια) αυτη περιοδος της καριερας του διαφερει εντονα απο την προτυτερη δουλεια του, καθως πλεον εχει κανει μια στροφη σε πιο avant-garde μονοπατια, με σχεδον ambient προσεγγιση και ηλεκτρικο συχνα ηχο. Ως αξεπεραστος μετρ του ειδους, λογικο να ειναι και ο πρωτος που κατερριψε τα ορια που ο ιδιος ειχε (ισως αθελα του) θεσει. Παραλληλα, ιδρυει μια νεα δισκογραφικη, την Revenant, οπου εστιαζει περισσοτερο σε κυκλοφοριες παλαιου ξεχασμενου φολκλορ. Η τριτη αυτη φαση της καριερας του διεκοπη δυστυχως αποτομα - το 2001 πεθαινει σε ηλικια 61 ετων στο Salem, Oregon απο καρδιακες επιπλοκες. To 2003 το Rolling Stone τον κατατασει 35ο στη λιστα του με τους 100 σημαντικοτερους κιθαριστες ολων των εποχων. Aκομα και σημερα, το ονομα του Fahey αναφερεται με reverence απο οσους κιθαριστες ειναι γνωστες του εργου του. Ειναι ευκολο ισως οταν τον ανακαλυπτει κανενας σημερα να τον προσπερασει ως αλλο ενα μπαρμπα που παιζει τα μπλουζ στην βεραντα του, αλλα με το που βουτηξεις λιγο κατω απο την επιφανεια καταλαβαινει γιατι εχει την φημη που εχει. Η μουσικη του ειναι μακραν απο απλοικη σολιστικη μουσικη κιθαρας, αλλα ταυτοχρονα εχει αμεσο αισθηματικο αντικτυπο που θα ζηλευαν μεχρι και τα αριστουργηματα της folk τραγουδοποιας, αξεπεραστο μεχρι και σημερα κατ’εμε απο οποιονδηποτε μετεπειτα. Και πρεπει να λαβουμε υποψην και το ιστορικο πλαισιο – το να κυκλοφορησει καποιος ενα δισκο με ακουστικα instrumental σημερα μπορει να μας φαινεται πολυ νορμαλ, αλλα για την εποχη του ηταν σχετικα πρωτογνωρο. Μιλαμε για μια εποχη οπου η country blues (αλλα και παλαιοτερα ειδη οπως η πρωιμη bluegrass) ειχαν σχεδον υποστει διαγραφη απο τη συλλογικη μνημη, με την πλειοψηφια της γενιας του Fahey να μην εχουν ιδεα περι αυτης της μουσικης. Mια εποχη που folk μουσικη σημαινε Kingston Trio wannabees και που η κιθαρα ειχε σχεδον αποκλειστικα ρολο συνοδευτικο φωνης ή ως ρυθμικο οργανο. Πολυ συντομα θα αλλαζε αυτο με το folk revival των ‘60ς, αλλα σκεφτειτε οτι πολλοι νεοι των ‘60ς πολυ απλα δεν ειχαν ακουσει ποτε κανεναν να παιζει, με αυτον τον τροπο μαλιστα, το ειδος μουσικης που επαιζε ο Fahey, ηταν για πολλους ενα πρωτογνωρο ακουσμα το οποιο. John Fahey - Coelecanths John Fahey – Summertime Παρεπιπτοντως, ο Fahey ειχε και ενα ταλεντο στο γραψιμο, συχνα γραφωντας μακροσκελη liner notes στους δισκους του που μπαινανε σε fiction χωραφια, συχνα παρωδωντας τις εκθεσεις ιδεων που συνοδευαν συχνα τοτε folk δισκους, αλλα και αλλα αυτονομα short stories με κοινη μυθολογια και θεματοπλασια. Αυτες οι μικρο-ιστοριες, οι οποιες κυμαινοταν απο ημι-βιογραφικες μεχρι wild, disturbing fiction επηρεασμενα απο προσωπικα του τραυματα και φαντασματα, κατεληξαν (σχεδον τυχαια) προς το τελος της ζωης του να εκδοθουν σε δυο συλλογες, How Bluegrass Music Destroyed My Life (το πρωτο πρωτο μουσικο του μικροβιο ο Fahey το κολλησε ακουγωντας πιτσιρικας τον Bill Monroe να τραγουδαει το Blue Yodel no. 7) και Vampire Vultures. Ειναι εξαιρετικο reading material και τα δυο. Bonus round: Fahey live at Varsity ‘81 Guitar geekery: Τα πρωτα χρονια της καριερας του ο Fahey επαιζε μια Gibson-made Recording King Ray Whitley model 1027 του 1939. Απο τα μεσα του ’60 ξεκινησε να χρησιμοποιει μια πανεμορφη, και πολυ σπανια Bacon & Day Senorita, η οποια καπου στα ‘70ς εξαφανιστηκε και εκτοτε ο Fahey το γυρισε σε Martin D35 (υπαρχει και μια φωτο του με μια D76, που ειναι πρακτικα το ιδιο οργανο). Slide επαιζε κυριως πανω σε μια Weissenborn (Kona Style 3). Προς το τελος της ζωης του, οπου εκανε την επανεμφανιση του και στροφη προς ηλεκτρικο ηχο επαιζε με διαφορα οργανα - μερικες Blueridge dreadnoughts, μια Fender tele με διπλους, μια neck-trhough (?) 335ish… Recommended listening: Σχεδον ολα, η εξεταση θα ειναι εφ’ολου υλης. Αλλα μπορειτε να ξεκινησετε με Death Chants, Breakdowns & Military Waltzes (1963) και The Transfiguration of Blind Joe Death (1965) για πρωιμο υλικο, Requia (1967) και Days Have Gone By (1967) για τη μεση περιοδο του, Fare Forward Voyagers (1973) για μερικα απο τα καλυτερα long-form εργα του και τελος Red Cross (2003) για τα ambient ηλεκτρικα πονηματα στο τελος της ζωης του. Further reading: Υπαρχουν παρα πολλα (και καλα) αρθρα, συνεντευξεις, obituaries αλλα και full-length βιογραφιες για τον Fahey εκει εξω που ευκολα βρισκει κανεις με ενα ψαξιμο, αλλα θα σας αφησω ενα αγαπημενο κειμενακι εδω. Eπισης γενικοτερα στην σελιδα αυτη υπαρχουν liner notes απο τους δισκους του, διαφορα αλλα γραπτα, ταμπλατουρες, σημειωσεις κλπ... https://www.johnfahey.com/pages/ac1.html CHAPTER 2: FAHEY’S TAKOMA CONTEMPORARIES Ο Fahey ειχε αναλαβει στην Takoma αρκετους συγχρονους του καλλιτεχνες, και ιδιαιτερα νεους κιθαριστες με παρομοια φιλοσοφια και στυλ στην ακουστικη κιθαρα. Eδω θα δουμε μερικους απο αυτους, και κυριως τους Robbie Basho και Leo Kottke. Robbie Basho Oποια κουβεντα του American Primitive περαν του Fahey λογικα πρεπει να ξεκινησει απο τον Basho. O Robbie Basho ηταν ευκολα ο πιο ιδιοσυνγκρατικος κιθαριστας που προηλθε ποτε απο τον χωρο του American primitive, και ισως και ο πιο γνωστος μετα τον Fahey. Γεννημενος το 1940 ξεκινησε το 1959 να ασχολειται με την ακουστικη κιθαρα, εν μερει λογω της επαφης του με τον Fahey στο κολεγιο. Το 1965 κυκλοφορει τον πρωτο του δισκο, The Seal of the Blue Lotus, μια απο τις πρωτες κυκλοφοριες της Takoma Records. Aκολουθησαν αρκετοι δισκοι στην συντομη καριερα του, με standouts τους The Falconer’s Arm I & II, Visions of the Country (προσωπικο αγαπημενο) και Art of the Acoustic Steel String Guitar 6 & 12. Ο Basho, οπως ισως προδιδει το (καλλιτεχνικο) επιθετο του ειχε μια μανια με τις Ασιατικες κουλτουρες. Αν και ινδοασιατικα στοιχεια εμφανιζονται και στις δουλειες του Fahey, ωχρειουν μπροστα στην προσεγγιση του Basho – τα κομματια του ειναι πολυ εντονα επηρεασμενα απο την ινδικη (κυριως) μουσικη κουλτουρα. Οι φορμες του ειναι πολυ πιο ελευθερες, εχωντας ξεφυγει περαν αναγνωρισης απο τα country blues, με τα κομματια να εχουν συχνα τον ατελειωτο με εντονα bursts δραστηριοτητας, με φρασεολογια μιμουμενη αυτη του sarod, σε ανορθοδοξα ανοιχτα κουρδισματα. Ολη η αντιμετωπιση του επι του οργανου ηταν σχεδον μεταφυσικη/μυστικιστικη. Επισης αξιοπροσεκτη η χρηση της 12χορδης κιθαρας, την οποια ο Fahey ουδεποτε τιμησε ιδιαιτερα ενω ο Basho χρησιμοποιησε κατα κορον κυριως λογω του droning χαρακτηριστικου της. Τελος ο Basho ηταν ενας απο τους ελαχιστους τους χωρου που παραβιασαν τον αυστηρα instrumental χαρακτηρα του ειδους, εχωντας ηχογραφησει και πιο τυπικα σε φορμα τραγουδια αλλα και ενιοτε κανωντας σποραδικα vocalisations και απαγγελιες μεσα στα long-form raga του. Robbie Basho – Green River Suite Robbie Basho – Rocky Mountain Raga Ολα αυτα σε συνδυασμο κανουν τον Basho εναν απο τους πιο ιδιαιτερους του χωρου, και τελειως cult, σε σημειο που ισως θα επρεπε να μιλαμε και για υπο-υποειδος δικο του. Η καριερα του Basho, αν και prolific διεκοπη δυστυχως αδοξα οταν πεθανε στην ηλικια των 45 σε ενα φυσιοθεραπτικο ατυχημα. Robbie Basho – Blue Crystal Fire Guitar geekery: Η κιθαρα σημα-κατατεθεν του Basho ειναι η 12χορδη που χρησιμοποιουσε σε ολη τη διαρκεια της καριερας του. Aγνωστου κατασκευαστη και ακριβους χρονολογιας, αλλα μαλλον προερχομενη εκ Μεξικου καπου στις αρχες αρχες του 20ου αιωνα ,αμεσα αναγνωρισιμη απο το 3-piece καπακι. Eνιοτε επαιζε και με μια 6χορδη Weymann απο τα late ‘20s. Recommended listening: αναφερθηκαν παραπανω αλλα Visions of the Country (1978), Venus in Cancer (1969), Falconer’s Arm I & II (1967) και Art of the Acoustic Steel String Guitar 6 & 12 (1979). Leo Kottke Αντικειμενικα, ο Kottke ειναι ισως ο πιο ευρυτερα γνωστος απο ολο τον κυκλο του American Primitive, ισως επειδη απο πολυ νωρις ξεφυγε απο την κλασσικη συνταγη. Σε αντιθεση με τον Basho που πηγε σε ολο και πιο καλτ avant-garde μονοπατια ο Kottke ανεπτυξε ενα αρκετα πιο ευκολοπεπτο στυλ (το λεω χωρις καμια διαθεση υποτιμησης), αποκτωντας και πολυ πιο ευρυ ακροατηριο και αποδοχη. Ειναι ισως ο λιγοτερο American primitive of the bunch, ειδικα τωρα πλεον, αλλα με τετοιο calibre ειναι αδυνατον να μην τον αναφερουμε μιας και απο εκει ξεκινησε. Leo Kottke – I Yell at Traffic Τρομερος υπερμαχος της 12χορδης κιθαρας, την εκανε σημα κατατεθεν του. Με πολυ ιδιαιτερο ηχο, και λογω χορδων και λογω της εντυπωσιακης τεχνικης του, κανονικο πολυβολο κατα ωρες. Συχνα επισης τραγουδαει ενω παιζει, ενα παραπτωμα (sic) που συμμεριζεται με τον Basho, αλλα οπως και ο Basho καταφερνει ωρες ωρες να ειναι αρκετα charming. Leo Kottke – Hear the Wind Howl Leo Kottke – The Ice Field Ο Kottke συνεχιζει να ειναι ενεργος και σημερα, εχωντας ξεπερασει κατα καιρο σοβαρα προβληματα με την ακοη του και με τα χερια του. Μαλιστα πολυ προσφατα ειχε και μια εμφανιση στο NPR Tiny Desk μαζι με τον Mike Gordon των Phish. Leo Kottke – The Politics of Tuning/Tribute to John Fahey Guitar geekery: Στις αρχες χρησιμοποιουσε μια Gibson B-45-12, καθως και μια Martin που ειχε υποστει του κοσμου τις αλλαγες, νομιζω μετατραπη σε 12χορδη μετα απο πολυ σοβαρη ζημια, κατι τετοιο. Ακολουθησαν αρκετες κιθαρες του Bozo Poduvanak (οπως αυτη στην παραπανω φωτο, με το κλασσικο headstock λατερνα), που ηταν ισως και το σημα κατατεθεν μεχρι και που αρχισε να παιζει με Taylor κιθαρες. Για αρκετο καιρο η Taylor εβγαζε και signature Kottke μοντελο, cutaway jumbo με μαονι back and sides σε 6χορδη και 12χορδη εκδοση. Απο παλια, και ειδικα τωρα που εχει αφησει τις Taylor απ’οσο ξερω, παιζει και με ενα στρατο απο boutique οργανα διαφορων κατασκευαστων, οποτε γινεται λιγο χαος – τελευταια κυκλοφορει με μια μικρη Muiderman. Γνωστος ανεκδοτο τελος το οτι δεν δισταζε να παρει ενα σουγια και μεσω του soundhole να αρχισει να σκαβει τα braces σε διαφορες κιθαρες του, αν θεωρουσε οτι ηταν overbraced και δεν λαλουσαν αρκετα. Recommended listening: 6- and 12-string Guitar (1969), Mudlark (1971) απο τα παλια του, αλλα δυστυχως δεν εχω ακουσει και πολλα για να εκφερω γνωμη επι του νεοτερου output του. Peter Lang Φιλος του Fahey και του Kottke, ο Peter Lang μπηκε στο ροστερ της Takoma και κυκλοφορησε το 1973 τον δισκο The Thing at the Nursery Room Window. To στυλ του πεφτει καπου αναμεσα στους προαναφερομενους Fahey και Kottke, και μαλιστα οι τρεις τους κυκλοφορησαν και ενα αρκετα αξιολογο δισκο ως τριο. Η καριερα του Lang απο το ’80 και μετα ειναι σχετικα σποραδικη, μιας και για αρκετο καιρο δεν ασχολουταν με την μουσικη full time. Peter Lang – When Kings Come Home Peter Lang – Red Meat on the Road Max Ochs Αλλος ενας απο την παρεα του Fahey (και ξαδερφος του Phil Ochs, for all that’s worth). Ο Ochs ομολογουμενως δεν ειχε καποια ιδιαιτερη καριερα την περιοδο που ηταν ενεργος ο Fahey και οι υπολοιποι της Takoma, περαν απο μια συμμετοχη του σε ενα compilation τους. Εχει βγαλει ομως τωρα στα γεραματα μερικα ενδιαφεροντα πραγματακια, στο πλαισιο του ολου revival του ειδους που ξεκινησε η Tompkins Square Records. Max Ochs – Oncones Mark Fosson O Mark Fosson ειναι αλλος ενας απο τους διασωσμενους της Tompkins Square. Στα τελη του ’70 στελνει ενα demo στον Fahey, ο οποιος ενθουσιαζεται με το παιξιμο του και τον καλει να ηχογραφησει για την Takoma. Δυστυχως η Takoma τοτε αντιμετωπιζε ηδη σημαντικες οικονομικες δυσκολιες και πανω που ο Fosson ηχογραφησε το αλμπουμ του, η δισκογραφικη βαρεσε διαλυση και ο δισκος δεν βγηκε ποτε. Ευτυχως εν τελει δεν πηγε χαμενη η δουλεια του, μιας και καταφερε με μερικες δεκαετιες καθυστερηση να κυκλοφορησει αρκετο υλικο (oρισμενο στην Tompkins), συμπεραλαμβανομενου και αυτου του πρωτου δισκου that never came to be. Και παλι καλα, γιατι εχει μερικα πολυ γουστοζικα κομματια. Mark Fosson – The Creeper Mark Fosson – Come Back John CHAPTER 3: CONTEMPORARY ΑPG Παμε λιγο να ξεφυγουμε λιγο απο τον Fahey και την παρεα του στην Takoma και να δουμε μερικους πιο συγχρονους καλλιτεχνες του ειδους. Οι δεκαετιες του ’80 και ’90 δεν εχουν και κατι τρομερο να προσφερουν στην παρουσα συζητηση, καθως η κιθαριστικη ακουστικη μουσικη της εποχης ακολουθουσε κυριως αλλα προτυπα, οπως το πιο New Age στυλ του William Ackerman και της Windham Hill Records (Αlex De Grassi, Michael Hedges κλπ). Αξιζει ισως να σημειωθει οτι ο Ackerman, αρχιτεκτονας αυτου του νεου κινηματος, συχνα μιλαει για την καταλυτικη στιγμη οπου ακουγωντας τον Fahey του ηρθε η επιφωτιση να κανει κατι αντιστοιχο, δηλαδη οχι μονο να γραφει την δικη του μουσικη αλλα και να στησει δικια του δισκογραφικη και να δημιουργησει ολοκληρη σκηνη απο ομοιδεατες του. To American Primitive Guitar, με επιστροφη στο στυλ και προσεγγιση του Fahey και της παρεας του εκανε την επανεμφανιση του μετα τα ‘00s κυριως χαρη στην επανεμφανιση του ιδιου του Fahey στα late ‘90s, σε νεους μουσικους οπως τον Jack Rose (παρακατω), καθως και στις προσπαθειες της δισκογραφικης Tompkins Square. Ιδρυθηκε το 2005 απο τον Josh Rosenthal και η πρωτη της κυκλοφορια ηταν το compilation Imaginational Anthem, ενας δισκος με συμμετοχες απο το ευρυτερο fingestyle φασμα αλλα περιεχωντας πολλους της APG σχολης, αναζοπυρωνοντας το ενδιαφερον στο ειδος. Απο τοτε η δισκογραφικη εχει κυκλοφορησει πολυ υλικο, απο περαιτερω volumes του Imaginational Anthem, νεες δουλειες απο τον APG και μη χωρο αλλα και re-releases παλαιοτερου υλικου. Δεν ειναι οι μονοι φυσικα, VHF, Strange Attractors Audio House, Three Lobed Recordings ειναι αλλα labels ενεργα στον χωρο. Jack Rose O Jack Rose ειναι περαν αμφισβητησης ο πιο διακεκριμενος της νεωτερης γενιας, και κατ’εμε το νο. 2 στοπ για οποιον ενδιαφερεται για το ειδος, μετα τον Fahey. Γεννημενος το 1971, ξεκινησε την καριερα του στα 90s ως μελος της noise punk μπαντας Pelt και συντομα αρχισε και σολο fingerstyle καριερα (ahead of the curve για την επαναβιωση του ειδους). Το 2004 κυκλοφορει τον δισκο Raag Manifestos, με το περιοδικο Wire να τον συμπεριλαμβανει στους top 50 δισκους της χρονιας, συμβαλωντας στην δημοφιλια του Rose και εκτος των US. Το 2005 ακολουθησε ο δισκος Kensington Blues, μια seminal κυκλοφορια για το χωρο οπου ο Rose εθεσε νεα standards με το κραμα country blues, ragtime και raga που κατεθεσε. Με τρομερη δεινοτητα οχι μονο στην 6χορδη αλλα και στην 12χορδη και στην lap steel κιθαρα, γρηγορα καθιερωθηκε ως household ονομα στον fingerstyle χωρο. Δυστυχως η trailblazing καριερα του ηταν συντομη – πεθανε αιφνιδια το 2009, μολις 38 χρονων. Jack Rose – Rappahanock River Rag (for William Moore) Jack Rose – Νοw that I’m a Man Full Grown Jack Rose – Cross the North Fork Guitar geekery: Taylor Dreadnoughts κυριως. H κυρια κιθαρα του ηταν μια 510 του ‘86 (exceptional και τρομερα δυνατης εντασης οργανο συμφωνα με τον Glenn Jones, απο την Lemon Grove εποχη της Taylor) και μια νεοτερη 310 για touring. Taylor ηταν και η 12χορδη που χρησιμοποιουσε συνηθως, δεν ειμαι σιγουρος τι μοντελο ηταν αλλα φαινεται Grand Concert something. Lap steel επαιζε με μια Weissenborn-style φτιαγμενη απο τον Pete Howlett. Recommended listening: Kensington Blues (2005) προφανως, Raag Manifestos (2004), Luck in the Valley (2010, posthumous release). Glenn Jones Ο Glenn Jones για μενα λειτουργει ολιγον τι ως γεφυρα μεταξυ της παλιας φρουρας και της νεας. Γεννημενος το 1953, δημιουργησε το 1990 την post-rock μπαντα Cul de Sac. Ως ενας απο τους εμπλεκομενους στην επαναφορα του Fahey στα mid-90s, το 1997 κυκλοφορει (με τους Cul de Sac) και ενα δισκο συνεργασια (τι συνεργασια, κοντευαν να παιξουν φαπες καθε τρεις και λιγο) με τον Fahey, The Epiphany of Glenn Jones. Απο το 2000 ξεκιναει και τις πρωτες σολο fingerpicking κυλοφοριες του. Koντινος φιλος του Jack Rose, ειχαν και τις εκαστοτε συνεργασιες τους οπως το The Things That We Used To Do. Πολυ evocative παικτης και βασιλιας του partial capo, που χρησιμοποιει συνεχως με πολυ εξυπνα αποτελεσματα. Glenn Jones – The Great Pacific Northwest Glenn Jones – Of it’s Own Kind Glenn Jones – Portrait of Basho as a Young Dragon Guitar geekery: Guild 6-string dreads, κυριως vintage. Ειναι γνωστος λατρης τους, και τακτικο μελος στο Let’s Talk Guild forum. Μια Brazilian rosewood D50 ηταν η main κιθαρα του για πολλα χρονια, πλεον παιζει κυριως με DV72 και D66. Recommended listening: The Wanting (2011), Against Which The Sea Continually Beats (2007). Daniel Bachman Περναμε στους πολυ νεους τωρα, με εναν απο τους πιο promising της τωρινης γενιας. Γεννημενος το 1989, στα 23 του ειχε ηδη βρεθει για set πισω απο το NPR Tiny Desk και μολις τον Γεναρη κυκλοφορησε το 11ο (νομιζω?) album του. Παιζει κατα κορον 6χορδη και lap steel, οπως ο Fahey και ο Rose, με αντιστοιχα “τσαπατσουλικο” στυλ αλλα τρομερη ορμη και παλμο. Η προ-τελευταια δουλεια του αρχιζει να παιζει λιγο και με ambient ηχητικα στοιχεια και στουντιακα manipulations, οποτε εχω πολυ ενδιαφερον να δω πως θα εξελιχθει. One to look out for, τωρα που σταματησαμε να ασχολουμαστε με πεθαμενους. Daniel Bachman – Mount Olive Cohoke Daniel Bachman – Coming Home Bonus round: Daniel Bachman – Axacan release performance Guitar geekery: Guild D-55, 1971 Martin D-18, αγνωστη Weissenborn-style για lap-steel. Recommended listening: Jesus I’m a Sinner (2013), Axacan (2021), Seven Pines (2012). Chuck Johnson Ολιγον τι αινιγματικη φιγουρα μουσικα ο Johnson, καθως ασχολειται με αρκετα διαφορετικα μουσικα ειδη, με τους δισκους τους να ειναι τελειως disparate μεταξυ τους, αναλογως με το project απο το οποιο προηλθαν (δεν ειναι πολυ του mix n match). Περαν του ακουστικου fingerstyle ασχολειται πολυ με synth based ambient μουσικη, μουσικη για εικονα καθως και experimental pedal steel σκηνικα. Στο χωρο του fingerstyle που συζηταμε τωρα ομως εχει βγαλει απο το 2011 μια τριλογια album τρομερα αξιολογη, απο τα αγαπημενα μου και τα 3 – A Strugglle not a Thought, Crows in the Basilica και Blood Moon Boulder. Chuck Johnson – Silver Teeth in the Sun Chuck Johnson – The Stars Rose Behind Us Gwenifer Raymond Εκ Ουαλιας ορμωμενη η Raymond, δεν αστειευεται καθολου. Πολυ δυνατα chops στο στυλ του Fahey, πολυ fury και ενιοτε και μερικα ιντερλουδια στο banjo. Σπαει σιγα σιγα και το καλουπι του ειδους σε white guy music, αλλη μια φωνη to look out for στο χωρο. Gwenifer Raymond – The Three Deaths of Red Spectre Gwenifer Raymond – Off to See the Hangman, Pt. II James Blackshaw Παραμενουμε στο Ηνωμενο Βασιλειο με τον Blackshaw, εναν κατ’εξοχην 12χορδο contemporary κιθαριστα. Τρομερος τεχνιτης, παιζει με τεχνικη δεξιου χεριου ξεκαθαρα βγαλμενη απο το χωρο της κλασσικης κιθαρας και με νυχια αντι για fingerpicks. Eιδικα για 12χορδη κιθαρα, εχει μια καθαροτηρα ηχου που θα την ζηλευε νομιζω και ο Kottke. Μεγαλος φαν του γεματου παιξιματος, πολλα κομματια του εχουν μια wall of sound προσεγγιση, η οποια πηγε σε extremes σε albums του οπως το The Glass Bead Game ξεφευγωντας απο τη σολο φυση του ειδους. American Primitive meets Phillip Glass σκηνικα. Eιχε περασει και απο το six dogs πριν απο καμια δεκαρια χρονια, αν τυχον τον πετυχε/θυμαται κανενας... James Blackshaw – The Cloud of Unknowing James Blackshaw – Cross Rob Noyes O Rob Noyes καλυπτει με την μουσικη του ενα middle ground μεταξυ του APG και της πολυ λιγοτερο bluesοειδους σχολης του Davy Graham, Bert Jansch κλπ (τους οποιους για ευνοητους λογους δεν αγγιξα εδω), πολυ γουστοζικο blend. Κατα κορον 12χορδος και αυτος, με ψυγματα Kottke στον ηχο του φυσικα. Δυστυχως δεν εχει πολυ υλικο διαθεσιμο online, αλλα αν βρειτε στο bandcamp τον δισκο The Feudal Spirit give it a spin, ειναι εξαιρετικος. Rob Noyes - Magic on Television / Vout / The Sniper's Dream FIN Υ.Γ. Αν υπηρχε βραβειο για το μακρυτερο ποστ νομιζω το κερδισα.
    2 βαθμοί
  2. εγω θα έβαζα ένα αβυσσαλέο μπάσο. Όχι απλώς μπάσο
    2 βαθμοί
  3. Η υπόθεση Όλα ξεκινούν ένα φθινοπωρινό βράδυ στις δέκα, όπου βρέχει καταρρακτωδώς. Στην απομονωμένη βίλα του εφοπλιστή Νέστορα Βρεττού (Αλέξης Δαμιανός) στο μικρό ιδιόκτητο νησί του κάπου στο Αιγαίο, βρίσκονται ο ίδιος, η κατά 25 χρόνια νεότερη σύζυγός του Έλενα (Νόνικα Γαληνέα), η κόρη του Μυρτώ (Ελένη Ερήμου), ο μνηστήρας της, Νίκος Κάρλος (Γιάννης Ευαγγελίδης) και οι υπηρέτες Θωμάς (Βασίλης Τσάγκλος) και Ντίνα (Μαρία Κωνσταντάρου). Η βραδιά κυλά γεμάτη πλήξη, με τη Μυρτώ να παίζει πιάνο, το Βρεττό και το Νίκο να έχουν αφοσιωθεί σε μια παρτίδα σκάκι και την Έλενα να ξεφυλλίζει διάφορα περιοδικά και να νιώθει εγκλωβισμένη σ’ ένα κόσμο που δε θέλει. Ξαφνικά, μια σκιά εμφανίζεται στο παράθυρο και την τρομάζει. Τη στιγμή που άπαντες προσπαθούν να την πείσουν ότι έκανε λάθος, ακούγονται έντονα χτυπήματα στην πόρτα. Ο Θωμάς ανοίγει και βρίσκεται μπροστά σ’ ένα νεαρό κι άγνωστο άνδρα (Αλέκος Αλεξανδράκης), ο οποίος είναι μουσκεμένος ως το κόκαλο και προφασιζόμενος ένα ατύχημα με το αεροπλάνο του, ζητά να μείνει εκεί για ένα βράδυ. Όπως είναι φυσικό, το γεγονός ότι αρνείται να πει το όνομά του και γενικότερα οτιδήποτε τον αφορά, αναγκάζει τους κατοίκους της βίλας να τον βλέπουν με δυσπιστία. Παρόλα αυτά, ο Βρεττός του δίνει την άδεια να μείνει για μια νύχτα στο καμαράκι του Θωμά, παρά τις αντιρρήσεις των υπολοίπων, που φοβούνται μήπως έχει έλθει με κακό σκοπό, δηλαδή να τους ληστέψει ή να τους σκοτώσει. Επιπλέον, τις υποψίες τους ενισχύει ο χαρτοφύλακας-βαλίτσα που κρατά και είναι δεμένος με αλυσίδα στον καρπό του χεριού του… Η Μυρτώ είναι εκείνη που από την αρχή θα τον υποστηρίξει, καθώς φαίνεται να γοητεύεται από τον άγνωστο κι αινιγματικό άνδρα, τον οποίο θ’ αποκαλεί εφεξής «παράξενο ταξιδιώτη». Τον επισκέπτεται και του κάνει συντροφιά, μέχρι όμως που αντιλαμβάνεται ότι εκείνος ξέρει πολλά για το παρελθόν της, μέσα από διάφορα υπονοούμενα που αναφέρει στα λόγια του. Συγκεκριμένα, η Μυρτώ όταν βρισκόταν για σπουδές στην Ιταλία, είχε κατηγορηθεί ότι δολοφόνησε τον αρραβωνιαστικό της Μαρτσέλο -διάσημο οδηγό αγώνων αυτοκινήτου- δίνοντάς του ναρκωτικά, με αποτέλεσμα να πέσει με το αμάξι του στο γκρεμό, ενώ η ίδια είχε βγει απ’ αυτό λίγα λεπτά πριν. Το τραγικό γεγονός, είχε ως αποτέλεσμα να πάθει ισχυρό σοκ και ολική αμνησία η αδερφή του Σύλβια, διάσημη τραγουδίστρια, που δεν είναι άλλη από την Έλενα, νυν κυρία Βρεττού. Η κατάθεση του Νίκου έσωσε τη Μυρτώ τότε, ωστόσο την «υποχρέωσε» σ’ έναν αρραβώνα που δεν ήθελε, καθώς εκείνος πλέον την κρατούσε στο χέρι. Ωστόσο, αμφότεροι φοβούνται μήπως η Έλενα ανακτήσει τη μνήμη της και θυμηθεί τι έγινε εκείνο το βράδυ. Στην πορεία της σειράς, ο Νίκος θα συλληφθεί για εμπορία ναρκωτικών, ενώ η Μυρτώ αρχικώς θα εξαφανιστεί και προς το τέλος της σειράς θα μαθευτεί ότι έπεσε στο γκρεμό με το αυτοκίνητό της και σκοτώθηκε… Ο Νίκος από την αρχή είναι αρνητικά διακείμενος έναντι του ξένου και του φέρεται απότομα κι εχθρικά. Όμως, ο Βρεττός προσπαθεί να τον προσεγγίσει και να μάθει ποιος είναι, με σκοπό να τον αφήσει να φύγει αμέσως. Όλα αλλάζουν όταν βλέπει στα χέρια του επισκέπτη μια ταμπακιέρα. Είναι εκείνη που είχε βάλει μέσα στο σεντόνι με το οποίο τύλιξε τον τότε δίχρονο γιο του κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αφήνοντάς τον στα χέρια του λοχαγού Νικολάου Αρσένη, προκειμένου να τον γλιτώσει από βέβαιο θάνατο. Ο ίδιος, προσπάθησε και τελικώς κατάφερε να ξεφύγει από τα πυρά των Γερμανών, αλλά το παιδί του δεν το είδε ποτέ έκτοτε και δεν ήξερε το παραμικρό για την τύχη του. Πιστεύει λοιπόν ότι ίσως αυτός ο ξένος γίνει αφορμή να μάθει τι απέγινε ο γιος του. Όταν τον ρωτά, εκείνος του απαντά ότι η ταμπακιέρα ήταν του πατέρα του κι ότι του την κληροδότησε. Ο Βρεττός του λέει την ιστορία του χαμένου παιδιού του κι αρχίζει ξανά να ελπίζει μετά από τόσα χρόνια ότι θα καταφέρει να βρει την άκρη του νήματος. Έτσι, αποφασίζει να κρατήσει κοντά του τον ξένο, παρά τις αντιρρήσεις των υπολοίπων… Οι μέρες περνούν, συμβαίνουν διάφορα περιστατικά και ουδείς καταφέρνει να μάθει ούτε ποιος είναι ο επισκέπτης, ούτε τι ψάχνει. Παράλληλα, δείχνει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ότι ξέρει πολλά και δε συμφέρει σε κανένα να τον διώξει, ή να τον σκοτώσει. Κάποια στιγμή, πλησιάζει την Έλενα και προσπαθεί να την κάνει να θυμηθεί το παρελθόν της. Στην αρχή, εκείνη για κάποια δευτερόλεπτα φέρνει στο νου της εικόνες απ’ αυτό, αλλά μένει εκεί. Όμως, ένα χτύπημα στο κεφάλι από άγνωστο χέρι, θα γίνει η αφορμή σιγά-σιγά να φέρει στο μυαλό της τα πάντα. Πέραν του θανάτου του αδερφού της και την εμπλοκή της Μυρτώς και του Νίκου, αποκαλύπτεται ότι σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε κι έκανε ένα παιδί με τον ξένο που φιλοξενεί ο άντρας της, ο οποίος ήτανε πιλότος και μετά από ένα αεροπορικό ατύχημα, απολύθηκε από την εταιρεία που εργαζόταν κι έγινε αλκοολικός. Η Έλενα (Σύλβια στην πραγματικότητα) τον χώρισε κι απομακρύνθηκε απ’ το παιδί της, καθώς το «χτίσιμο» της καριέρας της στο τραγούδι απαγόρευε να είναι παντρεμένη και μητέρα. Εκείνος, βρέθηκε στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής σε κλινική απεξάρτησης κι έπειτα από χρόνια προσπάθεια, κατάφερε να σταματήσει το ποτό… Στο μεταξύ, στο νησί του Βρεττού κρύβονται δύο μεγάλα μυστικά. Το ένα αφορά αρχαιοκαπηλία, καθώς διάφοροι ψαράδες βρίσκουν αρχαία ευρήματα και τα κρύβουν σε μια σπηλιά με σκοπό να τα πουλήσουν και το άλλο, μιαν ιστορία που έχει τις ρίζες της στην Κατοχή. Αυτός είναι και ο λόγος που έχει έλθει στο νησί ο ξένος, καθώς θέλει να βρει τον προδότη που οδήγησε στο θάνατο τον πατέρα του (όπως πιστεύει), λοχαγό Αρσένη. Όμως, δεν είναι ο μόνος που ψάχνει. Υπάρχουνε και κάποιοι που αναζητούν επτά κούπες, που περιέχουν κάτι πολύτιμο. Γι’ αυτές θα γίνουν απαγωγές, απόπειρες δολοφονίας και θα σχηματιστεί ολόκληρο δίκτυο για να φτάσουν στα χέρια εκείνων που θέλουν ν’ αξιοποιήσουν το περιεχόμενό τους. Ποιο είναι αυτό όμως; Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, ο Βρεττός ήταν επικεφαλής μιας αντιστασιακής ομάδας με την επωνυμία Κ-13. Μέλη της ήταν ακόμα έξι άνδρες και αποστολή της, η φυγάδευση και διάσωση πατριωτών από τα γερμανικά πυρά. Κάποτε, έσωσαν ένα μεγάλο Ιταλό επιστήμονα ονόματι Φακέτι (που ήταν ο πατέρας της Έλενας ή Σύλβιας) κι εκείνος για να τους το ανταποδώσει, χάρισε από μια κούπα στον καθένα, στη βάση της καθεμιάς από τις οποίες υπήρχε ένα στοιχείο από το χημικό τύπο μιας μεγάλης επιστημονικής ανακάλυψής του. Αυτό λοιπόν είναι «το μήλο της Έριδος»… Υπάρχει όμως και μια βαριά σκιά μεταξύ των μελών της Κ-13. Κάποιος πρόδωσε τις κινήσεις του λοχαγού Αρσένη και τον οδήγησε στο θάνατο. Τόσο ο Βρεττός, όσο και ο ξένος ψάχνουν να βρουν ποιος είναι, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Το κουβάρι θ’ αρχίσει να ξετυλίγεται όταν ο εφοπλιστής θα κλειδώσει τον άγνωστο επισκέπτη στο υπόγειο της βίλας του, όπου αποκαλύπτεται ότι δεν είναι μόνος του. Εκεί, βρίσκεται κλεισμένος κι ένας μεγάλος σε ηλικία άνθρωπος, ο οποίος δε φαίνεται να έχει ιδιαίτερη επαφή με το περιβάλλον. Είναι ο Μάνθος Κιούσης (Θάνος Κωτσόπουλος, που έπαιζε διπλό ρόλο ως δίδυμος αδελφός του Μάνου Κιούση), μέλος κι αυτός της Κ-13. Ο ξένος θα προσπαθήσει να του εκμαιεύσει την αλήθεια, όμως δε θα τα καταφέρει σε πρώτη φάση… Κάποια στιγμή, ο Βρεττός θα καλέσει όλα τα μέλη της ομάδας στο σπίτι της Ελίζας (Καίτη Λαμπροπούλου), προκειμένου να συζητήσουν και τελικώς ν’ ανακαλύψουν ποιος είναι ο προδότης. Εκτός του ίδιου και του ξένου, παρίστανται ο τελώνης Αλεξάκης, ο δάσκαλος Ρέππας (Νίκος Κούρος), ο καπετάν Μουγγρής (Σπύρος Καλογήρου) και οι δίδυμοι αδελφοί Μάνθος και Μάνος Κιούσης. Ο δεύτερος, είναι ένας πάμπλουτος επιχειρηματίας, ο οποίος μετά την Κατοχή βρέθηκε ξαφνικά με αμύθητα πλούτη, χωρίς ποτέ να εξακριβωθεί με ποιο τρόπο τα απέκτησε… Η συζήτηση ξεκινά και όσο προχωρά, η «ετικέτα» του προδότη συνεχώς αλλάζει «κάτοχο», καθώς για όλους υπάρχουνε στοιχεία που επιβαρύνουν τη θέση τους. Φτάνουνε στο σημείο να κατηγορήσουν ακόμα και το Βρεττό, τον τότε αρχηγό τους και μάλιστα, αποφασίζουν ν’ απονείμουν δικαιοσύνη σκοτώνοντάς τον. Ωστόσο, την τελευταία στιγμή φτάνει ένα ανώνυμο γράμμα, που αναφέρει ότι ο προδότης είναι ο Μάνος Κιούσης. Εκείνος αρνείται κάθε κατηγορία, αλλά στην πορεία αποκαλύπτονται συντριπτικά στοιχεία εναντίον του. Έκλεψε 4.000 λίρες από τον Αρσένη που τις προόριζε για ενίσχυση του αγώνα εναντίον των Γερμανών, τον πρόδωσε σ’ εκείνους και με βάση αυτά τα χρήματα, ξεκίνησε την επιχειρηματική δραστηριότητά του… Ωστόσο, δεν πλήρωσε ποτέ για το έγκλημά του. Και τούτο, γιατί στη θέση του δέχτηκε να «θυσιαστεί» ο δίδυμος αδελφός του Μάνθος, καθώς ο Μάνος ήδη είχε οικογένεια κι ένα παιδί. Οι Γερμανοί κυνήγησαν το Μάνθο πιστεύοντας ότι είναι ο αδελφός του και ο Βρεττός τον έσωσε, κρύβοντάς τον για σχεδόν 30 χρόνια στο υπόγειο της βίλας του… Αφού λοιπόν αποκαλύπτεται ο προδότης, έρχεται και η ώρα και για τον ξένο να φανερώσει το όνομά του. Λέγεται Αλέξης Αρσένης και είναι γιος του νεκρού λοχαγού. Η απόφαση θανάτου για τον ένοχο δεν αλλάζει κι έτσι, ο Βρεττός βγάζει ένα όπλο κι ετοιμάζεται να πυροβολήσει το Μάνο Κιούση. Εκείνος, στην προσπάθειά του ν’ αμυνθεί, αρπάζει ένα πορτατίφ για να το πετάξει στον επίδοξο δολοφόνο του. Ωστόσο, το καλώδιο του φωτιστικού ακουμπά σε μέταλλο, προκαλεί βραχυκύκλωμα και ο Κιούσης πεθαίνει από ηλεκτροπληξία, πριν ο Βρεττός προλάβει να τον σκοτώσει… Μετά από όλα αυτά, αρχίζει η τελευταία φάση της σειράς, με την αναζήτηση του γιου του Βρεττού. Ο εφοπλιστής γνώριζε από τον ίδιο το λοχαγό Αρσένη ότι δε μπορούσε να κάνει παιδιά, λόγω ανικανότητας. Συνεπώς, αποκλείει το να είναι παιδί του ο Αλέξης κι έχοντας στο μυαλό του και την ταμπακιέρα που είδε, σχεδόν βεβαιώνεται ότι είναι δικό του. Συναντάται με τον αδελφό του λοχαγού, το Χριστόφορο Αρσένη (Νίκος Χατζίσκος), ο οποίος επιμένει ότι ο Αλέξης είναι ανιψιός του και φτάνει στο σημείο ακόμη και ν’ απειλήσει με θάνατο το Βρεττό. Όμως, η αλήθεια βγαίνει στο φως. Το πιο τρανταχτό στοιχείο, είναι ένα φυλαχτό που έχει στην τσέπη του ο Αλέξης, το οποίο του έδωσε ο θείος του. Το δείχνει στο Βρεττό κι εκείνος τρέμοντας από συγκίνηση, του λέει ότι του το είχε δώσει η τροφός του για να τον φυλάει, λίγο πριν τον αφήσει δύο ετών στα χέρια του Αρσένη. Σε συνδυασμό μ’ ένα σημάδι στο στήθος που έχει ο Αλέξης, διαλύονται και οι τελευταίες αμφιβολίες ότι είναι ο χαμένος γιος του Βρεττού… Το πιο τραγικό πρόσωπο όλης αυτή την ιστορία είναι η Έλενα, καθώς πλέον καταλαβαίνει ότι παντρεύτηκε πατέρα και γιο και γέννησε ουσιαστικά το εγγόνι του Βρεττού, που ήταν ο δεύτερος άνδρας της. Το παιδί που έχει με τον Αλέξη είναι ο Τζιοβάνι, ο οποίος κρατείται σ’ ένα κότερο. Ωστόσο, οι αρχές καταφέρνουν να τον απελευθερώσουν και ο Αλέξης τον κρατά στην αγκαλιά του μετά από χρόνια. Όμως, η Έλενα δε μπορεί να κάνει το ίδιο, καθώς εκείνος έχει πει στο παιδί ότι η μητέρα του σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα. Και τούτο, για να μη πληγωθεί από την αποκάλυψη ότι το παράτησε για ν’ ακολουθήσει καριέρα τραγουδίστριας… Στο τέλος, ο Βρεττός αποφασίζει να σπάσει την κούπα που έχει στα χέρια του και που τόσα δεινά έφερε στον ίδιο και στην οικογένειά του. Πηγαίνει με τον Αλέξη στο υπόγειο, του αποκαλύπτει πού είναι κρυμμένη και τη στιγμή που πάει να τη σπάσει, εμφανίζεται ένα γαντοφορεμένο χέρι κρατώντας όπλο και του ζητά την κούπα, αλλιώς θα σκοτώσει τον Αλέξη. Ο Βρεττός δεν είναι διατεθειμένος να θυσιάσει το γιο του και σηκώνει ψηλά την κούπα για να τη σπάσει. Όμως, δέχεται τέσσερις σφαίρες και πέφτει νεκρός. Ο άγνωστος δολοφόνος χάνεται και ο Αλέξης θρηνεί το χαμό του πατέρα του, που δεν πρόλαβε να χαρεί. Μετά την κηδεία του, αποφασίζει να εγκαταλείψει το νησί και να φύγει μόνος, ξεκινώντας μια νέα περιπέτεια: Να βρει το φονιά του Βρεττού. Αποχαιρετά το παιδί του, αφήνοντάς το στον Αρσένη και μη αποκαλύπτοντάς του την αλήθεια, καθώς και την Έλενα και πηγαίνει στο λιμάνι, ώστε να πάρει το καΐκι για απέναντι. Στην τελευταία σκηνή, ο Μάνθος Κιούσης θρηνεί πάνω από τον τάφο του Βρεττού, σπάζοντας τη γεμάτη συμφορές και θανάτους κούπα. Και η τραγική ειρωνεία: Αυτή που είχε ο Βρεττός, ήταν απλώς ο «οδηγός». Ο χημικός τύπος, ήτανε στις υπόλοιπες έξι…
    2 βαθμοί
  4. https://www.protothema.gr/culture/article/1233053/pethane-o-sunthetis-kai-tragoudistis-stauros-logaridis/ Ένας "άγνωστος" μεγάλος κιθαρίστας (για όσους δεν το ξέρουν) εκτός από μουσικός...Κομμάτι από τα νειάτα μας! Παραγωγές του 1978 (στα drums ο Τρανταλλίδης)...τόσο μπροστά για την εποχή του
    1 βαθμός
  5. Ωραιότατο. Ενδιαφέρουσα η απουσία του μπάσου.
    1 βαθμός
  6. το θυμάμαι το project και είναι στα καλύτερα του σε αυτή τη version.
    1 βαθμός
  7. Πολύ ωραίο. Προσωπικά δε μου έλειψε το μπάσο.
    1 βαθμός
  8. Ωραιότατο το τεμάχιο! Από το 1:32 μέχρι και το 3:40 (το μέρος με τα τύμπανα) όντως χρειάζεται ένα synth μπασάκι..
    1 βαθμός
  9. Πολύ καλό! soundtrack σειράς επιστημονικής φαντασίας!
    1 βαθμός
  10. Πολύ καλό! Μου άρεσε ιδιαίτερα. Ταξιδιάρικο. Το μπάσο δεν το ακούω, πάντως, όσο και να ψηλώνω τα μόνιτορ. Έτσι πρέπει να είναι?
    1 βαθμός
  11. Αυτο που θα πω ειναι ψιλοακυρο καθως απο το παρουσιαστικο κ μονο δε μπορεις να κρινεις καποιον, αλλα δε θα περιμενα ποτε πως ο Σκο θα ειναι τοσο απλος προσιτος, down to earth που λενε στο χωριο μου (συν το χιουμορ που προαναφερθη). Να το πω αλλιως ο πιο συμπαθης απ'οσους συνομιλητες του Ρικ εχω δει
    1 βαθμός
  12. Ξεκινησα πριν καιρο να κραταω μερικες σημειωσες και λινκ σχετικα με τον John Fahey και αλλους καλλιτεχνες του American Primitive κυκλου, αρχικα για δικη μου χρηση. Τις προαλλες μπηκα στον κοπο να τις τακτοποιησω/αθροποιησω λιγο για ενα φιλο που ενδιαφεροταν να ψαξει λιγο το ειδος, και σκεφτηκα οτι ισως ενδιαφερει και κοσμο εδω, οποτε σας το παραθετω. Εχει λιγο τον ατελειωτο αλλα εχω προσπαθησει να καλυψω τον Fahey, τους υπολοιπους της Takoma καθως και την νεοτερη/συγχρονη γενια. Eλπιζω να φανει ενδιαφερον σε μερικους. INTRODUCTION American Primitive Guitar ειναι ο μυστηριωδης ορος συνωνυμος με το ιδιοσυγκρατικο στυλ μουσικης που καθιερωθηκε στις αρχες του ’60 απο τον John Fahey και τους ακολουθους του. Προκειτα για μια κατα κορον σολιστικη μουσικη για fingerstyle ακουστικη κιθαρα με ριζες στα country blues και στο ragtime. Ως εκ τουτου το ειδος συνηθως χαρακτηριζεται απο ανοικτα κουρδισματα, εντονους syncopated ρυθμους και alternating μπασα. Ξεφευγει ομως αρκετα στην δομη και αρμονια του απο τα παραδοσιακα μπλουζ, εν μερει επειδη κατα κανονα δεν λειτουργει ως συνοδια φωνης αλλα ως αυτονομη, σολιστικη μουσικη για κιθαρα. Οι μουσικες επιρροες ποικιλουν, απο το αμερικανικο folk και gospel φασμα μεχρι contemporary classical και ανατολιτικα στοιχεια . Πολυπλοκες αρμονιες, ανορθοδοξα voicings, drones, ταξιμια και ragas, dissonant συγχορδιες και αλλαγες, μεχρι και στουντιακα manipulations και field recordings – ολα στοιχεια που η APG σχολη μπλεκει μεσα στα fingerstyle blues αδιασειστα, παντα σε πνευμα expressional minimalism, δημιουργωντας ενα κατ’εμε εθιστικα ενδιαφερον μεταφυσικο φολκ κραμα. Μια μουσικη κατα κορον μελαγχωλικη και εσωστρεφης, αυτοσχεδιαστικη και σχεδον διαλογιστικη στον χαρακτηρα της, συχνα απατηλα απλοικη εκ πρωτης οψεως, αλλα με τρομερη πολυκλοτοτητα τονου και ερμηνειας κατω απο την επιφανεια. Το ονομα, coined απο τον αρχιερεα του ειδους Fahey πανω στην πλακα, ειναι αναφορα στην French Primitive Painting σχολη, ως παραλληλισμος της αυτοδιδακτης φυσης των δημιουργων αλλα και του επιφανεικου crudeness των εργων. Oι περισσοτεροι μουσικοι του χωρου τεινουν να παιζουν dreadnoughts ή jumbos, με πολυ τυπικη επισης την χρηση fingerpicks. Υπαρχουν και αρκετοι που εχουν εστερνιστει την 12χορδη κιθαρα, εν μερει λογω του γεματου, drone-like ηχου που μπορει να εχει σε τετοια μουσικα settings, ενω επισης δεν λειπει το occasional lap-steel παιξιμο, κληρονομια της country blues. Φυσικα υπαρχουν και οι ανταρτες που ενιοτε θα αρπαξουν banjo ή ηλεκτρικη κιθαρα, θα λειτουργησουν εντος ευρυτερου συνολου/μπαντας ή σε ελαχιστες περιπτωσεις θα τραγουδισουν κιολας. Θα προσπαθησω να τον John Fahey και την μουσικη του, καθως και τους αρκετους αλλους αξιολογους μουσικους αυτου του γκρουπ, απο συγχρονους του Fahey μεχρι και τη νεοτερη, σημερινη γενια. Συνοδεια προφανως αρκετων κλιπ, ευελπιστω οτι θα ειναι μια ενδιαφερουσα πορεια σε ενα niche μουσικο ειδος με τρομερο βαθος. Προφανως δεν προκειται να καλυψω τους παντες (πως θα μπορουσα αλλωστε) αλλα εχω προσπαθησει ενα balance μεταξυ προσωπικου γουστου και ειδικου βαρους. CHAPTER 1: JOHN FAHEY Σε καθε ειδος μουσικης υπαρχουν τιτανες – που θεσαν πρωτοι τα θεμελια, που καθιερωσαν υφος και δομη, που αλλαξαν την ροη των πραγματων, εξελιξαν και ανεβασαν το ειδος σε νεα επιπεδα. Eιναι πολυ δυσκολο, αδυνατον σιγουρα για ειδη που εχουν εξελιχθει σε μεγαλο βαθος χρονου και χωρου, να δαχτυλοδειξεις εναν και μονο ανθρωπο ως απολυτα υπευθυνο για του που βρισκομαστε – το American Primitive ομως ειναι ενα απο αυτα τα ελαχιστα niche ειδη οπου ισως μπορεις να το κανεις. Και δεν ειναι αλλος απο τον John Fahey. Ο John Fahey γεννηθηκε το 1939 και μεγαλωσε στην Tacoma, Maryland, ενα προαστιο της Washington D.C. Απο τις αρχες του ’50 του κεντρισε το ενδιαφερον η κιθαρα, και κυριως η μπλουζ μουσικη – ξεκινησε μαλιστα μαζι με φιλους να συλλεγει σπανιους τοτε 78rpm early blues δισκους. Σγκεκριμενα, σε ενα record hunting trip με τον φιλο του (και μετεπειτα γνωστο μουσικολογο/συλλεκτη) R. K. Spottswood ηταν που ακουσε για πρωτη φορα το “Praise God I’m Satisfied” του Blind Willie Johnson και αποφασισε να αφοσιωθει στην μπλουζ κιθαρα. Το 1959 ηχογραφει το υλικο για τον πρωτο του δισκο. Βεβαιος οτι δεν προκειται να ενδιαφερει κανεναν, και μη ξερωντας και πως να επιχειρησει να τον αναλαβει καποια δισκογραφικη, αποφασιζει να τον κυκλοφορησει ο ιδιος. Ιδρυει λοιπον την Tacoma Records και τυπωνει σε μικρο αριθμο τον πρωτο αυτο δισκο. Για εξωφυλλο ενα πολυ μινιμαλ, χιπ λουκ για την εποχη του, απλα bold μαυρα γραμματα πανω σε ενα καθαρο λευκο φοντο (επειδη οπως ειπε ο ιδιος, “We didn’t know any artists”). Στη μια πλευρα του δισκου, βαζει το ονομα του – στην αλλη, γραφει Blind Joe Death. Αλλους δισκους τους πουλαει ο ιδιος, αλλους παει και τους χωνει στα used sections απο τοπικα δισκαδικα. Ξεκιναει ετσι μια μυθικη περσονα, ενα μπλεξιμο σχετικα με το ποιος ειναι αυτος ο Blind Joe Death, και σιγα σιγα μια μουσικη καριερα για τον Fahey. John Fahey – Poor Boy, Long Ways From Home John Fahey – Sunflower River Blues John Fahey – Poor Boy Το ’63 μετακομιζει στην Καλιφορνια και ξεκιναει μεταπτυχιακες σπουδες στο Berkeley αρχικα και μετεπειτα στο UCLA, καταληγωντας να γραφει την διατριβη του πανω στον Charlie Patton. Η κιθαριστικη του ενασχοληση τον βαζει by association (και προς δυσαρεσκια του) στον κυκλο του proto-hippie folk revival που ανθιζε τοτε στην Καλιφορνια. Η ωμη και εσωστρεφης μουσικη του διαμορφωθηκε εν μερει ως αντιδραση στο folk revival και ειδικοτερα το New Age movement της εποχης, με τα οποια εβγαζε φλυκταινες και θεωρουσε ιδιαιτερα pretentious και επιφανειακα. Oπως αρεσκονταν να λεει, “Folk? Me? I’m not folk, I’m from the suburbs.” John Fahey – Requiem for John Hurt John Fahey – Red Pony John Fahey – Days Have Gone By Aπο νωρις στη δεκαετια του ’60 λοιπον η μουσικη του Fahey αρχιζει απο ιδιομορφα μεν, μπλουζ δε, να εξελισεται και να μπολιαζεται με ολα τα contemporary και ethnic στοιχεια που εχουν γινει πλεον σημα κατατεθεν του ειδους. Ο Fahey ειχε και ενα avant garde streak, επιχειρωντας ηδη ηχητικα κολαζ με επιρροες απο musique concrete απο αρκετα νωρις (για παραδειγμα το Requiem for Molly απο το δισκο Requia) και ενιοτε παραβιαζωντας την αυστηρα solo προσεγγιση (παραδειγμα το κομματι March for Martin Luther King απο το The Yellow Princess). Παραλληλα, αναβιωνει την Tacoma Records και ξεκιναει, μαζι με τον ED Denson, μια διαδικασια επαν-ανακαλυψης και ηχογραφησης υλικου απο χαμενους blues artists οπως ο Bukka White, την κυκλοφορια νεου υλικου του (και την επαναηχογραφηση του πρωτου του δισκου) αλλα και επεκτασης του καταλογου εκδιδωντας δουλειες απο συγχρονους του οπως ο Basho, o Kottke και ο Lang (more on these guys later). John Fahey - Lion John Fahey – Fare Forward Voyagers Μετα απο μια περιοδο προσωπικων δυσκολιων, φτωχειας και γενικης αφανειας κατα τη δεκαετια του ’80 ο Fahey επανηλθε στο προσκηνιο στα μεσα των ‘90ς οταν μερικα αφιερωματα στη μουσικη του σε περιοδικα οπως το Spin τον κανανε household name με την τοτε πειραματικη ροκ σκηνη, με τους Sonic Youth, τους Cul de Sac και τον Jim O’Rourke ως prominent fans. Η νεα (και τελευταια) αυτη περιοδος της καριερας του διαφερει εντονα απο την προτυτερη δουλεια του, καθως πλεον εχει κανει μια στροφη σε πιο avant-garde μονοπατια, με σχεδον ambient προσεγγιση και ηλεκτρικο συχνα ηχο. Ως αξεπεραστος μετρ του ειδους, λογικο να ειναι και ο πρωτος που κατερριψε τα ορια που ο ιδιος ειχε (ισως αθελα του) θεσει. Παραλληλα, ιδρυει μια νεα δισκογραφικη, την Revenant, οπου εστιαζει περισσοτερο σε κυκλοφοριες παλαιου ξεχασμενου φολκλορ. Η τριτη αυτη φαση της καριερας του διεκοπη δυστυχως αποτομα - το 2001 πεθαινει σε ηλικια 61 ετων στο Salem, Oregon απο καρδιακες επιπλοκες. To 2003 το Rolling Stone τον κατατασει 35ο στη λιστα του με τους 100 σημαντικοτερους κιθαριστες ολων των εποχων. Aκομα και σημερα, το ονομα του Fahey αναφερεται με reverence απο οσους κιθαριστες ειναι γνωστες του εργου του. Ειναι ευκολο ισως οταν τον ανακαλυπτει κανενας σημερα να τον προσπερασει ως αλλο ενα μπαρμπα που παιζει τα μπλουζ στην βεραντα του, αλλα με το που βουτηξεις λιγο κατω απο την επιφανεια καταλαβαινει γιατι εχει την φημη που εχει. Η μουσικη του ειναι μακραν απο απλοικη σολιστικη μουσικη κιθαρας, αλλα ταυτοχρονα εχει αμεσο αισθηματικο αντικτυπο που θα ζηλευαν μεχρι και τα αριστουργηματα της folk τραγουδοποιας, αξεπεραστο μεχρι και σημερα κατ’εμε απο οποιονδηποτε μετεπειτα. Και πρεπει να λαβουμε υποψην και το ιστορικο πλαισιο – το να κυκλοφορησει καποιος ενα δισκο με ακουστικα instrumental σημερα μπορει να μας φαινεται πολυ νορμαλ, αλλα για την εποχη του ηταν σχετικα πρωτογνωρο. Μιλαμε για μια εποχη οπου η country blues (αλλα και παλαιοτερα ειδη οπως η πρωιμη bluegrass) ειχαν σχεδον υποστει διαγραφη απο τη συλλογικη μνημη, με την πλειοψηφια της γενιας του Fahey να μην εχουν ιδεα περι αυτης της μουσικης. Mια εποχη που folk μουσικη σημαινε Kingston Trio wannabees και που η κιθαρα ειχε σχεδον αποκλειστικα ρολο συνοδευτικο φωνης ή ως ρυθμικο οργανο. Πολυ συντομα θα αλλαζε αυτο με το folk revival των ‘60ς, αλλα σκεφτειτε οτι πολλοι νεοι των ‘60ς πολυ απλα δεν ειχαν ακουσει ποτε κανεναν να παιζει, με αυτον τον τροπο μαλιστα, το ειδος μουσικης που επαιζε ο Fahey, ηταν για πολλους ενα πρωτογνωρο ακουσμα το οποιο. John Fahey - Coelecanths John Fahey – Summertime Παρεπιπτοντως, ο Fahey ειχε και ενα ταλεντο στο γραψιμο, συχνα γραφωντας μακροσκελη liner notes στους δισκους του που μπαινανε σε fiction χωραφια, συχνα παρωδωντας τις εκθεσεις ιδεων που συνοδευαν συχνα τοτε folk δισκους, αλλα και αλλα αυτονομα short stories με κοινη μυθολογια και θεματοπλασια. Αυτες οι μικρο-ιστοριες, οι οποιες κυμαινοταν απο ημι-βιογραφικες μεχρι wild, disturbing fiction επηρεασμενα απο προσωπικα του τραυματα και φαντασματα, κατεληξαν (σχεδον τυχαια) προς το τελος της ζωης του να εκδοθουν σε δυο συλλογες, How Bluegrass Music Destroyed My Life (το πρωτο πρωτο μουσικο του μικροβιο ο Fahey το κολλησε ακουγωντας πιτσιρικας τον Bill Monroe να τραγουδαει το Blue Yodel no. 7) και Vampire Vultures. Ειναι εξαιρετικο reading material και τα δυο. Bonus round: Fahey live at Varsity ‘81 Guitar geekery: Τα πρωτα χρονια της καριερας του ο Fahey επαιζε μια Gibson-made Recording King Ray Whitley model 1027 του 1939. Απο τα μεσα του ’60 ξεκινησε να χρησιμοποιει μια πανεμορφη, και πολυ σπανια Bacon & Day Senorita, η οποια καπου στα ‘70ς εξαφανιστηκε και εκτοτε ο Fahey το γυρισε σε Martin D35 (υπαρχει και μια φωτο του με μια D76, που ειναι πρακτικα το ιδιο οργανο). Slide επαιζε κυριως πανω σε μια Weissenborn (Kona Style 3). Προς το τελος της ζωης του, οπου εκανε την επανεμφανιση του και στροφη προς ηλεκτρικο ηχο επαιζε με διαφορα οργανα - μερικες Blueridge dreadnoughts, μια Fender tele με διπλους, μια neck-trhough (?) 335ish… Recommended listening: Σχεδον ολα, η εξεταση θα ειναι εφ’ολου υλης. Αλλα μπορειτε να ξεκινησετε με Death Chants, Breakdowns & Military Waltzes (1963) και The Transfiguration of Blind Joe Death (1965) για πρωιμο υλικο, Requia (1967) και Days Have Gone By (1967) για τη μεση περιοδο του, Fare Forward Voyagers (1973) για μερικα απο τα καλυτερα long-form εργα του και τελος Red Cross (2003) για τα ambient ηλεκτρικα πονηματα στο τελος της ζωης του. Further reading: Υπαρχουν παρα πολλα (και καλα) αρθρα, συνεντευξεις, obituaries αλλα και full-length βιογραφιες για τον Fahey εκει εξω που ευκολα βρισκει κανεις με ενα ψαξιμο, αλλα θα σας αφησω ενα αγαπημενο κειμενακι εδω. Eπισης γενικοτερα στην σελιδα αυτη υπαρχουν liner notes απο τους δισκους του, διαφορα αλλα γραπτα, ταμπλατουρες, σημειωσεις κλπ... https://www.johnfahey.com/pages/ac1.html CHAPTER 2: FAHEY’S TAKOMA CONTEMPORARIES Ο Fahey ειχε αναλαβει στην Takoma αρκετους συγχρονους του καλλιτεχνες, και ιδιαιτερα νεους κιθαριστες με παρομοια φιλοσοφια και στυλ στην ακουστικη κιθαρα. Eδω θα δουμε μερικους απο αυτους, και κυριως τους Robbie Basho και Leo Kottke. Robbie Basho Oποια κουβεντα του American Primitive περαν του Fahey λογικα πρεπει να ξεκινησει απο τον Basho. O Robbie Basho ηταν ευκολα ο πιο ιδιοσυνγκρατικος κιθαριστας που προηλθε ποτε απο τον χωρο του American primitive, και ισως και ο πιο γνωστος μετα τον Fahey. Γεννημενος το 1940 ξεκινησε το 1959 να ασχολειται με την ακουστικη κιθαρα, εν μερει λογω της επαφης του με τον Fahey στο κολεγιο. Το 1965 κυκλοφορει τον πρωτο του δισκο, The Seal of the Blue Lotus, μια απο τις πρωτες κυκλοφοριες της Takoma Records. Aκολουθησαν αρκετοι δισκοι στην συντομη καριερα του, με standouts τους The Falconer’s Arm I & II, Visions of the Country (προσωπικο αγαπημενο) και Art of the Acoustic Steel String Guitar 6 & 12. Ο Basho, οπως ισως προδιδει το (καλλιτεχνικο) επιθετο του ειχε μια μανια με τις Ασιατικες κουλτουρες. Αν και ινδοασιατικα στοιχεια εμφανιζονται και στις δουλειες του Fahey, ωχρειουν μπροστα στην προσεγγιση του Basho – τα κομματια του ειναι πολυ εντονα επηρεασμενα απο την ινδικη (κυριως) μουσικη κουλτουρα. Οι φορμες του ειναι πολυ πιο ελευθερες, εχωντας ξεφυγει περαν αναγνωρισης απο τα country blues, με τα κομματια να εχουν συχνα τον ατελειωτο με εντονα bursts δραστηριοτητας, με φρασεολογια μιμουμενη αυτη του sarod, σε ανορθοδοξα ανοιχτα κουρδισματα. Ολη η αντιμετωπιση του επι του οργανου ηταν σχεδον μεταφυσικη/μυστικιστικη. Επισης αξιοπροσεκτη η χρηση της 12χορδης κιθαρας, την οποια ο Fahey ουδεποτε τιμησε ιδιαιτερα ενω ο Basho χρησιμοποιησε κατα κορον κυριως λογω του droning χαρακτηριστικου της. Τελος ο Basho ηταν ενας απο τους ελαχιστους τους χωρου που παραβιασαν τον αυστηρα instrumental χαρακτηρα του ειδους, εχωντας ηχογραφησει και πιο τυπικα σε φορμα τραγουδια αλλα και ενιοτε κανωντας σποραδικα vocalisations και απαγγελιες μεσα στα long-form raga του. Robbie Basho – Green River Suite Robbie Basho – Rocky Mountain Raga Ολα αυτα σε συνδυασμο κανουν τον Basho εναν απο τους πιο ιδιαιτερους του χωρου, και τελειως cult, σε σημειο που ισως θα επρεπε να μιλαμε και για υπο-υποειδος δικο του. Η καριερα του Basho, αν και prolific διεκοπη δυστυχως αδοξα οταν πεθανε στην ηλικια των 45 σε ενα φυσιοθεραπτικο ατυχημα. Robbie Basho – Blue Crystal Fire Guitar geekery: Η κιθαρα σημα-κατατεθεν του Basho ειναι η 12χορδη που χρησιμοποιουσε σε ολη τη διαρκεια της καριερας του. Aγνωστου κατασκευαστη και ακριβους χρονολογιας, αλλα μαλλον προερχομενη εκ Μεξικου καπου στις αρχες αρχες του 20ου αιωνα ,αμεσα αναγνωρισιμη απο το 3-piece καπακι. Eνιοτε επαιζε και με μια 6χορδη Weymann απο τα late ‘20s. Recommended listening: αναφερθηκαν παραπανω αλλα Visions of the Country (1978), Venus in Cancer (1969), Falconer’s Arm I & II (1967) και Art of the Acoustic Steel String Guitar 6 & 12 (1979). Leo Kottke Αντικειμενικα, ο Kottke ειναι ισως ο πιο ευρυτερα γνωστος απο ολο τον κυκλο του American Primitive, ισως επειδη απο πολυ νωρις ξεφυγε απο την κλασσικη συνταγη. Σε αντιθεση με τον Basho που πηγε σε ολο και πιο καλτ avant-garde μονοπατια ο Kottke ανεπτυξε ενα αρκετα πιο ευκολοπεπτο στυλ (το λεω χωρις καμια διαθεση υποτιμησης), αποκτωντας και πολυ πιο ευρυ ακροατηριο και αποδοχη. Ειναι ισως ο λιγοτερο American primitive of the bunch, ειδικα τωρα πλεον, αλλα με τετοιο calibre ειναι αδυνατον να μην τον αναφερουμε μιας και απο εκει ξεκινησε. Leo Kottke – I Yell at Traffic Τρομερος υπερμαχος της 12χορδης κιθαρας, την εκανε σημα κατατεθεν του. Με πολυ ιδιαιτερο ηχο, και λογω χορδων και λογω της εντυπωσιακης τεχνικης του, κανονικο πολυβολο κατα ωρες. Συχνα επισης τραγουδαει ενω παιζει, ενα παραπτωμα (sic) που συμμεριζεται με τον Basho, αλλα οπως και ο Basho καταφερνει ωρες ωρες να ειναι αρκετα charming. Leo Kottke – Hear the Wind Howl Leo Kottke – The Ice Field Ο Kottke συνεχιζει να ειναι ενεργος και σημερα, εχωντας ξεπερασει κατα καιρο σοβαρα προβληματα με την ακοη του και με τα χερια του. Μαλιστα πολυ προσφατα ειχε και μια εμφανιση στο NPR Tiny Desk μαζι με τον Mike Gordon των Phish. Leo Kottke – The Politics of Tuning/Tribute to John Fahey Guitar geekery: Στις αρχες χρησιμοποιουσε μια Gibson B-45-12, καθως και μια Martin που ειχε υποστει του κοσμου τις αλλαγες, νομιζω μετατραπη σε 12χορδη μετα απο πολυ σοβαρη ζημια, κατι τετοιο. Ακολουθησαν αρκετες κιθαρες του Bozo Poduvanak (οπως αυτη στην παραπανω φωτο, με το κλασσικο headstock λατερνα), που ηταν ισως και το σημα κατατεθεν μεχρι και που αρχισε να παιζει με Taylor κιθαρες. Για αρκετο καιρο η Taylor εβγαζε και signature Kottke μοντελο, cutaway jumbo με μαονι back and sides σε 6χορδη και 12χορδη εκδοση. Απο παλια, και ειδικα τωρα που εχει αφησει τις Taylor απ’οσο ξερω, παιζει και με ενα στρατο απο boutique οργανα διαφορων κατασκευαστων, οποτε γινεται λιγο χαος – τελευταια κυκλοφορει με μια μικρη Muiderman. Γνωστος ανεκδοτο τελος το οτι δεν δισταζε να παρει ενα σουγια και μεσω του soundhole να αρχισει να σκαβει τα braces σε διαφορες κιθαρες του, αν θεωρουσε οτι ηταν overbraced και δεν λαλουσαν αρκετα. Recommended listening: 6- and 12-string Guitar (1969), Mudlark (1971) απο τα παλια του, αλλα δυστυχως δεν εχω ακουσει και πολλα για να εκφερω γνωμη επι του νεοτερου output του. Peter Lang Φιλος του Fahey και του Kottke, ο Peter Lang μπηκε στο ροστερ της Takoma και κυκλοφορησε το 1973 τον δισκο The Thing at the Nursery Room Window. To στυλ του πεφτει καπου αναμεσα στους προαναφερομενους Fahey και Kottke, και μαλιστα οι τρεις τους κυκλοφορησαν και ενα αρκετα αξιολογο δισκο ως τριο. Η καριερα του Lang απο το ’80 και μετα ειναι σχετικα σποραδικη, μιας και για αρκετο καιρο δεν ασχολουταν με την μουσικη full time. Peter Lang – When Kings Come Home Peter Lang – Red Meat on the Road Max Ochs Αλλος ενας απο την παρεα του Fahey (και ξαδερφος του Phil Ochs, for all that’s worth). Ο Ochs ομολογουμενως δεν ειχε καποια ιδιαιτερη καριερα την περιοδο που ηταν ενεργος ο Fahey και οι υπολοιποι της Takoma, περαν απο μια συμμετοχη του σε ενα compilation τους. Εχει βγαλει ομως τωρα στα γεραματα μερικα ενδιαφεροντα πραγματακια, στο πλαισιο του ολου revival του ειδους που ξεκινησε η Tompkins Square Records. Max Ochs – Oncones Mark Fosson O Mark Fosson ειναι αλλος ενας απο τους διασωσμενους της Tompkins Square. Στα τελη του ’70 στελνει ενα demo στον Fahey, ο οποιος ενθουσιαζεται με το παιξιμο του και τον καλει να ηχογραφησει για την Takoma. Δυστυχως η Takoma τοτε αντιμετωπιζε ηδη σημαντικες οικονομικες δυσκολιες και πανω που ο Fosson ηχογραφησε το αλμπουμ του, η δισκογραφικη βαρεσε διαλυση και ο δισκος δεν βγηκε ποτε. Ευτυχως εν τελει δεν πηγε χαμενη η δουλεια του, μιας και καταφερε με μερικες δεκαετιες καθυστερηση να κυκλοφορησει αρκετο υλικο (oρισμενο στην Tompkins), συμπεραλαμβανομενου και αυτου του πρωτου δισκου that never came to be. Και παλι καλα, γιατι εχει μερικα πολυ γουστοζικα κομματια. Mark Fosson – The Creeper Mark Fosson – Come Back John CHAPTER 3: CONTEMPORARY ΑPG Παμε λιγο να ξεφυγουμε λιγο απο τον Fahey και την παρεα του στην Takoma και να δουμε μερικους πιο συγχρονους καλλιτεχνες του ειδους. Οι δεκαετιες του ’80 και ’90 δεν εχουν και κατι τρομερο να προσφερουν στην παρουσα συζητηση, καθως η κιθαριστικη ακουστικη μουσικη της εποχης ακολουθουσε κυριως αλλα προτυπα, οπως το πιο New Age στυλ του William Ackerman και της Windham Hill Records (Αlex De Grassi, Michael Hedges κλπ). Αξιζει ισως να σημειωθει οτι ο Ackerman, αρχιτεκτονας αυτου του νεου κινηματος, συχνα μιλαει για την καταλυτικη στιγμη οπου ακουγωντας τον Fahey του ηρθε η επιφωτιση να κανει κατι αντιστοιχο, δηλαδη οχι μονο να γραφει την δικη του μουσικη αλλα και να στησει δικια του δισκογραφικη και να δημιουργησει ολοκληρη σκηνη απο ομοιδεατες του. To American Primitive Guitar, με επιστροφη στο στυλ και προσεγγιση του Fahey και της παρεας του εκανε την επανεμφανιση του μετα τα ‘00s κυριως χαρη στην επανεμφανιση του ιδιου του Fahey στα late ‘90s, σε νεους μουσικους οπως τον Jack Rose (παρακατω), καθως και στις προσπαθειες της δισκογραφικης Tompkins Square. Ιδρυθηκε το 2005 απο τον Josh Rosenthal και η πρωτη της κυκλοφορια ηταν το compilation Imaginational Anthem, ενας δισκος με συμμετοχες απο το ευρυτερο fingestyle φασμα αλλα περιεχωντας πολλους της APG σχολης, αναζοπυρωνοντας το ενδιαφερον στο ειδος. Απο τοτε η δισκογραφικη εχει κυκλοφορησει πολυ υλικο, απο περαιτερω volumes του Imaginational Anthem, νεες δουλειες απο τον APG και μη χωρο αλλα και re-releases παλαιοτερου υλικου. Δεν ειναι οι μονοι φυσικα, VHF, Strange Attractors Audio House, Three Lobed Recordings ειναι αλλα labels ενεργα στον χωρο. Jack Rose O Jack Rose ειναι περαν αμφισβητησης ο πιο διακεκριμενος της νεωτερης γενιας, και κατ’εμε το νο. 2 στοπ για οποιον ενδιαφερεται για το ειδος, μετα τον Fahey. Γεννημενος το 1971, ξεκινησε την καριερα του στα 90s ως μελος της noise punk μπαντας Pelt και συντομα αρχισε και σολο fingerstyle καριερα (ahead of the curve για την επαναβιωση του ειδους). Το 2004 κυκλοφορει τον δισκο Raag Manifestos, με το περιοδικο Wire να τον συμπεριλαμβανει στους top 50 δισκους της χρονιας, συμβαλωντας στην δημοφιλια του Rose και εκτος των US. Το 2005 ακολουθησε ο δισκος Kensington Blues, μια seminal κυκλοφορια για το χωρο οπου ο Rose εθεσε νεα standards με το κραμα country blues, ragtime και raga που κατεθεσε. Με τρομερη δεινοτητα οχι μονο στην 6χορδη αλλα και στην 12χορδη και στην lap steel κιθαρα, γρηγορα καθιερωθηκε ως household ονομα στον fingerstyle χωρο. Δυστυχως η trailblazing καριερα του ηταν συντομη – πεθανε αιφνιδια το 2009, μολις 38 χρονων. Jack Rose – Rappahanock River Rag (for William Moore) Jack Rose – Νοw that I’m a Man Full Grown Jack Rose – Cross the North Fork Guitar geekery: Taylor Dreadnoughts κυριως. H κυρια κιθαρα του ηταν μια 510 του ‘86 (exceptional και τρομερα δυνατης εντασης οργανο συμφωνα με τον Glenn Jones, απο την Lemon Grove εποχη της Taylor) και μια νεοτερη 310 για touring. Taylor ηταν και η 12χορδη που χρησιμοποιουσε συνηθως, δεν ειμαι σιγουρος τι μοντελο ηταν αλλα φαινεται Grand Concert something. Lap steel επαιζε με μια Weissenborn-style φτιαγμενη απο τον Pete Howlett. Recommended listening: Kensington Blues (2005) προφανως, Raag Manifestos (2004), Luck in the Valley (2010, posthumous release). Glenn Jones Ο Glenn Jones για μενα λειτουργει ολιγον τι ως γεφυρα μεταξυ της παλιας φρουρας και της νεας. Γεννημενος το 1953, δημιουργησε το 1990 την post-rock μπαντα Cul de Sac. Ως ενας απο τους εμπλεκομενους στην επαναφορα του Fahey στα mid-90s, το 1997 κυκλοφορει (με τους Cul de Sac) και ενα δισκο συνεργασια (τι συνεργασια, κοντευαν να παιξουν φαπες καθε τρεις και λιγο) με τον Fahey, The Epiphany of Glenn Jones. Απο το 2000 ξεκιναει και τις πρωτες σολο fingerpicking κυλοφοριες του. Koντινος φιλος του Jack Rose, ειχαν και τις εκαστοτε συνεργασιες τους οπως το The Things That We Used To Do. Πολυ evocative παικτης και βασιλιας του partial capo, που χρησιμοποιει συνεχως με πολυ εξυπνα αποτελεσματα. Glenn Jones – The Great Pacific Northwest Glenn Jones – Of it’s Own Kind Glenn Jones – Portrait of Basho as a Young Dragon Guitar geekery: Guild 6-string dreads, κυριως vintage. Ειναι γνωστος λατρης τους, και τακτικο μελος στο Let’s Talk Guild forum. Μια Brazilian rosewood D50 ηταν η main κιθαρα του για πολλα χρονια, πλεον παιζει κυριως με DV72 και D66. Recommended listening: The Wanting (2011), Against Which The Sea Continually Beats (2007). Daniel Bachman Περναμε στους πολυ νεους τωρα, με εναν απο τους πιο promising της τωρινης γενιας. Γεννημενος το 1989, στα 23 του ειχε ηδη βρεθει για set πισω απο το NPR Tiny Desk και μολις τον Γεναρη κυκλοφορησε το 11ο (νομιζω?) album του. Παιζει κατα κορον 6χορδη και lap steel, οπως ο Fahey και ο Rose, με αντιστοιχα “τσαπατσουλικο” στυλ αλλα τρομερη ορμη και παλμο. Η προ-τελευταια δουλεια του αρχιζει να παιζει λιγο και με ambient ηχητικα στοιχεια και στουντιακα manipulations, οποτε εχω πολυ ενδιαφερον να δω πως θα εξελιχθει. One to look out for, τωρα που σταματησαμε να ασχολουμαστε με πεθαμενους. Daniel Bachman – Mount Olive Cohoke Daniel Bachman – Coming Home Bonus round: Daniel Bachman – Axacan release performance Guitar geekery: Guild D-55, 1971 Martin D-18, αγνωστη Weissenborn-style για lap-steel. Recommended listening: Jesus I’m a Sinner (2013), Axacan (2021), Seven Pines (2012). Chuck Johnson Ολιγον τι αινιγματικη φιγουρα μουσικα ο Johnson, καθως ασχολειται με αρκετα διαφορετικα μουσικα ειδη, με τους δισκους τους να ειναι τελειως disparate μεταξυ τους, αναλογως με το project απο το οποιο προηλθαν (δεν ειναι πολυ του mix n match). Περαν του ακουστικου fingerstyle ασχολειται πολυ με synth based ambient μουσικη, μουσικη για εικονα καθως και experimental pedal steel σκηνικα. Στο χωρο του fingerstyle που συζηταμε τωρα ομως εχει βγαλει απο το 2011 μια τριλογια album τρομερα αξιολογη, απο τα αγαπημενα μου και τα 3 – A Strugglle not a Thought, Crows in the Basilica και Blood Moon Boulder. Chuck Johnson – Silver Teeth in the Sun Chuck Johnson – The Stars Rose Behind Us Gwenifer Raymond Εκ Ουαλιας ορμωμενη η Raymond, δεν αστειευεται καθολου. Πολυ δυνατα chops στο στυλ του Fahey, πολυ fury και ενιοτε και μερικα ιντερλουδια στο banjo. Σπαει σιγα σιγα και το καλουπι του ειδους σε white guy music, αλλη μια φωνη to look out for στο χωρο. Gwenifer Raymond – The Three Deaths of Red Spectre Gwenifer Raymond – Off to See the Hangman, Pt. II James Blackshaw Παραμενουμε στο Ηνωμενο Βασιλειο με τον Blackshaw, εναν κατ’εξοχην 12χορδο contemporary κιθαριστα. Τρομερος τεχνιτης, παιζει με τεχνικη δεξιου χεριου ξεκαθαρα βγαλμενη απο το χωρο της κλασσικης κιθαρας και με νυχια αντι για fingerpicks. Eιδικα για 12χορδη κιθαρα, εχει μια καθαροτηρα ηχου που θα την ζηλευε νομιζω και ο Kottke. Μεγαλος φαν του γεματου παιξιματος, πολλα κομματια του εχουν μια wall of sound προσεγγιση, η οποια πηγε σε extremes σε albums του οπως το The Glass Bead Game ξεφευγωντας απο τη σολο φυση του ειδους. American Primitive meets Phillip Glass σκηνικα. Eιχε περασει και απο το six dogs πριν απο καμια δεκαρια χρονια, αν τυχον τον πετυχε/θυμαται κανενας... James Blackshaw – The Cloud of Unknowing James Blackshaw – Cross Rob Noyes O Rob Noyes καλυπτει με την μουσικη του ενα middle ground μεταξυ του APG και της πολυ λιγοτερο bluesοειδους σχολης του Davy Graham, Bert Jansch κλπ (τους οποιους για ευνοητους λογους δεν αγγιξα εδω), πολυ γουστοζικο blend. Κατα κορον 12χορδος και αυτος, με ψυγματα Kottke στον ηχο του φυσικα. Δυστυχως δεν εχει πολυ υλικο διαθεσιμο online, αλλα αν βρειτε στο bandcamp τον δισκο The Feudal Spirit give it a spin, ειναι εξαιρετικος. Rob Noyes - Magic on Television / Vout / The Sniper's Dream FIN
    1 βαθμός
  13. Ένα tip για όσους αγοράζουν από NeuralDSP. Αν βάλετε VPN και ορίσετε άλλη χώρα τις ΗΠΑ μπορείτε να αποφύγετε τους φόρους που μπαίνουν στο τέλος. Το έκανα πριν κανα μήνα που πήρα το Petrucci.
    1 βαθμός
  14. Όποιος φίλος του ποδοσφαίρου δεν βλέπει το ΡΕΑΛ - ΤΣΕΛΣΙ πραγματικά χάνει. Απίθανη ματσάρα.
    1 βαθμός
  15. Ένα electronica κομμάτι με πολλά μπλιμπλίκια, φωτάκια, φσσσσσσουουου, και φρρρρρουουουου .
    0 βαθμοί
  16. Σκοπός μου είναι όλη η 1η σελίδα του "music" να περιέχει μόνο δικά μου άσματα, γι'αυτό και το τωρινό μου κομμάτι... Που θα πάει κάποια στιγμή θα το καταφέρω... Το κομματάκι ανέβηκε εδώ δυο φορές, μία το 2014 (που γράφτηκε) και μια το 2016. Είναι ένα κολάζ 3 μερών άσχετα μεταξύ τους, αλλά τότενες έτσι έγραφα..προγκρέσιβ το λένε κάποιοι εδώ μέσα! Έγιναν κάμποσες αλλαγές, όχι στα έγχορδα αλλά μόνο στα τύμπανα, έγινε κοπτοραπτική, καινούρια μίξη και online mastering. Υ.Γ. Το κομμάτι αλλάχτηκε με άλλη βερσιόν του, με μόνη αλλαγή το ταμπούρο.
    0 βαθμοί
  17. Καλημερα παιδια! Ενα συντομο drum song που εφτιαξα πριν 1 χρονο στην καραντινα Thnaks 4 watching οποιοδήποτε σχολιο κλπ ευπροσδεκτο
    0 βαθμοί
  18. 0 βαθμοί
  19. Σας ευχαριστώ όλους! Μην αρχίσεις κανένα μουσικό κίνημα.... ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΧΩΡΙΣ ΜΠΑΣΟ... είσαι μπασίστας και οι φίλοι σου στην μπάντα δεν σε παίζουν;;; ... Δεν είσαι μόνος.
    0 βαθμοί
  20. Το θυμάμαι τα περισσότερα θέματα μου είχαν εντυπωθεί. Ένας από τους λόγους που είμαι ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ είναι πως από μικρός έχω ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΝΗΜΗ. Ένας από εδώ από το NOIZ με είχε πεί ΝΥΧΤΕΡΙΔΑ, πως πιανω τα πάντα.
    0 βαθμοί
  21. 0 βαθμοί
  22. Δεν έχει παραπάνω αστέρια να βάλω δυστυχώς. ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ!
    0 βαθμοί
  23. Πολύ ωραίο track! Μου άρεσε πολύ η αισθητική συνολικά, αλλά ειδικότερα οι δυναμικές σου. Ελπίζω να μη σε πειράζει που έγραψα ένα μικρό jam σήμερα το πρωί, προσπάθησα όσο μπορώ να κάνω στην άκρη, αλλά είμαι λίγο φαφλατάς ως κιθαρίστας. Like What - Alex Drummer (solo addition).mp3
    0 βαθμοί
  24. Σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια. Σιγουρα παίρνει καιρό η συγκεκριμένη τεχνική να μπει στο παίξιμο - αλλά κατά την άποψή μου αξίζει. Έχω παρατηρήσει ότι δεν χρειάζεται πολλή δύναμη στα δάκτυλα. Αυτό που κάνουν όσοι χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη τεχνική είναι ότι χτυπάνε πολύ πιο απαλά με την πένα, ωστε να ερχονται στα ισα. Αλλά ο ήχος όντως είναι διαφορετικός στις νότες που χτυπάει η πένα και στις νότες που χτυπάει το δάχτυλο.
    0 βαθμοί
Ο πίνακας επιτευγμάτων έχει ρυθμιστεί σε Athens/GMT+03:00
×
×
  • Δημοσιεύστε κάτι...

Τα cookies

Τοποθετήθηκαν cookies στην συσκευή σας για να είναι πιο εύκολη η περιήγηση στην σελίδα. Μπορείτε να τα ρυθμίσετε, διαφορετικά θεωρούμε πως είναι OK να συνεχίσετε. Πολιτική απορρήτου